Ομιλία της Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Βασιλικής Θάνου Χριστοφίλου, Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου στην Τακτική Γενική Συνέλευση της 6ης-12-2014
Προσφωνήσεις…..
Η απονομή Δικαιοσύνης δεν αρκεί να είναι μόνον ταχεία. Επιβάλλεται να είναι πρωτίστως ποιοτική. Ποιοτική δε είναι η Δικαιοσύνη, όταν διεξάγεται «δίκαιη δίκη» και εκδίδεται «δίκαιη» απόφαση, απόφαση από «δίκαιο» Δικαστή, δηλαδή από Δικαστή αμερόληπτο και αντικειμενικό, ο οποίος κρίνει με βάση μόνοτα στοιχεία της δικογραφίας, το νόμο, και τη συνείδησή του, αγνοώντας οποιαδήποτε τυχόν προσπάθεια επηρεασμού, από οποιονδήποτε και αν προέρχεται. Κατά συνέπεια ο κυριότερος παράγων για την ποιοτική Δικαιοσύνη είναι η ανεξαρτησία των Δικαστών. Η ανεξαρτησία των Δικαστώνείναι το θεμέλιο του Κράτους Δικαίου, είναι θεμελιώδης οργανωτική βάση του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι ανεξάρτητοι και αμερόληπτοι Δικαστές είναι το καταφύγιο του πολίτη. Η ανεξαρτησία του Δικαστή εξαρτάται κυρίως από τον ίδιο. Στον ίδιο δηλαδή εναπόκειται να διαθέτει φρόνημα και ήθος υψηλό και να έχει το σθένος να αποκρούει τις τυχόν παρεμβάσεις και πιέσεις.
Και η Πολιτεία, όμως, έχει χρέος να εξασφαλίζει στους Δικαστές τις προϋποθέσεις εκείνες, οι οποίες είναι απαραίτητες αφενός για την προστασία της ανεξαρτησίας τους και αφετέρου για την καλή και ομαλή λειτουργία της Δικαιοσύνης. Έχει χρέος, δηλαδή, να εξασφαλίζει συνθήκες εργασίας, οι οποίες επιτρέπουν στους Δικαστές την ευχερή άσκηση των καθηκόντων τους, καθώς και επίπεδο αποδοχών ανάλογο με το Λειτούργημά τους, όπως άλλωστε επιβάλλει και το Σύνταγμα (αρθρ. 88 §2), ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία τους.
Σήμερα, λοιπόν, στην Τακτική Γενική Συνέλευση της Ένωσής μας, την οποία έχω την τιμή να εκπροσωπώ για δεύτερη συνεχή θητεία, θα κάνω μια σύντομη επισκόπηση για την κατάσταση που επικρατεί στη Δικαιοσύνη, για το φόρτο εργασίας των Δικαστών, για τις αναχρονιστικές συνθήκες, κάτω από τις οποίες, εργάζονται, καθώς και για το ενδιαφέρον ή την αδιαφορία των Κυβερνώντων ως προς τα χρόνια προβλήματα της Δικαιοσύνης.
Φόρτος Εργασίας
Ο τομέας της Δικαιοσύνης είναι ο μόνος τομέας, όπου ο φόρτος εργασίας, αντί να μειώνεται, λόγω της βαθειάς οικονομικής κρίσης, όπως συνέβη σε όλους τους άλλους τομείς, αντιθέτως αυξάνεται συνεχώς και κυρίως στις ποινικές υποθέσεις, εξ αιτίας της μεγάλης αύξησης της εγκληματικότητας, που είναι απότοκος της οικονομικής κρίσης, καθώς και σε ορισμένες αστικές υποθέσεις, όπως οι αιτήσεις για ρύθμιση των χρεών προς τις Τράπεζες των υπερχρεωμένων οφειλετών. Και οι Δικαστικοί Λειτουργοί καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους εργαζόμενοι χωρίς ωράριο και σε εορτές και αργίες, σε βάρος της προσωπικής και οικογενειακής τους ζωής και καλύπτοντας οι ίδιοι όλες τις οικονομικές δαπάνες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως αγορά και συντήρηση κομπιούτερ και αναλώσιμων, σύνδεση με τράπεζα νομικών πληροφοριών, μετακινήσεις και διαμονή, κατά τις μεταθέσεις και αποσπάσεις , αφού είναι οι μόνοι κρατικοί λειτουργοί, των οποίων οι δαπάνες αυτές δεν καλύπτονται από την υπηρεσία τους.
Αναμένουμε, όμως και αξιώνουμε από την Πολιτεία να αναγνωρίζει την βαρύτητα και τη σοβαρότητα του έργου μας και να σέβεται τον θεσμικό μας ρόλο. Εν τούτοις, σε όλη τη διάρκεια της τετραετούς βαθειάς οικονομικής κρίσης διαπιστώνουμε και βιώνουμε την αδιαφορία της εκάστοτε Κυβέρνησης για τα λειτουργικά προβλήματα αφενός και αφετέρου την προσπάθεια υποβάθμισης και απαξίωσης της Δικαιοσύνης και των Δικαστικών Λειτουργών, διαπιστώσεις οι οποίες υποχρέωσαν τις Δικαστικές Ενώσεις να πραγματοποιούμε έντονες αντιδράσεις, με πανδικαστικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και με διακοπές συνεδριάσεων.
Α) Η αδιαφορία για τα λειτουργικά και οργανωτικά προβλήματα.
α) Μεγάλα κενά οργανικών θέσεων στους Δικαστές του πρώτου βαθμού, τα οποία, παρά τα συνεχή και επίμονα αιτήματα της Ένωσής μας δεν συμπληρώνονται, με αποτέλεσμα, σε συνδυασμό και με τα κενά που δημιουργούνται, λόγω των γονικών αδειών, να καταλήγουν όχι μόνο, σε μεγάλη επιβάρυνση των υπολοίπων Δικαστών, αλλά συχνά και κυρίως στα μικρότερα Δικαστήρια, όπου υπηρετεί μικρός αριθμός Δικαστών, να καταλήγουν ακόμη και στο φαινόμενο της αδυναμίας συγκρότησης του Δικαστηρίου, έτσι ώστε το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο να προβαίνει σε αποσπάσεις, μέτρο το οποίο ούτε το πρόβλημα επιλύει, αφού, με τον τρόπο αυτόν, δημιουργείται κενό στο Δικαστήριο από το οποίο αποσπάται και επί πλέον απορυθμίζει και ταλαιπωρεί τον αποσπώμενο Δικαστικό Λειτουργό. Εν τούτοις, ουδεμία μέριμνα λαμβάνεται προς συμπλήρωση των κενών. Αντίθετα, φέτος, ο αριθμός των εισαγομένων της νέας σειράς της Σχολής Δικαστών (21η σειρά) είναι ο μικρότερος από κάθε άλλη φορά, δηλαδή 44 Δικαστές και 14 Εισαγγελείς.
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανταποκρίθηκε άμεσα στο αίτημά μας, για αύξηση των οργανικών θέσεων στο δεύτερο βαθμό και έτσι κατέστη δυνατή η δημιουργία ειδικού ποινικού τμήματος, με Δικαστές αποκλειστικής απασχόλησης, στο Εφετείο Αθηνών, το οποίο άρχισε να λειτουργεί με την έναρξη του τρέχοντος Δικαστικού έτους. Ευελπιστούμε ότι έτσι θα εκδικάζονται ταχύτερα οι ποινικές υποθέσεις, ώστε να υπάρξει αποσυμφόρηση, από τον μεγάλο αριθμό υποθέσεων, που έχει συσσωρευθεί.
Η πρόσφατη όμως αύξηση, κατά 10, των θέσεων των Προέδρων Εφετών, με αντίστοιχη μείωση των θέσεων των Εφετών, στην οποία (μείωση) ασφαλώς ήμασταν αντίθετοι, θα δημιουργήσει και πάλι προβλήματα.
Αξιώνουμε την κάλυψη όλων των κενών θέσεων του πρώτου βαθμού, καθώς και την επαναφορά των θέσεων των Εφετών, με αντίστοιχη αύξηση των εισαγομένων στη Σχολή Δικαστών.
β) Κενές οργανικές θέσεις Ειρηνοδικών. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανταποκρίθηκε άμεσα σε προηγούμενα αιτήματά μας, παρέτεινε τον πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού του 2011 και διορίσθηκαν όλοι οι επιτυχόντες του πίνακα αυτού. Ενώ, όμως, επισημάναμε ότι, μετά την εξάντληση του πίνακα αυτού, θα έπρεπε αμέσως, δηλαδή από τον περασμένο Ιούνιο του 2014 να προκηρυχθεί νέος διαγωνισμός, εν τούτοις αυτό μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει, έχουν δε εν τω μεταξύ προκύψει 50 κενά οργανικών θέσεων. Τα κενά αυτά, σε συνδυασμό με τις δεκάδες χιλιάδες αιτήσεις, για την ρύθμιση των τραπεζικών δανείων, των υπερχρεωμένων οφειλετών, οι δικάσιμοι των οποίων προσδιορίζονται μετά από πέντε έως οκτώ χρόνια, είναι προφανές πόσο σοβαρό πρόβλημα δημιουργεί. Είναι, λοιπόν,επιβεβλημένο να προκηρυχθεί άμεσα η διενέργειαδιαγωνισμού για την πρόσληψη Ειρηνοδικών.
γ) Μεγάλα κενά οργανικών θέσεων Δικαστικών Υπαλλήλων
Επί δυόμιση χρόνια «φωνάζουμε» ότι τα υπερβολικά μεγάλα κενά οργανικών θέσεων των δικαστικών υπαλλήλων (2800 κενές θέσεις σε σύνολο 5000 θέσεων) επιτείνουν την καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης και επί πλέον το γεγονός αυτό αποτελεί μοναδικό παγκόσμιο φαινόμενο, διότι, σε όλα τα κράτη η αναλογία είναι 3 Δικαστικοί Υπάλληλοι και 1 Δικαστής, ενώ στην Ελλάδα, με τα περίφημα μνημονιακά μέτρα καταλήξαμε στο αντίστροφο, δηλαδή 3.000 Δικαστές (Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης) και 2.200 Δικαστικοί υπάλληλοι. Και στις συνεχείς διαμαρτυρίες μας, παίρνουμε την ίδια απάντηση: ότι αιτία είναι η Τρόικα και η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική.
Αναχρονιστικές συνθήκες εργασίας
Οι ελλείψεις θέρμανσης – κλιματισμού και οι μισοσπασμένες πολυθρόνες στα Δικαστήρια του Πρωτοδικείου Αθηνών, στην παλαιά Σχολή Ευελπίδων είναι τόσο γνωστά, ώστε δεν χρειάζεται να αναφέρω κάτι περισσότερο. Σημειωτέον, ότι θεωρήθηκε μεγάλη επιτυχία ότι πέρυσι διατέθηκε κάποιο (μικρό) κονδύλιο και επισκευάσθηκαν οι τουαλέτες του κτιρίου 6 του Πρωτοδικείου, αφού προηγουμένως είχε σπάσει ο αποχετευτικός αγωγός και τα λύματα είχαν διαρρεύσει στα διπλανά γραφεία των Προέδρων Πρωτοδικών. Όπως, επίσης, εξαγγέλθηκε, ως μεγάλη επιτυχία, ότι πέρυσι διατέθηκε και κάποιο άλλο κονδύλιο και επισκευάσθηκε η στέγη του ίδιου κτιρίου, αφού προηγουμένως, μετά από ισχυρή βροχή, είχε πλημμυρίσει όλος ο ισόγειος χώρος του κτιρίου.
Τον περασμένο Απρίλιο (2014), καταστράφηκε από πυρκαγιά, λόγω εμπρησμού, το Ανακριτικό Γραφείο του Πρωτοδικείου Κορίνθου. Και μετά από αίτημα της Προέδρου, εκάλυψε η Ένωσή μας, τη δαπάνη για τις πρώτες άμεσες επισκευές , διότι από το Υπουργείο, στο οποίο απευθύνθηκε, ελάμβανε την απάντηση ότι καθυστερεί η έγκριση των κονδυλίων.
Τον περασμένο Μάρτιο (2014) καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά, λόγω εμπρησμού, η μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων του Πρωτοδικείου Ρόδου. Η επισκευή καθυστέρησε επί οκτώ μήνες, λόγω αντίστοιχης καθυστέρησης της έγκρισης των κονδυλίων και σε όλο αυτό το διάστημα οι συνεδριάσεις γίνονταν στα γραφεία των Δικαστών και στο γραφείο του Γραμματέα.
Όσο για την κατάσταση του κτιρίου των Δικαστηρίων του Πειραιά, θεωρώ ότι μόνο κατ’ ευφημισμό μπορεί κανείς να το χαρακτηρίζει ως Δικαστικό Μέγαρο.
Επίσης, οι ελλείψεις σε υλικοτεχνικές υποδομές σε ηλεκτρονική σύνδεση κλπ είναι κατάσταση που επικρατεί μόνον την Ελλάδα και σε καμία άλλη Ευρωπαϊκή χώρα. Οι σχεδιασμοί και τα σχετικά προγράμματα, γίνονται μόνον με κινήσεις επί χάρτου. Στα επίμονα και χρόνια αιτήματά μας, να χορηγείται από την πολιτεία στους Δικαστές ατομικός ή ηλεκτρονικός υπολογιστής και σύνδεση με Τράπεζα πληροφοριών, παίρνουμε τη σταθερή και «γνωστή» απάντηση ότι καθυστερεί η έγκριση των κονδυλίων.
Τροποποιήσεις διατάξεων
Παρά το γεγονός ότι κατατίθενται αλλεπάλληλες τροπολογίες, πολύ συχνά κατά τρόπο αιφνιδιαστικό & σε άσχετα με το θέμα τους νομοσχέδια & χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση των Δικαστικών Ενώσεων, εν τούτοις, παρά τα επίμονα αιτήματα της Ένωσής μας, επί δύο χρόνια τώρα, ουδεμία τροποποίηση έγινε στις διατάξεις του Ν. 4055/2012, Κεφάλαιο Οργανισμού Δικαστηρίων & Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών. Οι επίμαχες αυτές διατάξεις, των οποίων ζητείται η τροποποίηση, έχουν αντικαταστήσει τις αντίστοιχες διατάξεις του Κανονισμού Δικαστηρίων, που ίσχυσαν επί 25 χρόνια (Ν1758/1988), ο οποίος θεωρήθηκε μεγάλη κατάκτηση για την προστασία της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των Δικαστών και θεσμοθετήθηκε μετά από έντονους αγώνες της Ένωσής μας, επί Προεδρίας του αείμνηστου Παναγ. Κωστάκου.
Η διάταξη του Ν. 4055/2012 (άρθρ. 86§2), που προβλέπει ότι οι Κανονισμοί Δικαστηρίων ισχύουνμόνον μετά την έγκρισή τους από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αναμφίβολα περιορίζει το αυτοδιοίκητο των Δικαστηρίων και καταργεί, στην πραγματικότητα, την αρμοδιότητα της Ολομέλειας κάθε Δικαστηρίου, η οποία απαρτίζεται από τους υπηρετούντες στο κάθε Δικαστήριο Δικαστές και οι οποίοι γνωρίζουν, καλύτερα από οιονδήποτε, τις ανάγκες, τις δυνατότητες και τις ιδιαιτερότητες κάθε Δικαστηρίου.
Δεν υπάρχει, επίσης, αμφιβολία, ότι οι διατάξεις του Ν. 4055 (άρθ. 90 παρ. 1 και 2), οι οποίες προβλέπουν την περικοπή μισθού σε περίπτωση καθυστέρησης στην έκδοση των αποφάσεων με συνοπτική διαδικασία από τον Προϊστάμενο του Δικαστηρίου ή της Εισαγγελίας, ή την περικοπή της άδειας του Δικαστικού Λειτουργού, είναι αντισυνταγματικές διότι η μεν πρώτη επιβάλλει πειθαρχική ποινή, χωρίς την τήρηση και τα εχέγγυα της πειθαρχικής διαδικασίας, από τα αρμόδια προς τούτο όργανα, η δε δεύτερη περιορίζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο εργασιακό δικαίωμα της χορήγησης αδείας, επί πλέον δε προσβάλλουν την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των Δικαστών. Οι τελευταίοι έχουν πλήρη συναίσθηση της σοβαρότητας και της βαρύτητας του έργου τους και δεν έχουν ανάγκη από «φόβητρα» για να επιτελέσουν τα καθήκοντά τους.
Μισθολογική Μεταχείριση
Κυρίες και Κύριοι προσκεκλημένοι,
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Αξιώνουμε την άμεση τροποποίηση των διατάξεων αυτών του Ν. 4055/2012 και θεωρούμεαδικαιολόγητη την μέχρι τώρα καθυστέρηση, για την κατάργησή τους.
Είναι γνωστό ότι το Σύνταγμα, προς διασφάλιση της ανεξαρτησίας των Δικαστών, επιτάσσει, με ρητή διάταξη(άρθ. 88&2)ειδική μισθολογική μεταχείριση, ανάλογη με το Λειτούργημά τους, δηλαδή ανάλογη με τις ευθύνες, με τη δυσχέρεια και με τη σπουδαιότητα του έργου τους, ώστε να θωρακίζεται η ανεξαρτησία τους και να εξασφαλίζεται σ΄αυτούς αξιοπρεπής διαβίωση. Είναι επίσης γνωστό ότι η Εκτελεστική εξουσία δεν σεβάσθηκε καθόλου την ως άνω προβλεπόμενη από το Σύνταγμα ειδική μισθολογική μεταχείριση των Δικαστικών Λειτουργών, αλλά αντίθετα και παρά τις έντονες αντιδράσεις μας, προχώρησε, μέσα στα πλαίσια των μνημονιακών μέτρων, σε αλλεπάληλες μειώσεις των αποδοχών μας, που έφθασαν στο συνολικό υπερβολικό ποσοστό 60%. Τις τρίτες κατά σειρά μειώσεις, δηλαδή το τελευταίο 20%, διότι η υπόλοιπη περικοπή του 40% παραμένει, προσβάλλαμε με προσφυγές μας, ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθ. 88&2 Συντάγματος, το οποίο, με την υπ΄αριθμ. 88/2013 απόφασή του, έκρινε τις περικοπές αυτές ως αντισυνταγματικές, όπως έκρινε αντισυνταγματική και την αναδρομικότητα της περικοπής. Μετά από συνάντηση με τον Πρωθυπουργό και με τους συναρμόδιους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Οικονομικών, επιτεύχθηκε από τον Ιούλιο του 2014 και εφεξής η επαναφορά του Μισθολογίου μας στο ύψος του Ιουλίου του 2012, κατ΄ εφαρμογή της απόφασης του Μισθοδικείου. Πλην όμως, η Κυβέρνηση αρνείται να εφαρμόσει την απόφαση αυτή, ως προς την καταβολή των οφειλομένων, για την αναδρομική περικοπή των αποδοχών μας με αποτέλεσμα να προκληθεί και πάλι μεγάλη αναστάτωση, αλλά και μεγάλη δυσαρέσκεια στους Δικαστικούς Λειτουργούς. Αρνείται η Κυβέρνηση να κατανοήσει ότι είναι υποχρεωμένη, με βάση τις συνταγματικές αρχές και τις αρχές του Κράτους Δικαίου να εφαρμόζει τις δικαστικές αποφάσεις και ότι η μη εφαρμογή τους συνιστά μείζον θεσμικό ζήτημα, συνιστά κίνδυνο για την έννομη τάξη και για το Κράτος Δικαίου, συνιστά κίνδυνο για τους πολίτες και για τη δημοκρατία, συνιστά συνταγματική εκτροπή, αφού θέτει εκτός λειτουργίας τον θεσμό της Δικαιοσύνης, η οποία, με βάση το Σύνταγμα είναι η μία εκ των τριών Λειτουργιών του Κράτους. Αρνούμενη, λοιπόν, η Κυβέρνηση να κατανοήσει όλα τα ανωτέρω, προχώρησε, κατά τρόποαυθαίρετο και προφανώς αντισυνταγματικό και παράνομο, σε περικοπή κατά το ήμισυ των ως άνω αναγνωρισθέντων με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, ως οφειλομένων αναδρομικώς διαφορών των αποδοχών μας(όπως το ίδιο έπραξε και για τα αντίστοιχα οφειλόμενα ποσά στους Στρατιωτικούς και στα Σώματα Ασφαλείας, των οποίων, επίσης, έχουν κριθεί αντισυνταγματικές οι μειώσεις των μισθών και συντάξεων), ενώ η καταβολή για το υπόλοιπο ήμισυ του ποσού, ρυθμίστηκε να γίνει σε τριάντα έξι (36)δόσεις δηλαδή σε τρία χρόνια. Έτσι, για τα επόμενα τρία χρόνια, οι Δικαστές θα έχουμε την προσδοκία ότι, έναντι του συνόλου της αξίωσής μας, η οποία είχε αναγνωρισθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση και σε εφαρμογή της οποίας είχε ψηφισθεί, προ 5 μηνών διάταξη νόμου(άρθ.181&1 Ν4270/2014) και είχαν εγκριθεί από τη Βουλή και τα απαιτούμενα για το σύνολο της αξίωσής μας κονδύλια (Ν4263/2014 Μεσοπρόθεσμο των ετών 2015-2018), έναντι, λοιπόν, του συνόλου της αξίωσής μας, η οποία όπως προανέφερα, κατά τρόπο αντισυνταγματικό και αυθαίρετο, περικόπηκε κατά το ήμισυ, θα έχουμε την προσδοκία ότι θα λαμβάνουμε κάθε μήνα ένα μικρό «φιλοδώρημα», από 150-200ευρώ.
Μου ζητήθηκε από όλους τους Δικαστικούς Λειτουργούς όλων των βαθμών και όλης της χώρας, να εκφράσω δημόσια, τη μεγάλη δυσαρέσκειά τους για τις συνεχιζόμενες εις βάρος τους, από μέρους της Εκτελεστικής Εξουσίας, ενέργειες και ρυθμίσεις, οι οποίες και παραβίαση του Συντάγματος συνιστούν, αλλά και επί πλέον, δια των ενεργειών αυτών σαφώς διαφαίνεται τόσο η προσπάθεια υποβάθμισης του θεσμού της Δικαιοσύνης όσο και μείωσης και προσβολής της προσωπικής και δικαστικής αξιοπρέπειας των Δικαστών.
Η δυσαρέσκειά μας δε καθίσταται ακόμη μεγαλύτερη, από το γεγονός ότι στην ίδια υπουργική απόφαση, με την οποία ρυθμίστηκε η καταβολή, για όλους τους εν ενεργεία και συνταξιούχους Δικαστές, του περικομένου ημίσεως των οφειλομένων, για την αναδρομική παρακράτηση των αποδοχών μας, σε τριάντα έξι(36) δόσεις, προβλέπεται κατ΄εξαίρεσηκατ’ ειδική ευνοϊκή μεταχείριση για ορισμένη μόνο κατηγορία, δηλαδή για εκείνους και μόνον τους Δικαστικούς Λειτουργούς, που συνταξιοδοτήθηκαν, από 1-8-12 μέχρι 30-6-2014, και για τους οποίους η καταβολή θα γίνει για ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό σε μία δόση , τον Ιανουάριο του 2015. Η επίκληση του ισχυρισμού ότι αυτό προβλέφθηκε για «οικονομοτεχνικούς» λόγους, ασφαλώς δεν πείθει κανέναν, αλλά αντίθετα εξοργίζει περισσότερο, υπάρχει δε και έντονη απογοήτευση, διότι τις ρυθμίσεις αυτές στην Κοινή Υπουργική απόφαση, συνυπογράφει & ο Υπουργός Δικαιοσύνης, τον οποίον οι συνάδελφοί του, τους οποίους με τις ρυθμίσεις αυτές αδίκησε και προσέβαλε, τον τίμησαν με την ψήφο τους & τον ανέδειξαν δύο φορές, ως Πρόεδρο της Ένωσης & Εισαγγελέων. Και προς άρση κάθε παρεξήγησης, σχετικά με τα λεχθέντα για την κατ’ εξαίρεση ειδική ευνοϊκή ρύθμιση, ασφαλώς δεν εννοώ ότι κακώς θα καταβληθούν στο σύνολό τους σε μία δόση στους ανωτέρω συναδέλφους, αλλά σαφώς εννοώ ότι με τον ίδιο τρόπο έπρεπε να δοθούν, χωρίς εξαιρέσειςσε όλους τους Δικαστές.
Το ζήτημα αυτό ασφαλώς δεν έχει κλείσει για μας τους Δικαστές.
Καταλήγοντας, λοιπόν, θέλω να επισημάνω τα εξής: σεβόμενη τόσο τη δικαστική μου ιδιότητα όσο και την ιδιότητά μου, ως Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων οφείλω να παραμένω εκτός κομματικών θέσεων και αντιπαραθέσεων και αυτό έπραξα πάντοτε μέχρι τώρα, τόσο στην 40ετή θητεία μου ως Δικαστής όσο και στην 20ετή θητεία μου της ενασχόλησης με τον Δικαστικό Συνδικαλισμό. Παρακολουθώντας, όμως, όλη αυτή την αναταραχή, η οποία τα τελευταία χρόνια επικρατεί στον ευαίσθητο χώρο της Δικαιοσύνης είμαι υποχρεωμένη να τονίσω ότι: Η Κυβέρνηση, αντί να εξασφαλίζει στους Δικαστικούς Λειτουργούς, τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την απρόσκοπτη και απερίσπαστη άσκηση του σοβαρού και δύσκολου έργου τους, αντίθετα, με τις πράξεις και τις παραλείψεις της, εξαναγκάζει όλους τους παράγοντες της Δικαιοσύνης να βρίσκονται σε συνεχή αναταραχή και κινητοποιήσεις και ταυτόχρονα γίνεται έτσι η ίδια αιτία να επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο η πληθώρα των ενώπιον των Δικαστηρίων υποθέσεων. Και τούτο διότι: α) Επιμένει να παραβιάζει το Σύνταγμα, περικόπτοντας μισθούς και συντάξεις με μνημονιακούς νόμους, και στη συνέχεια, παρά το γεγονός ότι οι νόμοι αυτοί κηρύσσονται αντισυνταγματικοί από τα Δικαστήρια,επιμένει να παραβιάζει το Σύνταγμα, αρνούμενη να εφαρμόσει τις δικαστικές αποφάσεις, αδιαφορώντας τόσο για το ότι, με τον τρόπο αυτό, προκαλεί η ίδια τις δικαιολογημένες έντονες αντιδράσεις των ενδιαφερομένων, όσο και για το ότι, με την άρνησή της αυτή, τους υποχρεώνει να προσφύγουν εκ νέου στα Δικαστήρια, για να ζητήσουν την εκτέλεση των προηγούμενων δικαστικών αποφάσεων, όπως συμβαίνει την τρέχουσα περίοδο με τους Δικαστές, τους Στρατιωτικούς και τα Σώματα Ασφαλείας, οι οποίοι καταθέτουν και πάλι, κατά εκατοντάδες, δικόγραφα, μετά την επιμονή της Κυβέρνησης να εφαρμόσει κατά ένα μέρος μόνο & όχι στο σύνολό τους, τις αμετάκλητες αποφάσεις των Δικαστηρίων, με τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι περικοπές των μισθών & των συντάξεων τους, ενώ κατά τα λοιπά, η Κυβέρνηση εξαγγέλει ότι ενδιαφέρεται για την αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων & για επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης.
β) επιμένει να αγνοεί τις θέσεις & προτάσεις των αρμοδίων παραγόντων, ακόμα και σε πολύ σοβαρά νομοθετήματα, όπως συνέβη με το Νομοσχέδιο του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, στην κατάθεση του οποίου προχώρησε, χωρίς να λάβει υπόψη τις αντιρρήσεις που είχαν εκφράσει και οι Δικαστές, τόσο στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου & στις Ολομέλειες του Εφετείου – Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης & Πρωτοδικείου Αθηνών & Πειραιά, όσο και της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία σημειωτέον ουδόλως εκλήθη ούτε εκπροσωπήθηκε στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, γεγονός που αποτελεί σοβαρή θεσμική παράλειψη του Υπουργού Δικαιοσύνης, όπως, επίσης δεν ελήφθησαν υπόψη και οι απόψεις των Δικηγορικών Συλλόγων, προκαλώντας έτσι η ίδια η Κυβέρνηση τις έντονες αντιδράσεις.
Κυρίες και Κύριοι,
Εισήλθα στο Δικαστικό Σώμα, προ 40 ετών, το έτος 1975, με την πεποίθηση ότι η Δικαιοσύνη είναι ιδέα & ιδανικό, το οποίο οι Δικαστές, με την άσκηση των καθηκόντων τους, καλούνται να υλοποιήσουν. Και από τότε αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή & υπερηφάνεια, που υπηρετώ το θεσμό αυτό, όπως είμαι βεβαία ότι το ίδιο αισθάνεστε και εσείς όλοι οι Δικαστές & Εισαγγελείς.
Απευθυνόμενοι, λοιπόν, προς τους πολίτες, τους διαβεβαιώνουμε ότι, όσο αντίξοες & αναχρονιστικές & εάν είναι οι συνθήκες εργασίας, κάτω από τις οποίες ασκούμε τα καθήκοντά μας & όσο βαρύς και αν είναι ο φόρος εργασίας, εμείς οι Έλληνες Δικαστικοί Λειτουργοί θα εξακολουθούμε με την ίδια υπερηφάνεια & αντικειμενικότητα να απονέμουμε Δικαιοσύνη και να προστατεύουμε τα δικαιώματα των πολιτών, όταν αυτά παραβιάζονται. Τους διαβεβαιώνουμε ότι έχουμε πλήρη επίγνωση των ευθυνών και των υποχρεώσεων του Λειτουργήματός μας και ότι οι πολίτες μπορούν και πρέπει να εξακολουθούν να εμπιστεύονται τους Έλληνες Δικαστές και Εισαγγελείς.
Απευθυνόμενοι δε προς τους Λειτουργούς των άλλων δύο Εξουσιών (Νομοθετική & Εκτελεστική) τους καλούμε να κατανοήσουν επιτέλους ότι η Δικαιοσύνη είναι θεσμός συνταγματικά αναγνωρισμένοςκαικατοχυρωμένος, να σεβασθούν, επιτέλους, την ισοτιμία των τριών Εξουσιών, και να εξασφαλίσουν, στους Δικαστικούς Λειτουργούς τις προϋποθέσεις, που δικαιούνται και απαιτούνται για να ασκούν το δύσκολο και σοβαρό έργο τους, κατά τρόπο απρόσκοπτο & απερίσπαστο.
Τους καλούμε να κατανοήσουν ότι η επίδειξη ενδιαφέροντος & η εξασφάλιση των προϋποθέσεων για ποιοτική & ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης είναι επένδυση και όχι παθητικό.
Σας ευχαριστώ
Γιά τα ανώδυνα είστε πολύ καλή κ.πρόεδρε. Γιά το μείζον θέμα της παρέμβασης της πολιτικής εξουσίας στη δικαιοσύνη κουβέντα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο σύνθημα της κ.Προέδρου «ελάτε όλοι μαζί» και της ομάδας της «μην προκαλείτε διχασμό» κι άλλα τέτοια.,τα αντιλαμβάνομαι σαν μια εξέλιξη της ιδέας του «ήπιου κλίματος».Σύμφωνα μ’ αυτή την προτροπή, μόνο η ήρεμη σκέψη, μπορούν να μας οδηγήσουν στην ένωση που θέλουμε. Μπορούμε να διατυπώνουμε τις διαφορετικές μας απόψεις, αλλά πρέπει να σεβόμαστε την άποψη του άλλου – αδιακρίτως του παρελθόντος ή και του παρόντος του «άλλου». Εξάλλου,όλοι έχουμε κοινά προβλήματα.Και αν επιμένεις να έχεις άλλη άποψη, πες το ψιθυριστά, μη φωνάζεις, μην χρησιμοποιείς βαρείς χαρακτηρισμούς, μη είσαι ακραίος τελικά. Από την άλλη, όσοι δεν μιλάνε, όσοι επιλέγουν να κρύβουν τις απόψεις τους ή απλώς γυρνάνε την πλάτη στην ένωση, είναι η «σιωπηλή πλειοψηφία». Η οποία, μπορεί να μη μιλά, αλλά οι υπερασπιστές του προεδρείου δεν έχουν κανένα πρόβλημα να την υιοθετήσουν και να της δανείσουν την φωνή τους: «εκφράζουμε την σιωπηλή πλειοψηφία» μας είπαν στη γενική συνέλευση.Ε, λοιπόν,σας έχω νέα:Καταρχήν, δεν θέλουμε όλοι την ίδια ένωση και η άποψη ότι – εκ προοιμίου – είμαστε όλοι το ίδιο, δεν ισχύει.Επομένως, αφήστε εμάς που συμπορευόμαστε με την «αντιπολίτευση» της ένωσης, να συνεχίσουμε, και με ένταση, και με πάθος, την προσπάθειά μας «να διχάσουμε». Να συνεχίσουμε να δείχνουμε σε κάθε συνάδελφο τι συμβαίνει και να εξηγούμε γιατί συμβαίνει, με όλη την ένταση που φέρνει η απαξίωση της ένωσης που βιώνουμε. Ας ενημερωθούν όλοι κι ας πάρουν θέση. Ας πάρουν θέση, το ξαναλέω και, ναι, αυτό είναι διχασμός. Δεν μας τρομάζει ο διχασμός. Τη σιωπή του νεκροταφείου είναι που φοβόμαστε.
ΑπάντησηΔιαγραφή