Από ανάρτηση στο διαδίκτυο πληροφορηθήκαμε την υποβολή
αιτήματος των μελών της μειοψηφίας του Δ.Σ. προς την κ. Εισαγγελέα του
Αρείου Πάγου για γνωμοδότησή της σχετικά με το προβλεπόμενο στο άρθρο 16
του Καταστατικού της ΕΔΕ ασυμβίβαστο της ιδιότητας
του μέλους του Δ.Σ. και της απόσπασης του Αντεισαγγελέα Εφετών Ευάγγελου Κασαλιά στην Ε.Υ.Π. Για το ζήτημα αυτό έχει ήδη ληφθεί η από 20.9.2016 απόφαση του Δ.Σ. της ΕΔΕ, που με εμπεριστατωμένο σκεπτικό αποφάνθηκε για το ασυμβίβαστο του Αντεισαγγελέα Εφετών Ευάγγελου Κασαλιά.
Α.- Η προφανής αναρμοδιότητα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να γνωμοδοτήσει στην προκειμένη περίπτωση.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 2 ΚΟΔΚΔΛ (Ν. 1756/1988) «οι εισαγγελείς γνωμοδοτούν σε νομικά ζητήματα, που δεν έχουν εισαχθεί στα δικαστήρια, όταν τους υποβάλλουν ερωτήματα που αντιμετωπίζουν στην εκτέλεση των καθηκόντων τους: α) όσοι αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο παράγραφος 5β, β) οι υπηρεσίες του δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή του ποινικού νόμου. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου γνωμοδοτεί και σε νομικά ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος».
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (σωματείο του Αστικού Κώδικα) και δεν εμπίπτει στα περιοριστικά αναφερόμενα στο άρθρο 24 παρ. 5β ΚΟΔΚΔΛ πρόσωπα. Επομένως, δεν νομιμοποιείται ούτε η ΕΔΕ ούτε πολύ περισσότερο τα φυσικά πρόσωπα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου να ζητούν γνωμοδότηση από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου επί ζητημάτων που αφορούν τη λειτουργία της ΕΔΕ (βλ. ενδ. και ΓνωμΕισΑΠ (Σ.Σταμούλη) 3/1989).
Εξάλλου, το ζήτημα για το οποίο τα μέλη της μειοψηφίας του ΔΣ της ΕΔΕ ζητούν τη γνωμοδότηση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, αφού κατά πάγια αρχή η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου δεν γνωμοδοτεί επί ατομικών ζητημάτων ούτε σε ειδικές περιπτώσεις που οδηγούν σε εδραίωση ή κατάλυση προσδοκίας κτήσης δικαιωμάτων, που ενδέχεται να καταστούν αντικείμενο δικαστικής έρευνας, με προκαταβολικώς διατυπωμένη την άποψη της Εισαγγελίας, ώστε να αποφευχθεί ο επηρεασμός της δικαστικής κρίσης (βλ. ενδ. ΓνωμΕισΑΠ (Α.Ζύγουρα) 1/2005, ΓνωμΕισΑΠ 5/2001, ΓνωμΕισΑΠ (Χ.Αναστασόπουλου) 1659/1995, ΓνωμΕισΑΠ 752/1995, Υπερ (1996), 366, ΕλλΔνη (1995), 1667, ΓνωμΕισΑΠ (Δ.Βλάχου) 3/1990, ΓνωμΕισΑΠ (Σ.Σταμούλη) 3/1989). Η διαπίστωση αυτή ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, που το Δ.Σ. της ΕΔΕ έχει ήδη λάβει απόφαση για το ζήτημα αυτό, το οποίο πλέον μόνο με προσφυγή στα δικαστήρια μπορεί να επιλυθεί. Ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος χαρακτηρίζεται κατά την πάγια θέση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου μόνο εκείνο που ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο, επηρεάζοντας τα ζωτικά συμφέροντα ή ουσιώδη δικαιώματα ή ανθρωπιστικά συναισθήματα των κοινωνών και όχι κάθε διαφορά μεταξύ ορισμένων προσώπων, η οποία μπορεί να εισαχθεί στα δικαστήρια (βλ. ενδ. ΓνωμΕισΑΠ (Α.Σταθόπουλου) 1/1997, ΓνωμΕισΑΠ 2771/1994, ΕλλΔνη (1995), 1661). Το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα, για το οποίο γνωμοδοτεί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, δεν πρέπει να σχετίζεται με συγκεκριμένη διαφορά, η οποία είτε είναι εκκρεμής στα δικαστήρια είτε μπορεί να εισαχθεί στο μέλλον στα δικαστήρια (βλ. ενδ. ΓνωμΕισΑΠ (Σ.Κουτελιδάκη) 2771/1994, ΓνωμΕισΑΠ (Κ.Βολονάση) 13/1992).
Πέραν όλων αυτών το ζήτημα για το οποίο ζητείται από τα μέλη της μειοψηφίας του Δ.Σ. της ΕΔΕ η γνωμοδότηση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου δεν είναι νομικό, δηλ. δεν αφορά σε ερμηνεία κάποιας νομικής διάταξης, αλλά στην ερμηνεία μιας πολυμερούς δικαιοπραξίας, ήτοι του καταστατικού της ΕΔΕ και στις συνέπειες που έχει η παραβίαση συγκεκριμένων όρων του.
Β.- Το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του μέλους του Δ.Σ. της ΕΔΕ και της απόσπασης Εισαγγελέα στην ΕΥΠ.
Σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 7 του ισχύοντος Καταστατικού της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων «η ιδιότητα του μέλους του Δ.Σ. είναι ασυμβίβαστη: α) με την άσκηση καθηκόντων, κατόπιν αποσπάσεως, στο Υπουργείο Δικαιοσύνης κατά τις προβλέψεις του ΚΟΔΚΔΛ ή άλλων γενικών ή ειδικών σχετικών διατάξεων ή σε άλλη Υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία ….».
Η συγκεκριμένη διάταξη του Καταστατικού της ΕΔΕ, που εγκρίθηκε στην Καταστατική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων της 5ης Δεκεμβρίου 2015 με συντριπτική πλειοψηφία και συγκεκριμένα με 752 ψήφους έναντι 198 αρνητικών, αποβλέπει αποκλειστικά και μόνο στο οργανικό κριτήριο της απόσπασης του μέλους του Δ.Σ. σε οποιαδήποτε υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία και δεν σχετίζεται με το είδος των αρμοδιοτήτων που θα έχει ο αποσπασθείς δικαστικός λειτουργός. Εξάλλου, είναι αδιανόητο να γίνεται λόγος για εκτέλεση δικαστικών-εισαγγελικών καθηκόντων από αποσπασμένο σε υπηρεσία της εκτελεστικής εξουσίας, αφού η δικαστική εξουσία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από κάθε υπηρεσία, υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία. Μία τέτοια ερμηνεία ενέχει τον κίνδυνο έμμεσης αναγνώρισης δικαστικών-εισαγγελικών καθηκόντων στην εκτελεστική εξουσία, κατά παράβαση των βασικών αρχών του Συντάγματος.
Κατά το άρθρο 1 Ν. 3649/2008 η Ε.Υ.Π. αποτελεί αυτοτελή δημόσια πολιτική υπηρεσία, η οποία, μετά την έκδοση του Π.Δ. 189/2009, υπάγεται στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος είναι αρμόδιος για τον καθορισμό της δράσης της, στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων της κυβερνητικής πολιτικής.
Τα μέλη της μειοψηφίας του Δ.Σ., γνωρίζοντας τη σαφή και ξεκάθαρη διατύπωση του Καταστατικού της ΕΔΕ και το ασυμβίβαστο που απορρέει απ’ αυτό για τον Αντεισαγγελέα Εφετών κ. Ευάγγελο Κασαλιά, επιχειρούν να ανατρέψουν το ασυμβίβαστο αυτό με αναφορά στο Καταστατικό της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, το άρθρο 16 του οποίου προβλέπει ότι: «Η ιδιότητα μέλους του Δ.Σ. είναι ασυμβίβαστη: α) με την άσκηση κάθε φύσεως υπηρεσιακών καθηκόντων αποκλειστικής απασχόλησης στο εξωτερικό (ενδεικτικά πλήρωση θέσεων σε θεσμικά όργανα της Ε.Ε. ή άλλων διεθνών φορέων και οργανισμών), β) με την αποχή από την ενεργό υπηρεσία λόγω άδειας άνευ αποδοχών προς απασχόληση στους άνω φορείς ή αλλού, γ) με την υπηρεσία κατόπιν αποσπάσεως στο Υπουργείο Δικαιοσύνης κατά τις προβλέψεις του ΚΟΔΚΔΛ (ισχύον άρθρο 51 παρ. 6) ή άλλων ειδικών σχετικών διατάξεων, δ) με τις υπηρεσιακές θέσεις για τις οποίες εκάστοτε προβλέπεται ρητώς τούτο από τον ΚΟΔΚΔΛ ή άλλες ειδικές διατάξεις». Είναι προφανές, όμως, ότι στην περ. γ΄ του άρθρου 16 του Καταστατικού της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος το ασυμβίβαστο αφορά μόνο απόσπαση εισαγγελικού λειτουργού στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και όχι σε οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία, όπως ρητά προβλέπει το Καταστατικό της ΕΔΕ. Επομένως, οποιαδήποτε σύγκριση του Καταστατικού της ΕΔΕ με εκείνο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος είναι ατυχής και γίνεται εκ του πονηρού.
Από όλα τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι συντρέχει το κατά το άρθρο 15 παρ. 7 του Καταστατικού της ΕΔΕ ασυμβίβαστο στο πρόσωπο του Αντεισαγγελέα Εφετών Ευάγγελου Κασαλιά, ο οποίος έχει αποσπαστεί στην Ε.Υ.Π. (δηλ. σε υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία) με Προεδρικό Διάταγμα της 16.11.2015, που εκδόθηκε μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΦΕΚ Γ΄ 1181/19.11.2015), ενώ εξακολουθεί να κατέχει τη θέση αυτή.
Γ.- Απαράδεκτες προσπάθειες εμπλοκής θεσμικών οργάνων.
Τα 7 μέλη του ΔΣ, επιχειρούν να «εμπλέξουν» την κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου σε μια διαδικασία ερμηνείας του Καταστατικού μας, θέλοντας να κλιμακώσουν την αντίδραση τους σε αυτό που η πλειοψηφία των Δικαστών και Εισαγγελέων αποφάσισε στην καταστατική γενική συνέλευση και στις εκλογές του ΔΣ . Δεν θα τους παρακολουθήσουμε σε αυτή τη πορεία , ούτε και στην προσπάθεια τους για μια ακόμα φορά να διαταράξουν τις σχέσεις της Ένωσης με την Ένωση Εισαγγελέων, ζητώντας την παρέμβαση της. Δεν θα τους παρακολουθήσουμε γιατί αυτή τη στιγμή κύριο και πρωταρχικό μέλημα δικό μας και όλων των Δικαστικών Ενώσεων είναι η προάσπιση των θεσμικών αιτημάτων μας έχοντας ως βασική προϋπόθεση τη συσπείρωση και την ενότητα. Είναι καιρός να σταματήσουν να προκαλούν δυσλειτουργίες στις εργασίες του ΔΣ απουσιάζοντας συστηματικά από τις συνεδριάσεις του και εμφανίζοντας διχαστικές συμπεριφορές, σε διάψευση των προσδοκιών των συναδέλφων που τους ψήφισαν ως μέλη του ΔΣ, για να συνεισφέρουν στις κοινές υποθέσεις. Οι προκλήσεις τους δεν θα σταματήσουν εδώ. Όσο όμως συνεχίζουν την ίδια τακτική τόσο εκτίθενται περισσότερο. Η μεγάλη στήριξη και συμπαράσταση που έχει το νέο Ενωτικό Προεδρείο από τους συναδέλφους όλων των βαθμών, που έχουν αντιληφθεί τα κίνητρά τους, είναι η καλύτερη απάντηση σε τέτοιες μεθοδεύσεις.
Χριστόφορος Σεβαστίδης, Πρόεδρος της ΕΔΕ
Νικόλαος Σαλάτας, Γεν. Γραμματέας της ΕΔΕ
Παναγιώτης Λυμπερόπουλος, Α Αντιπρόεδρος
Ευστάθιος Βεργώνης, Β Αντιπρόεδρος
Αγγελική Δεμέστιχα, Υπεύθυνη Διαχείρισης Οικονομικών
Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Εκπρόσωπος Τύπου
Δημήτριος Φούκας, Αναπλ. Γεν. Γραμματέας
Ακριβή Ερμίδου, Αναπλ. Υπεύθυνη Διαχείρισης Οικονομικών
Βαρβάρα Πάπαρη, Μέλος
http://ende.gr/index.php/enimerosi/anakoinwseis/item/442-nomika-avasimo-kai-ousiastika-athemelioto-to-aitima-gia-gnomodotisi-apo-tin-k-eisaggelea-tou-areiou-pagou
του μέλους του Δ.Σ. και της απόσπασης του Αντεισαγγελέα Εφετών Ευάγγελου Κασαλιά στην Ε.Υ.Π. Για το ζήτημα αυτό έχει ήδη ληφθεί η από 20.9.2016 απόφαση του Δ.Σ. της ΕΔΕ, που με εμπεριστατωμένο σκεπτικό αποφάνθηκε για το ασυμβίβαστο του Αντεισαγγελέα Εφετών Ευάγγελου Κασαλιά.
Α.- Η προφανής αναρμοδιότητα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να γνωμοδοτήσει στην προκειμένη περίπτωση.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 2 ΚΟΔΚΔΛ (Ν. 1756/1988) «οι εισαγγελείς γνωμοδοτούν σε νομικά ζητήματα, που δεν έχουν εισαχθεί στα δικαστήρια, όταν τους υποβάλλουν ερωτήματα που αντιμετωπίζουν στην εκτέλεση των καθηκόντων τους: α) όσοι αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο παράγραφος 5β, β) οι υπηρεσίες του δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή του ποινικού νόμου. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου γνωμοδοτεί και σε νομικά ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος».
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (σωματείο του Αστικού Κώδικα) και δεν εμπίπτει στα περιοριστικά αναφερόμενα στο άρθρο 24 παρ. 5β ΚΟΔΚΔΛ πρόσωπα. Επομένως, δεν νομιμοποιείται ούτε η ΕΔΕ ούτε πολύ περισσότερο τα φυσικά πρόσωπα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου να ζητούν γνωμοδότηση από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου επί ζητημάτων που αφορούν τη λειτουργία της ΕΔΕ (βλ. ενδ. και ΓνωμΕισΑΠ (Σ.Σταμούλη) 3/1989).
Εξάλλου, το ζήτημα για το οποίο τα μέλη της μειοψηφίας του ΔΣ της ΕΔΕ ζητούν τη γνωμοδότηση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, αφού κατά πάγια αρχή η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου δεν γνωμοδοτεί επί ατομικών ζητημάτων ούτε σε ειδικές περιπτώσεις που οδηγούν σε εδραίωση ή κατάλυση προσδοκίας κτήσης δικαιωμάτων, που ενδέχεται να καταστούν αντικείμενο δικαστικής έρευνας, με προκαταβολικώς διατυπωμένη την άποψη της Εισαγγελίας, ώστε να αποφευχθεί ο επηρεασμός της δικαστικής κρίσης (βλ. ενδ. ΓνωμΕισΑΠ (Α.Ζύγουρα) 1/2005, ΓνωμΕισΑΠ 5/2001, ΓνωμΕισΑΠ (Χ.Αναστασόπουλου) 1659/1995, ΓνωμΕισΑΠ 752/1995, Υπερ (1996), 366, ΕλλΔνη (1995), 1667, ΓνωμΕισΑΠ (Δ.Βλάχου) 3/1990, ΓνωμΕισΑΠ (Σ.Σταμούλη) 3/1989). Η διαπίστωση αυτή ισχύει πολύ περισσότερο σήμερα, που το Δ.Σ. της ΕΔΕ έχει ήδη λάβει απόφαση για το ζήτημα αυτό, το οποίο πλέον μόνο με προσφυγή στα δικαστήρια μπορεί να επιλυθεί. Ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος χαρακτηρίζεται κατά την πάγια θέση της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου μόνο εκείνο που ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο, επηρεάζοντας τα ζωτικά συμφέροντα ή ουσιώδη δικαιώματα ή ανθρωπιστικά συναισθήματα των κοινωνών και όχι κάθε διαφορά μεταξύ ορισμένων προσώπων, η οποία μπορεί να εισαχθεί στα δικαστήρια (βλ. ενδ. ΓνωμΕισΑΠ (Α.Σταθόπουλου) 1/1997, ΓνωμΕισΑΠ 2771/1994, ΕλλΔνη (1995), 1661). Το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα, για το οποίο γνωμοδοτεί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, δεν πρέπει να σχετίζεται με συγκεκριμένη διαφορά, η οποία είτε είναι εκκρεμής στα δικαστήρια είτε μπορεί να εισαχθεί στο μέλλον στα δικαστήρια (βλ. ενδ. ΓνωμΕισΑΠ (Σ.Κουτελιδάκη) 2771/1994, ΓνωμΕισΑΠ (Κ.Βολονάση) 13/1992).
Πέραν όλων αυτών το ζήτημα για το οποίο ζητείται από τα μέλη της μειοψηφίας του Δ.Σ. της ΕΔΕ η γνωμοδότηση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου δεν είναι νομικό, δηλ. δεν αφορά σε ερμηνεία κάποιας νομικής διάταξης, αλλά στην ερμηνεία μιας πολυμερούς δικαιοπραξίας, ήτοι του καταστατικού της ΕΔΕ και στις συνέπειες που έχει η παραβίαση συγκεκριμένων όρων του.
Β.- Το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του μέλους του Δ.Σ. της ΕΔΕ και της απόσπασης Εισαγγελέα στην ΕΥΠ.
Σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 7 του ισχύοντος Καταστατικού της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων «η ιδιότητα του μέλους του Δ.Σ. είναι ασυμβίβαστη: α) με την άσκηση καθηκόντων, κατόπιν αποσπάσεως, στο Υπουργείο Δικαιοσύνης κατά τις προβλέψεις του ΚΟΔΚΔΛ ή άλλων γενικών ή ειδικών σχετικών διατάξεων ή σε άλλη Υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία ….».
Η συγκεκριμένη διάταξη του Καταστατικού της ΕΔΕ, που εγκρίθηκε στην Καταστατική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων της 5ης Δεκεμβρίου 2015 με συντριπτική πλειοψηφία και συγκεκριμένα με 752 ψήφους έναντι 198 αρνητικών, αποβλέπει αποκλειστικά και μόνο στο οργανικό κριτήριο της απόσπασης του μέλους του Δ.Σ. σε οποιαδήποτε υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία και δεν σχετίζεται με το είδος των αρμοδιοτήτων που θα έχει ο αποσπασθείς δικαστικός λειτουργός. Εξάλλου, είναι αδιανόητο να γίνεται λόγος για εκτέλεση δικαστικών-εισαγγελικών καθηκόντων από αποσπασμένο σε υπηρεσία της εκτελεστικής εξουσίας, αφού η δικαστική εξουσία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από κάθε υπηρεσία, υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία. Μία τέτοια ερμηνεία ενέχει τον κίνδυνο έμμεσης αναγνώρισης δικαστικών-εισαγγελικών καθηκόντων στην εκτελεστική εξουσία, κατά παράβαση των βασικών αρχών του Συντάγματος.
Κατά το άρθρο 1 Ν. 3649/2008 η Ε.Υ.Π. αποτελεί αυτοτελή δημόσια πολιτική υπηρεσία, η οποία, μετά την έκδοση του Π.Δ. 189/2009, υπάγεται στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος είναι αρμόδιος για τον καθορισμό της δράσης της, στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων της κυβερνητικής πολιτικής.
Τα μέλη της μειοψηφίας του Δ.Σ., γνωρίζοντας τη σαφή και ξεκάθαρη διατύπωση του Καταστατικού της ΕΔΕ και το ασυμβίβαστο που απορρέει απ’ αυτό για τον Αντεισαγγελέα Εφετών κ. Ευάγγελο Κασαλιά, επιχειρούν να ανατρέψουν το ασυμβίβαστο αυτό με αναφορά στο Καταστατικό της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, το άρθρο 16 του οποίου προβλέπει ότι: «Η ιδιότητα μέλους του Δ.Σ. είναι ασυμβίβαστη: α) με την άσκηση κάθε φύσεως υπηρεσιακών καθηκόντων αποκλειστικής απασχόλησης στο εξωτερικό (ενδεικτικά πλήρωση θέσεων σε θεσμικά όργανα της Ε.Ε. ή άλλων διεθνών φορέων και οργανισμών), β) με την αποχή από την ενεργό υπηρεσία λόγω άδειας άνευ αποδοχών προς απασχόληση στους άνω φορείς ή αλλού, γ) με την υπηρεσία κατόπιν αποσπάσεως στο Υπουργείο Δικαιοσύνης κατά τις προβλέψεις του ΚΟΔΚΔΛ (ισχύον άρθρο 51 παρ. 6) ή άλλων ειδικών σχετικών διατάξεων, δ) με τις υπηρεσιακές θέσεις για τις οποίες εκάστοτε προβλέπεται ρητώς τούτο από τον ΚΟΔΚΔΛ ή άλλες ειδικές διατάξεις». Είναι προφανές, όμως, ότι στην περ. γ΄ του άρθρου 16 του Καταστατικού της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος το ασυμβίβαστο αφορά μόνο απόσπαση εισαγγελικού λειτουργού στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και όχι σε οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία, όπως ρητά προβλέπει το Καταστατικό της ΕΔΕ. Επομένως, οποιαδήποτε σύγκριση του Καταστατικού της ΕΔΕ με εκείνο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος είναι ατυχής και γίνεται εκ του πονηρού.
Από όλα τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι συντρέχει το κατά το άρθρο 15 παρ. 7 του Καταστατικού της ΕΔΕ ασυμβίβαστο στο πρόσωπο του Αντεισαγγελέα Εφετών Ευάγγελου Κασαλιά, ο οποίος έχει αποσπαστεί στην Ε.Υ.Π. (δηλ. σε υπηρεσία υπαγόμενη στην εκτελεστική εξουσία) με Προεδρικό Διάταγμα της 16.11.2015, που εκδόθηκε μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΦΕΚ Γ΄ 1181/19.11.2015), ενώ εξακολουθεί να κατέχει τη θέση αυτή.
Γ.- Απαράδεκτες προσπάθειες εμπλοκής θεσμικών οργάνων.
Τα 7 μέλη του ΔΣ, επιχειρούν να «εμπλέξουν» την κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου σε μια διαδικασία ερμηνείας του Καταστατικού μας, θέλοντας να κλιμακώσουν την αντίδραση τους σε αυτό που η πλειοψηφία των Δικαστών και Εισαγγελέων αποφάσισε στην καταστατική γενική συνέλευση και στις εκλογές του ΔΣ . Δεν θα τους παρακολουθήσουμε σε αυτή τη πορεία , ούτε και στην προσπάθεια τους για μια ακόμα φορά να διαταράξουν τις σχέσεις της Ένωσης με την Ένωση Εισαγγελέων, ζητώντας την παρέμβαση της. Δεν θα τους παρακολουθήσουμε γιατί αυτή τη στιγμή κύριο και πρωταρχικό μέλημα δικό μας και όλων των Δικαστικών Ενώσεων είναι η προάσπιση των θεσμικών αιτημάτων μας έχοντας ως βασική προϋπόθεση τη συσπείρωση και την ενότητα. Είναι καιρός να σταματήσουν να προκαλούν δυσλειτουργίες στις εργασίες του ΔΣ απουσιάζοντας συστηματικά από τις συνεδριάσεις του και εμφανίζοντας διχαστικές συμπεριφορές, σε διάψευση των προσδοκιών των συναδέλφων που τους ψήφισαν ως μέλη του ΔΣ, για να συνεισφέρουν στις κοινές υποθέσεις. Οι προκλήσεις τους δεν θα σταματήσουν εδώ. Όσο όμως συνεχίζουν την ίδια τακτική τόσο εκτίθενται περισσότερο. Η μεγάλη στήριξη και συμπαράσταση που έχει το νέο Ενωτικό Προεδρείο από τους συναδέλφους όλων των βαθμών, που έχουν αντιληφθεί τα κίνητρά τους, είναι η καλύτερη απάντηση σε τέτοιες μεθοδεύσεις.
Χριστόφορος Σεβαστίδης, Πρόεδρος της ΕΔΕ
Νικόλαος Σαλάτας, Γεν. Γραμματέας της ΕΔΕ
Παναγιώτης Λυμπερόπουλος, Α Αντιπρόεδρος
Ευστάθιος Βεργώνης, Β Αντιπρόεδρος
Αγγελική Δεμέστιχα, Υπεύθυνη Διαχείρισης Οικονομικών
Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Εκπρόσωπος Τύπου
Δημήτριος Φούκας, Αναπλ. Γεν. Γραμματέας
Ακριβή Ερμίδου, Αναπλ. Υπεύθυνη Διαχείρισης Οικονομικών
Βαρβάρα Πάπαρη, Μέλος
http://ende.gr/index.php/enimerosi/anakoinwseis/item/442-nomika-avasimo-kai-ousiastika-athemelioto-to-aitima-gia-gnomodotisi-apo-tin-k-eisaggelea-tou-areiou-pagou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish
5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"
Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ