Σελίδες

Δευτέρα 2 Απριλίου 2018

ΣτΕ Α΄ Τμ. 3281/2017 επταμ. Κοινωνική ασφάλιση - Όρια ηλικίας – Σταδιακή αύξηση ορίων ηλικίας

ΣτΕ Α΄ Τμ. 3281/2017 επταμ.
Κοινωνική ασφάλιση – Σύνταξη γήρατος – Όρια ηλικίας – Σταδιακή αύξηση ορίων ηλικίας  με το ν. 4336/2015 (σταδιακή προσαρμογή του ορίου της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στα 67 έτη ή στα 62 έτη με 40 έτη ασφάλισης από το 2015 έως το 2022) – Το μέτρο δεν παραβιάζει το Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ ή το ενωσιακό δίκαιο


(Α) Από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4. Σ. συνάγεται ότι η κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα ως θεσμική εγγύηση των εργαζομένων, στο πλαίσιο της οποίας ο κοινός νομοθέτης, διαθέτοντας ευρεία προς τούτο εξουσία και λαμβάνοντας υπόψη τις εκάστοτε κρατούσες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, θέτει τους κανόνες για την ασφαλιστική κάλυψη και προστασία του εργαζόμενου πληθυσμού έναντι συγκεκριμένων ασφαλιστικών κινδύνων (όπως είναι το γήρας, ο θάνατος, η αναπηρία, η ασθένεια, η ανεργία) με γνώμονα αφ’ ενός την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και την εξυπηρέτηση της αναλογιστικής βάσεως, στην οποία στηρίζεται η οικονομία των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως, δηλαδή την προστασία της βιωσιμότητας των κοινωνικοασφαλιστικών οργανισμών, χάριν και των μελλοντικών γενεών, και αφ’ ετέρου την διασφάλιση υπέρ των συνταξιούχων, οι οποίοι συνέβαλαν με την εργασία τους στην δημιουργία του δημόσιου πλούτου, ενός ικανοποιητικού επιπέδου διαβιώσεως, όσο το δυνατόν εγγύτερου προς εκείνο που είχαν κατακτήσει κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Η προστασία της βιωσιμότητας του οικείου ασφαλιστικού φορέα και η διασφάλιση της ακεραιότητας του ασφαλιστικού του κεφαλαίου αποτελεί υποχρέωση του νομοθέτη, ο οποίος, όταν διαπιστώνει μεταβολή των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών που εγκυμονεί κινδύνους για την βιωσιμότητα αυτού, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, όπως είναι η αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών παροχών και εισφορών, ο επανακαθορισμός των προϋποθέσεων θεμελιώσεως του ασφαλιστικού δικαιώματος καθώς και η διάθεση κρατικών πόρων για την στήριξή του είτε τακτικώς είτε εκτάκτως. Οι προς τούτο αναγκαίες, κατά την επιλογή του νομοθέτη, επεμβάσεις επιτρέπεται, σε περίπτωση εξαιρετικά δυσμενών οικονομικών συνθηκών, να έχουν ως αποτέλεσμα ακόμη και την μείωση των απονεμόμενων ασφαλιστικών παροχών, όταν το ασφαλιστικό κεφάλαιο δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών αυτών, το ύψος δε της κρατικής χρηματοδοτήσεως του οικείου κοινωνικοασφαλιστικού οργανισμού, το οποίο καθορίζεται, κατ’ αρχάς, από πολιτικές επιλογές για την διάθεση των κρατικών πόρων προς εκπλήρωση των ποικίλων σκοπών του κράτους και την ικανοποίηση των ανειλημμένων υποχρεώσεων αυτού, δεν επαρκεί για την βιωσιμότητα του κοινωνικοασφαλιστικού οργανισμού. Η μείωση δε αυτή είναι δυνατή όχι μόνον για το μέλλον, αλλά όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ 734/2016 Ολομ., 3487/2008 Ολομ., 58/1999, 2999/2009, 4132/2011, 3613/2013), είναι δυνατή και για το παρελθόν, υπό την έννοια ότι μπορεί να καταλαμβάνει και εκκρεμείς αιτήσεις χορηγήσεως ασφαλιστικών παροχών, οι οποίες μέχρι την επέλευση της νομοθετικής μεταβολής δεν έχουν ικανοποιηθεί, διότι το Σύνταγμα δεν αποκλείει στον κοινό νομοθέτη, εκτός των ειδικώς σε αυτό προβλεπομένων περιπτώσεων (άρθρα 7 παρ. 1, 77 παρ. 2 και 78 παρ. 2 του Συντάγματος), εφόσον τηρείται η αρχή της αναλογικότητας (ΣτΕ 734/2016 Ολομ., 3613/2013), να ρυθμίζει αναδρομικώς έννομες σχέσεις με την έκδοση γενικών κανόνων. Εκ τούτων παρέπεται ότι ναι μεν με το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος δεν απαγορεύεται η επί το δυσμενέστερον μεταβολή των προϋποθέσεων χορηγήσεως ασφαλιστικών παροχών, εφόσον, κατά τα εκτεθέντα, προκύπτει αιτιολογημένα ότι η διατηρησιμότητα του ασφαλιστικού κεφαλαίου μόνο με αυτές τις επεμβάσεις μπορεί να διασφαλισθεί, πλην οι επεμβάσεις αυτές, οι οποίες μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα και την μείωση ασφαλιστικών παροχών, ακόμη δε και ενώ είναι εκκρεμείς οι αιτήσεις χορηγήσεώς τους, πρέπει να είναι σύμφωνες με τις λοιπές διατάξεις του Συντάγματος και, ιδίως, την αρχή της ισότητας των πολιτών γενικώς, αλλά και, ειδικότερα, την αρχή της ισότητας των πολιτών κατά τη συμμετοχή τους στα δημόσια βάρη, ώστε να αξιώνεται από τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους η τήρηση της υποχρεώσεως για κοινωνική αλληλεγγύη, τον σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, προσέτι δε να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας και να μην παραβιάζεται η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης. Μείωση δε απονεμομένων ασφαλιστικών παροχών υπό τους ως άνω όρους και προϋποθέσεις δεν προσκρούει στο άρθρο 17 του Συντάγματος (ΣτΕ 734/2016 Ολομ.).
(Β) Μεταξύ των αναγκαίων μέτρων που μπορεί να λάβει ο νομοθέτης για την προστασία της βιωσιμότητας του οικείου ασφαλιστικού φορέα και την διασφάλιση της ακεραιότητας του ασφαλιστικού κεφαλαίου, όταν διαπιστώνει μεταβολή των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών που εγκυμονεί κινδύνους για την βιωσιμότητά του, είναι και ο επανακαθορισμός των προΰποθέσεων θεμελιώσεως του ασφαλιστικού δικαιώματος, όπως η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως. Η αύξηση δε αυτή είναι δυνατή όχι μόνο για το μέλλον αλλά και για το παρελθόν, υπό την έννοια ότι μπορεί να καταλαμβάνει και ήδη θεμελιωμένα δικαιώματα, εφόσον βέβαια τηρείται η αρχή της αναλογικότητας σύμφωνα με όσα μνημονεύτηκαν ανωτέρω. Η αύξηση των ορίων συνταξιοδοτήσεως συνιστά μία επί το δυσμενέστερον μεταβολή των προϋποθέσεων χορηγήσεως ασφαλιστικών παροχών, η οποία, δεν απαγορεύεται κατ’ αρχήν από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, εφόσον προκύπτει αιτιολογημένα ότι με την επέμβαση αυτή μπορεί να διασφαλιστεί η διατηρησιμότητα του ασφαλιστικού κεφαλαίου, κατά τα ανωτέρω, πρέπει όμως να είναι σύμφωνη με τις λοιπές διατάξεις του Συντάγματος που εκτέθηκαν ανωτέρω.
(Γ) Οι επίμαχες ρυθμίσεις (μεταβατικού μάλιστα χαρακτήρα λόγω της σταδιακής αυξήσεως των ορίων ηλικίας από τις 19.8.2015 μέχρι την 1.1.2022) εντάσσονται στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγράμματος συνταξιοδοτικής μεταρρυθμίσεως που άρχισε με τις προηγούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις των ετών 2010 και 2012 (ν. 3863/2010, ν. 3865/2010 και ν. 4093/2012) και επικεντρώνεται σε μέτρα για την αποτροπή των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων ενισχύοντας μακροπρόθεσμα την βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος. Ειδικότερα σκοπός των υπό κρίση διατάξεων είναι η βαθμιαία κατάργηση των κεκτημένων δικαιωμάτων συνταξιοδοτήσεως και των δυνατοτήτων πρόωρης συνταξιοδοτήσεως πριν από τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως με την σταδιακή προσαρμογή του ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στα 67 έτη ή στα 62 έτη με 40 έτη εισφορών έως το 2022, οπότε θα ισχύουν τα νέα αυτά όρια ηλικίας. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι οι επίμαχες ρυθμίσεις του ν. 4336/2015 περί της σταδιακής αυξήσεως των ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως (οι οποίες αποτελούν συνέχεια των ρυθμίσεων που έχουν ήδη θεσπιστεί για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως με τους προαναφερθέντες νόμους) αποβλέπουν πρωτίστως στον εξορθολογισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος με την αποτροπή των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων πριν από τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως και δευτερευόντως στην εξοικονόμηση πόρων. Ως εκ τούτου, εξυπηρετούν σκοπό δημοσίου συμφέροντος και όχι απλώς το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου.
(Δ) Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι οι επίμαχες διατάξεις του ν. 4336/2015 είναι αντισυνταγματικές διότι, κατά παράβαση του άρθρου 22 παρ. 5 του Συντάγματος, δεν προκύπτει (α) ότι οι συγκεκριμένες νομοθετικές επιλογές αποτέλεσαν αντικείμενο ειδικής και εμπεριστατωμένης μελέτης, στην οποία ελήφθησαν υπ’ όψιν κρίσιμα στοιχεία, όπως ο αριθμός των ασφαλισμένων, που οι ρυθμίσεις αυτές αφορούν, η εξοικονόμηση, που μέσω αυτών θα επέλθει στα ασφαλιστικά ταμεία, η επίδραση αυτών στην βιωσιμότητά τους και τελικώς η αναφορά στις επιπτώσεις και την αποτελεσματικότητα άλλων ισοδύναμων νομοθετικών μέτρων, τα οποία θα μπορούσαν να έχουν εφαρμοστεί για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού, ο οποίος ομοίως παραμένει μέσω των διατάξεων του ν. 4336/2015 ασαφής και γενικόλογος, (β) ότι επελέγησαν ως οι πλέον πρόσφορες για την διασφάλιση της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών ταμείων, μεταξύ των πλειόνων ισοδυνάμων νομοθετικών επιλογών, που τυχόν θα μπορούσαν να έχουν προταθεί και τελικώς επιλεγεί και (γ) δεδομένου ότι η συγκεκριμένη νομοθετική επιλογή είναι η τρίτη κατά σειρά αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως μετά το έτος 2010 (ν. 3863 και 3865/2010, 4093/2012) και η πρώτη που θίγει θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, παραβιάζοντας την αρχή της ισότητας, ο νομοθέτης όφειλε να αιτιολογήσει, μέσω ειδικής τεχνικής μελέτης, το όφελος, το οποίο επρόκειτο να επέλθει στα ασφαλιστικά ταμεία και την επίδραση της νομοθετικής αυτής παρεμβάσεως στην βιωσιμότητα αυτών. Ο λόγος αυτός απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι οι επίμαχες ρυθμίσεις του ν. 4336/2015, με τις οποίες θεσπίστηκε το μέτρο, η επιλογή του οποίου εκ μέρους του νομοθέτη υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο, αποβλέπουν πρωτίστως στον εξορθολογισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος με την αποτροπή των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων πριν από τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως (πρβ. ΣτΕ 660/2016 7μ., σκ.15) και κρίθηκαν αναγκαίες για την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
(Ε) Λόγος περί παραβίασης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των διοικουμένων. Οι αρχές της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου δεν εμποδίζουν τον νομοθέτη, ο οποίος υποχρεούται να μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, να λαμβάνει μέτρα εντός του πλαισίου της συνταγματικής τάξεως, ακόμη και σε ήδη συνεστημένες έννομες σχέσεις ή καταστάσεις, όταν αδήριτες ανάγκες το επιβάλλουν. Αντίθετη εκδοχή, κατά την οποία απαγορεύεται η μεταβολή του ευνοϊκού για τους ασφαλισμένους νομοθετικού καθεστώτος είτε για το μέλλον είτε για το παρελθόν, θα κατέληγε σε παράλυση της δράσεως του νομοθέτη και, ειδικά στο πεδίο του οικονομικού προγραμματισμού, σε ματαίωση της εξουσίας του να ρυθμίζει τις έννομες σχέσεις σύμφωνα με τις επιταγές του δημοσίου συμφέροντος (ΣτΕ 734/2016 Ολομ. σκ. 27). Όπως ρητώς ορίζεται στην περ. 5 της υποπαρ. Ε3 της παρ. Ε του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 και επαναλαμβάνεται στην παρ. 4 της πρώτης προσβαλλόμενης ΥΑ, τα θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα στους οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4336/2015, ήτοι μέχρι και τις 18.8.2015, λόγω συμπληρώσεως των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφαλίσεως και ορίου ηλικίας, όπου αυτό προβλέπεται, δεν θίγονται και μπορούν να ασκηθούν οποτεδήποτε. Επομένως, ο ως άνω λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος, όσον αφορά τους ασφαλισμένους των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως, διότι σε καμία περίπτωση δεν θίγονται θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4336/2015, καθόσον αυτά προστατεύονται είτε η θεμελίωση απαιτούσε συμπλήρωση μόνο χρόνου ασφαλίσεως, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, είτε απαιτούσε συμπλήρωση χρόνου ασφαλίσεως και ορίου ηλικίας. Εξάλλου, για τους ασφαλισμένους του Δημοσίου προβλέφθηκε από τις διατάξεις του ν. 4336/2015, οι οποίες επαναλήφθηκαν με την δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, ότι για όσους έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι και τις 31.12.2012 και δεν έχουν συμπληρώσει το κατά περίπτωση ισχύον όριο ηλικίας καταβολής της συντάξεως μέχρι και την 18.8.2015 (προηγουμένη της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του ν. 4336/2015), τα όρια ηλικίας αυξάνονται σταδιακά από 19.8.2015 έως και την 1.1.2022, σύμφωνα με τους πίνακες 1 και 2 που τις συνοδεύουν. Oι πίνακες αυτοί προβλέπουν σταδιακή μετάβαση μέχρι το 2022 σε σχέση με την επίτευξη του στόχου της συνταξιοδοτήσεως στα 67 έτη ή στα 62 έτη με 40 έτη υπηρεσίας. Ειδικότερα, στον πίνακα 1 της δεύτερης προσβαλλόμενης ΚΥΑ, όπως αναφέρεται σε αυτήν, υπάγονται τα πρόσωπα που έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι και τις 31.12.2012 (με τη συμπλήρωση χρόνου ασφαλίσεως 25 ετών) και έχουν συμπληρώσει μέχρι και τις 18.8.2015 ή συμπληρώνουν 35 έως και 37 έτη ασφαλίσεως μέχρι και τις 31.12.2021 ή συνταξιοδοτούνται με τη συμπλήρωση των προαναφερθέντων ετών ασφαλίσεως ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας. Για τα πρόσωπα αυτά που έχουν χρόνο ασφαλίσεως 35 έως και 37 έτη ασφαλίσεως προβλέπεται καταληκτικό όριο ηλικίας το 62ο έτος και οι αυξήσεις των ορίων ηλικίας είναι πιο ήπιες σε σχέση με εκείνες των προσώπων που υπάγονται στον πίνακα 2 και έχουν καταληκτικό όριο ηλικίας το 67ο. Με τα δεδομένα αυτά οι ως άνω διατάξεις για την σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως των υπαλλήλων του Δημοσίου μέχρι το 2022, οπότε ισχύουν τα νέα όρια ηλικίας, έχουν, πάντως, μεταβατικό χαρακτήρα προς αποτροπή του αιφνιδιασμού των ασφαλισμένων και, επομένως, είναι, εν πάσει περιπτώσει, σύμφωνες με τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ασφαλισμένου και της χρηστής διοικήσεως. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4336/2015 και της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξεως, δεν ισχύει η σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως για τους υπαλλήλους του Δημοσίου, οι οποίοι α) είχαν δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως με τη συμπλήρωση μόνο χρόνου ασφαλίσεως ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και συμπλήρωσαν στις 18.8.2015 τον απαιτούμενο χρόνο ασφαλίσεως, β) είχαν δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως με τη συμπλήρωση χρόνου ασφαλίσεως και ορίου ηλικίας και συμπλήρωσαν στις 18.8.2015 τον απαιτούμενο χρόνο ασφαλίσεως και το προβλεπόμενο όριο ηλικίας και γ) αποχώρησαν από την υπηρεσία έχοντας θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα με τη συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου ασφαλίσεως και εκδόθηκε μέχρι και τις 18.8.2015 πράξη συνταξιοδοτήσεως με μελλοντική καταβολή της συντάξεώς τους όταν συμπληρώσουν και το απαιτούμενο όριο ηλικίας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η ως άνω ανασταλτική πράξη συνταξιοδοτήσεως παραμένει ισχυρή και, ως εκ τούτου, η σύνταξη των υπαλλήλων αυτών θα καταβληθεί με την συμπλήρωση του ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως που ίσχυε κατά την έκδοση της ανωτέρω πράξεως (βλ. και το 18678/0092/4.3.2016 έγγραφο των απόψεων του Υπουργείου Οικονομικών προς το Δικαστήριο). Συνεπώς, ο ειδικότερος ισχυρισμός της αιτούσας ότι η προαναφερθείσα υπό γ κατηγορία υπαλλήλων θίγεται από τις διατάξεις του ν. 4336/2015 και της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Κατόπιν των ανωτέρω είναι απορριπτέος ο ως άνω λόγος ακυρώσεως.
(ΣΤ) Ο προβαλλόμενος λόγος περί παράβασης της συνταγματικής αρχής της ισότητας είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η ηλικία των δικαιούχων για την απόληψη ορισμένης παροχής συνιστά αντικειμενικό και απρόσωπο κριτήριο για τη διαφοροποίηση των προϋποθέσεων παροχής ασφαλιστικής προστασίας που δεν παραβιάζει την εν λόγω συνταγματική αρχή. Επιπροσθέτως η αιτούσα προβάλλει ότι στις περιπτώσεις που οι ασφαλισμένοι έχουν συμπληρώσει πολλά έτη ασφαλίσεως, η διαφοροποίησή τους με βάση το κριτήριο της ηλικίας δεν είναι θεμιτή καθώς μοναδικός λόγος που επιχειρεί να δικαιολογήσει τις επίμαχες νομοθετικές ρυθμίσεις, είναι η «σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων», ως πρόωρες δε νοούνται, κατά την άποψη της αιτούσας, οι συνταξιοδοτήσεις των ασφαλισμένων που δεν έχουν συμπληρώσει επαρκή χρόνο ασφαλίσεως, όχι δε και εκείνων που έχουν συμπληρώσει πολλά έτη ασφαλίσεως. Και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι στην σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων περιλαμβάνεται η σταδιακή κατάργηση των κεκτημένων δικαιωμάτων συνταξιοδοτήσεως πριν από τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως ανεξαρτήτως χρόνου ασφαλίσεως και η σταδιακή προσαρμογή του ορίου της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στα 67 έτη, το αργότερο έως το 2022, ή στα 62 έτη με 40 έτη ασφαλίσεως, ως πρόωρες δε συνταξιοδοτήσεις νοούνται εκείνες, κατά τις οποίες ο ασφαλισμένος δεν έχει συμπληρώσει τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδοτήσεως ανεξαρτήτως χρόνου ασφαλίσεως.
(Ζ) Το επίδικο μέτρο δεν παρίσταται απρόσφορο, και μάλιστα προδήλως για την επίτευξη του προαναφερόμενου σκοπού δημοσίου συμφέροντος ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν ήταν αναγκαίο, λαμβανομένου άλλωστε υπ’ όψιν ότι η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα ληπτέα μέτρα για την επίτευξη σκοπού δημοσίου συμφέροντος υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο (βλ. ΣτΕ 668/2012 Ολομ., σκ. 35). Περαιτέρω, το επίμαχο μέτρο δεν επιφέρει στέρηση συνταξιοδοτικών παροχών αλλά μεταθέτει την λήψη αυτών σε μεταγενέστερο χρόνο παρατείνοντας τον χρόνο παραμονής στην υπηρεσία, οι ως άνω δε διατάξεις προβλέπουν και εξαιρέσεις από το μέτρο αυτό. Οι εξαιρέσεις για τους ασφαλισμένους των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως αφορούν α) ασφαλισμένους που υπάγονται σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα καθώς και μητέρες και χήρους πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων και β) ασφαλισμένους με θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Ακολούθως, δεν εφαρμόζεται το επίμαχο μέτρο της σταδιακής αυξήσεως των ορίων ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στους ασφαλισμένους του Δημοσίου α) που έχουν συμπληρώσει τα έτη ασφαλίσεως και το όριο ηλικίας μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4336/2015, β) που έχουν παιδί άγαμο και ανίκανο για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω, γ) που εργάζονται σε ιδιαίτερα επίπονα επαγγέλματα (υπάλληλοι καθαριότητας των Δήμων, εναερίτες ηλεκτρολόγοι κ.λπ.) και δ) που απολύονται από την υπηρεσία λόγω σωματικής ή διανοητικής ανικανότητας ή είναι ανάπηροι (παντελώς τυφλοί, παραπληγικοί ή τετραπληγικοί) ή πάσχουν από σοβαρές ασθένειες ή ανήκουν στο φυλακτικό προσωπικό των καταστημάτων κράτησης κ.λπ.. Με τα δεδομένα αυτά εξασφαλίζεται, κατ' αρχήν, δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, συντρέχοντος εν προκειμένω γενικού συμφέροντος και της ανάγκης προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων των ασφαλισμένων. Συνεπώς, δεν υφίσταται παραβίαση του άρθρου 1 ΠΠΠ ΕΣΔΑ, όπως αβασίμως προβάλλει η αιτούσα.
(Η) Οι επίμαχες ρυθμίσεις του ν. 4336/2015, που δικαιολογούνται από θεμιτό σκοπό δημοσίου συμφέροντος (εξορθολογισμός του συνταξιοδοτικού συστήματος με την αποτροπή των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων), συνιστούν μέτρο μεταβατικού χαρακτήρα, το οποίο είναι πρόσφορο και δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του ως άνω σκοπού. Με τα δεδομένα αυτά οι επίμαχες διατάξεις του ν. 4336/2015 και οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν αντίκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2000/78/ΕΚ και στο άρθρο 21 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.. Άλλωστε, ο νομοθέτης έχει ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως για τον καθορισμό των μέτρων και την επιλογή των κριτηρίων μέσω των οποίων μπορεί να επιτευχθεί σκοπός δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς, είναι αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως.


http://www.humanrightscaselaw.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish


5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.

7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"


Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ