ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
2. ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ κ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
1. Ομιλία της Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Βασιλικής Θάνου – Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτη
2. ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ κ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
3. Χαιρετισμός της Προέδρου της Ένωσης Ειρήνης Γιανναδάκη στην ετήσια τακτική Γενική Συνέλευση (2013) της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
4. ΟΜΙΛΙΑ Χριστόφορου Σεβαστίδη, ΔΝ - Πρόεδρου Πρωτοδικών Μέλους του ΔΣ της Ε.Δ.Ε
5. ΟΜΙΛΙΑ Χαράλαμπου Σεβαστίδη, Πρωτοδίκη Αθηνών
6. ΟΜΙΛΙΑ Κων/νου Σαργιώτη, Πρόεδρου Πρωτοδικών
===============
1. Ομιλία της Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Βασιλικής Θάνου – Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτη
2. ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ κ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
=============
3. Χαιρετισμός της Προέδρου της Ένωσης Ειρήνης Γιανναδάκη στην ετήσια τακτική Γενική Συνέλευση (2013) της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
===============
1. Ομιλία της Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Βασιλικής Θάνου – Χριστοφίλου, Αρεοπαγίτη
|
2. ΟΜΙΛΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ κ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Κυρίες και Κύριοι, συνάδελφοι
Και θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιώ αυτή την προσφώνηση, γιατί μου είναι αδύνατο να σας δω διαφορετικά, ύστερα από 38 έτη συλλειτουργίας μαζί σας. Γιατί έτσι νιώθω.
Και είμαι σήμερα ιδιαίτερα χαρούμενος, που βρίσκομαι μαζί σας , με μία άλλη ιδιότητα, αυτή του εκπροσώπου της εκτελεστικής λειτουργίας, για να συμμετάσχω στο διάλογο που θα αναπτυχθεί.
Γιατί ο διάλογος αυτός, μεταξύ των τριών λειτουργιών της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον οποίο πάντα με σεβασμό επεδίωκα ως Γ.Γ. και Πρόεδρος της ΕΔΕ, επιτρέπει την καλύτερη κατανόηση των προβλημάτων της χώρας και του λαού μας, με συνέπεια την αναζήτηση και θεσμοθέτηση των καλύτερων λύσεων, στα εκάστοτε αναφυόμενα προβλήματα στο χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης.
Τον διάλογο αυτό υπηρέτησα με συνέπεια, με τα γνωστά θετικά αποτελέσματα που είχε και αυτόν τον διάλογο θεωρώ αναγκαίο και επιβαλλόμενο να συνεχίσουμε στο πλαίσιο που το Σύνταγμα οριοθετεί, δηλαδή στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων, ισότιμων λειτουργιών του Κράτους.
Πολύ περισσότερο σήμερα, που ζούμε σε μία εποχή παγκοσμιοποίησης, που επιφέρει ραγδαίες αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον και αλληλεπιδρά στο εσωτερικό κάθε εθνότητας και κάθε κοινωνίας ξεχωριστά.
Η επέκταση των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών, ο διευρυνόμενος αποκλεισμός πολλών κοινωνικών στρωμάτων, η ραγδαία ανάπτυξη διαπολιτισμικών επαφών και η ολοένα αυξανόμενη ροή πληροφοριών, ναι μεν βοήθησαν στο να αναπτυχθούν νέες δυναμικές στην οικονομία, τις επιστήμες και τις κοινωνικές σχέσεις, αλλά επέφεραν ριζικές ανακατατάξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ανακατατάξεις που όμως οι κοινωνίες δεν πρόλαβαν και δεν προλαβαίνουν να αφομοιώσουν και αυτό δημιουργεί μία αίσθηση ανασφάλειας.
Ζούμε σε μία εποχή έντασης και διεθνών μεταναστευτικών κινημάτων. Από τη μία πλευρά οι μετακινούμενοι πληθυσμοί δημιουργούν ευκαιρίες οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης στις χώρες υποδοχής, αλλά από την άλλη πυροδοτούν αμυντικές, ξενοφοβικές αντιδράσεις στην κοινωνία μας.
Ζούμε σε μία εποχή εμφάνισης νέων μορφών εγκληματικότητας.
Η εξάπλωση του ηλεκτρονικού εγκλήματος και, γενικότερα, του διασυνοριακού εγκλήματος, διευρύνει τον αντίκτυπο της εγκληματικότητας στην καθημερινότητα του μέσου πολίτη, καλλιεργώντας, αναπόφευκτα, αισθήματα ανασφάλειας στον πολίτη και την κοινωνία.
Ζούμε, τέλος, σε μία εποχή ραγδαίας ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών. Μία εποχή, όπου η διεκδίκηση εννόμων κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων παίρνει συχνά μορφή συγκρουσιακή.
Και επί πλέον, εδώ στην χώρα μας ζούμε, σε μία ασφυκτική οικονομική συγκυρία, την οποία προκάλεσε η χρηματοοικονομική κρίση, η οποία ναι μεν είναι διεθνής, πλην όμως, ιδιαιτέρως, προσέβαλε την ελληνική οικονομία με όλες τις συνέπειες, οι οποίες επιβάρυναν, υπέρμετρα, τον ελληνικό λαό. Το τονίζω αυτό, διότι, κυρίως, η έλλειψη εποπτείας στο Χρηματοοικονομικό σύστημα είχε τραγικές συνέπειες για την εθνική οικονομία.
Μέσα σε αυτό το διεθνές και εθνικό πλαίσιο, για κάθε Έλληνα πολίτη είναι ζωτικής σημασίας, σήμερα περισσότερο από ποτέ, η απρόσκοπτη λειτουργία της Δικαιοσύνης.
Η προάσπιση της Ισονομίας, της Ισοπολιτείας και της Ασφάλειας είναι τεράστια, αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση και ταυτόχρονα μία μεγάλη ευθύνη. Πρωτίστως όλων των εκπροσώπων των πολιτών, όλων των εκπροσώπων των πολιτών, όλων των εκπροσώπων του Πολιτικού κόσμου αλλά και της Δικαιοσύνης.
Αγαπητοί φίλοι,
Οι προτεραιότητες της στρατηγικής και πολιτικής του Υπουργείου Δικ/νης είναι οι εξής:
Πρώτη, αφορά στα θεσμικά ζητήματα. Αυτά, εστιάζονται κυρίως στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης. Αφορούν επίσης και σε ζητήματα που έχουν σχέση με τη βελτίωση των όρων λειτουργίας των δικαστών, των δικηγόρων, των υπαλλήλων και γενικότερα του χώρου της Δικαιοσύνης.
Βασική μας επιδίωξη, αλλά και χρέος μας, είναι να εργαστούμε εντατικά και αποτελεσματικά, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες απονομής της Δικαιοσύνης. Πρόκειται για μία προσπάθεια που αποτελεί στόχο ιδιαίτερης σημασίας. Γιατί το Συνταγματικό δικαίωμα του κάθε πολίτη για παροχή έννομης προστασίας περιορίζεται και αμφισβητείται, όταν υπάρχει βραδύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης.
Στις περιπτώσεις αυτές ο πολίτης εισπράττει ουσιαστικά την αρνησιδικία των δικαστηρίων.
Εισπράττει επίσης και την αδυναμία τους να αποφανθούν αποτελεσματικά επί της διαφοράς.
Οι προσπάθειες μας αυτές για την επίτευξη του μεγάλου αυτού στόχου θα εστιασθούν και στους τρεις δικαιοδοτικούς κλάδους.
Ειδικότερα, στην Ποινική Δικαιοσύνη
1) Εξορθολογίστηκε ο νόμος « περί εξαρτησιογόνων ουσιών-ναρκωτικών» και έτυχε ευρύτατης κοινωνικής αποδοχής και μεγάλης συναίνεσης στη Βουλή.
2) Καθιερώθηκε η αποκλειστική απασχόληση των Προεδρευόντων στα μεγάλα Ποινικά Εφετεία (Ν.4139/2013)
3) Καταργήθηκε η διάταξη σύμφωνα με την οποία οι αναβολές των ποινικών υποθέσεων προσδιορίζονταν υποχρεωτικά σε δικασίμους με τους ίδιους Προεδρεύοντες, λόγω των τεράστιων προβλημάτων και ταλαιπωριών που δημιουργούσε σε δικαστές, εισαγγελείς και διαδίκους.
4) Καταργήθηκε η διάταξη σύμφωνα με την οποία δεν αποτελούσαν ποινικό αδίκημα οι παροχές σε δημόσιους λειτουργούς για λόγους ευγνωμοσύνης, η οποία εκτός του ότι δημιουργούσε ερμηνευτικά ζητήματα, προκαλούσε και εύλογους συνειρμούς.
5) Καταθέσαμε προς ψήφιση στη Βουλή Ν/Σ, που προβλέπει την εύλογη αποζημίωση των διαδίκων λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης απονομής της Δικαιοσύνης.
6) Μελετάμε την κατάργηση της ρύθμισης που εισήχθη με το άρθρο 75 του Ν.4139/2011, σύμφωνα με την οποία στις διατάξεις του Ν.4022/2011 «εκδίκαση εγκλημάτων διαφθοράς πολιτικών προσώπων κλπ.», περιλαμβάνονται και οι υπάλληλοι κατά την έννοια των άρθρων 13α και 263α του ΠΚ, λόγω του ότι δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα στην Ανάκριση αλλά και στα υπόλοιπα στάδια της Ποινικής διαδικασίας
7) Μελετάμε την καθιέρωση ειδικών Ποινικών Τμημάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη(πρόταση Προέδρου και Εισαγγελέα του ΑΠ) για την ταχύτερη εκδίκαση των Ποινικών Υποθέσεων. Προς τούτο αυξήσαμε τις θέσεις Εφετών και Αντιεισαγγελέων Εφετών κατά 48, ενώ επίκειται και η ενίσχυση της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ύστερα από ανακατανομή των θέσεων
Στον Οργανισμό Δικαστηρίων
Με σχέδιο νόμου που θα καταθέσουμε , ύστερα και από ανταλλαγή απόψεων με τις ηγεσίες των Δικαστηρίων και των Δικαστικών Ενώσεων, θα επιδιώξουμε την ενίσχυση των Ολομελειών των Δικαστηρίων και την κατάργηση διατάξεων που ενδεχομένως υποβάθμιζαν τη συνταγματική θέση των Δικαστικών Λειτουργών.
Το 9μηνο ανατροφής τέκνου, όπως ισχύει σε όλο το δημόσιο τομέα, καθιερώνεται και στις μητέρες δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, ύστερα από την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ.
Σωφρονιστικό σύστημα
Προτεραιότητά μας είναι και η κοινωνική πλευρά της Δικαιοσύνης. Και η πλευρά αυτή αφορά, κυρίως, το σωφρονιστικό μας σύστημα. Αφορά όμως και σε όλους εκείνους τους πολίτες, που βρίσκονται σε μία μειονεκτική θέση: Τις γυναίκες, τους νέους, τα παιδιά, τις μονογονεικές οικογένειες, τους μετανάστες και άλλους που χρήζουν ιδιαίτερης στήριξης.
Προωθούμε μέτρα επιείκειας και αποσυμφόρησης των φυλακών με στόχο να τερματισθεί η σημερινή συσσώρευση κρατουμένων στα κελιά και να ανατρέψουμε τις σημερινές απαράδεκτες συνθήκες, κάτω από τις οποίες διαβιώνουν οι φυλακισμένοι, χωρίς όμως να παραιτούμεθα και χωρίς να επιτρέψουμε τη δημόσια εντύπωση ότι χαλαρώσαμε την προσπάθεια της αντεγκληματικής πολιτικής.
Έτσι:
1) Με σκοπό την αποσυμφόρηση των φυλακών αλλά και την ελάφρυνση των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών, με σχετική νομοθετική ρύθμιση, έπαυσε η ποινική δίωξη και παρεγράφησαν υπό όρους αδικήματα μικρής κοινωνικής απαξίας.
2) Καθιερώσαμε την ηλεκτρονική επιτήρηση υποδίκων, καταδίκων και εν αδεία κρατουμένων, με σκοπό την αποσυμφόρηση των φυλακών και την εντεύθεν, βελτίωση των συνθηκών κράτησης των υπολοίπων κρατουμένων, αλλά και την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη κοινωνική επανένταξη των αποφυλακιζομένων.
3) Θεσπίσαμε νέο νομικό πλαίσιο για την πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και την προστασία των θυμάτων αυτής. Ενώ μέχρι τέλους του έτους θα καταθέσουμε προς ψήφιση συναφούς περιεχομένου Ν/Σ που θα αφορά ειδικότερα την παιδική πορνογραφία και τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, εγκλήματα τα οποία ιδιαίτερα είναι διαδεδομένα λόγω της τέλεσης τους μέσω του διαδικτύου.
4) Κυρώσαμε το πρόσθετο πρωτόκολλο στη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια
5) Ρατσισμός-Ξενοφοβία. Ν. 927/1979(Ευρωπαίοι «φίλοι» μας)-Γενοκτονίες-Εγκλήματα Πολέμου-Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας-Εγκλήματα Ναζισμού(στη Βουλή υπό ψήφιση). Βούληση της Πολιτείας, του Υπουργείου, του Πρωθυπουργού και του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης είναι η προστασία με κάθε τρόπο των ευπαθών ομάδων
Παράλληλα, ο νέος σωφρονιστικός Κώδικας, σοβαρή εργασία όλων των πτερύγων της Βουλής, είναι έτοιμος και σύντομα θα κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή.
Κυρίες και Κύριοι Εισαγγελείς,
Γνωρίζω πολύ καλά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζετε κατά την ενάσκηση των καθηκόντων σας και μοιράζομαι μαζί σας, τις αγωνίες σας και σέβομαι τον αγώνα και τον μόχθο σας για την εκπλήρωση του δύσκολου και κοπιαστικού, όσο βέβαια, και υψηλού έργου σας.
Θεωρώ υποχρέωσή μου, λοιπόν, να σας ευχαριστήσω και να σας συγχαρώ για τον ζήλο, την εργατικότητα και το αίσθημα ευθύνης που επιδεικνύετε.
Να σας υπενθυμίσω ότι η Κοινωνία ζητά από εσάς, με όλο και πιο επίμονο τρόπο, όχι μόνο πιο γρήγορη και αποτελεσματική Δικαιοσύνη, αλλά και προστασία.
Προστασία των θεσμών. Προστασία των δικαίων των πολιτών.
Και μη ξεχνάτε ότι ο λαός μας απαιτεί ταχεία εκκαθάριση όλων των υποθέσεων δημοσίου ενδιαφέροντος, χωρίς διακρίσεις, όπως είναι αυτές που συνδέονται με το «εθνικό μας έγκλημα», που είναι η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή. Για το λόγο αυτό έχετε χρέος να εργαστείτε περισσότερο, με το αίσθημα ευθύνης που σας διακρίνει, για να ανατραπεί η αίσθηση ατιμωρησίας που επικρατεί στο λαό μας για τους όποιους «υψηλά ιστάμενους». Δεν θα κλείσουμε τις υποθέσεις με αμπάρωμα ή ταφόπλακα, αλλά με δικαστικό έλεγχο και δίκαιη δίκη.
Αγαπητοί μου φίλοι,
Η κοινωνία ζητά από εσάς πολλά. Ο λαός σας συμπαρίσταται. Η Πολιτεία σας εμπιστεύεται.
Δεν είναι πάντα όμως(Η πολιτεία) συνεπής στις υποχρεώσεις της, τις συνταγματικές υποχρεώσεις της απέναντι στους δικαστικούς λειτουργούς της.
Και αναφέρομαι στο θέμα των αποδοχών. Παραγνωρίζει ότι η μισθολογική και η συνταξιοδοτική αντιμετώπιση των δικαστικών λειτουργών δεν είναι θέμα οικονομικό, αλλά αποκλειστικά θεσμικό.
Πριν τέσσερα χρόνια από τη θέση του Προέδρου της ΕΔΕ αγωνιστήκαμε μαζί για αξιοπρεπείς αποδοχές και τα καταφέραμε.
Οι δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας προκάλεσαν μείωση των αποδοχών όλων των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Όμως οι μειώσεις στους δικαστικούς λειτουργούς ξεπέρασαν το 40% και μερικές περιπτώσεις το 48%. Θέλω να γνωρίζετε ότι μια από τις πρώτες προτεραιότητές μου είναι η αποκατάσταση αυτής της αδικίας και ελπίζω ότι σύντομα θα τα καταφέρω.
Τόσο ο Πρωθυπουργός, όσο και ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, είναι γνώστες αυτής της μεγάλης μείωσης και μου ζήτησαν να σας διαβεβαιώσω ότι σύντομα θα αποκατασταθεί αυτή η αδικία. Εγώ πάντως δεν το βάζω κάτω και ξέρετε γιατί, γιατί δεν αποτελεί αυτό χαριστική ενέργεια αλλά υποχρέωση της Πολιτείας. Ζητώ την υπομονή σας για λίγο.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να σταθώ στο βασικό θέμα της επικαιρότητας, που απασχολεί έντονα την ελληνική κοινωνία.
Η Δικαιοσύνη κλήθηκε να διαχειρισθεί το θέμα της «Χρυσής Αυγής». Να προστατεύσει τη Δημοκρατία από τις ακρότητες και πρέπει να το κάνει αυτό μέσα στα όρια που το Σύνταγμα και οι Νόμοι του Κράτους ορίζουν.
Πρέπει να αντιμετωπίσει τους αμφισβητίες του Δημοκρατικού Ιδεώδους όχι με τα όπλα τους, αλλά με τη δημοκρατική νομιμότητα.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη επιτελεί το έργο της με υπευθυνότητα και σθένος. Ένα έργο που ξεκινά με την έρευνα και τη μελέτη και τελειώνει με την απόφαση. Την απόφαση, τη νηφάλια, την αμετάκλητη.
Και για να απαντήσω στους μη νομικούς επικριτές μου γιατί δεν παρενέβην, σε τι άλλωστε ; τους λέω: Ο Υπουργός Δικαιοσύνης μπορεί να ζητήσει από τους Δικαστικούς Λειτουργούς ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης, μπορεί, ίσως, καμιά φορά να συστήσει ψυχραιμία και νηφαλιότητα, αλλά δεν δίνει εντολές, ούτε οι Δικαστικοί Λειτουργοί δέχονται εντολές.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει και σ’ αυτή την πρόκληση του κοινωνικού φαινομένου του ρατσισμού και του νεοναζισμού. Το κάνει αποτελεσματικά, γιατί είναι ανεξάρτητη. Τόσο ανεξάρτητη, που άλλες έννομες τάξεις θα ζήλευαν.
Και αυτή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη και ταυτόχρονα εγγύηση ότι η Δημοκρατία μας είναι ισχυρή. Λειτουργεί και αντιμετωπίζει όποιον επιχειρεί να την υπονομεύσει.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας
Και θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιώ αυτή την προσφώνηση, γιατί μου είναι αδύνατο να σας δω διαφορετικά, ύστερα από 38 έτη συλλειτουργίας μαζί σας. Γιατί έτσι νιώθω.
Και είμαι σήμερα ιδιαίτερα χαρούμενος, που βρίσκομαι μαζί σας , με μία άλλη ιδιότητα, αυτή του εκπροσώπου της εκτελεστικής λειτουργίας, για να συμμετάσχω στο διάλογο που θα αναπτυχθεί.
Γιατί ο διάλογος αυτός, μεταξύ των τριών λειτουργιών της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον οποίο πάντα με σεβασμό επεδίωκα ως Γ.Γ. και Πρόεδρος της ΕΔΕ, επιτρέπει την καλύτερη κατανόηση των προβλημάτων της χώρας και του λαού μας, με συνέπεια την αναζήτηση και θεσμοθέτηση των καλύτερων λύσεων, στα εκάστοτε αναφυόμενα προβλήματα στο χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης.
Τον διάλογο αυτό υπηρέτησα με συνέπεια, με τα γνωστά θετικά αποτελέσματα που είχε και αυτόν τον διάλογο θεωρώ αναγκαίο και επιβαλλόμενο να συνεχίσουμε στο πλαίσιο που το Σύνταγμα οριοθετεί, δηλαδή στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων, ισότιμων λειτουργιών του Κράτους.
Πολύ περισσότερο σήμερα, που ζούμε σε μία εποχή παγκοσμιοποίησης, που επιφέρει ραγδαίες αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον και αλληλεπιδρά στο εσωτερικό κάθε εθνότητας και κάθε κοινωνίας ξεχωριστά.
Η επέκταση των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών, ο διευρυνόμενος αποκλεισμός πολλών κοινωνικών στρωμάτων, η ραγδαία ανάπτυξη διαπολιτισμικών επαφών και η ολοένα αυξανόμενη ροή πληροφοριών, ναι μεν βοήθησαν στο να αναπτυχθούν νέες δυναμικές στην οικονομία, τις επιστήμες και τις κοινωνικές σχέσεις, αλλά επέφεραν ριζικές ανακατατάξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ανακατατάξεις που όμως οι κοινωνίες δεν πρόλαβαν και δεν προλαβαίνουν να αφομοιώσουν και αυτό δημιουργεί μία αίσθηση ανασφάλειας.
Ζούμε σε μία εποχή έντασης και διεθνών μεταναστευτικών κινημάτων. Από τη μία πλευρά οι μετακινούμενοι πληθυσμοί δημιουργούν ευκαιρίες οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης στις χώρες υποδοχής, αλλά από την άλλη πυροδοτούν αμυντικές, ξενοφοβικές αντιδράσεις στην κοινωνία μας.
Ζούμε σε μία εποχή εμφάνισης νέων μορφών εγκληματικότητας.
Η εξάπλωση του ηλεκτρονικού εγκλήματος και, γενικότερα, του διασυνοριακού εγκλήματος, διευρύνει τον αντίκτυπο της εγκληματικότητας στην καθημερινότητα του μέσου πολίτη, καλλιεργώντας, αναπόφευκτα, αισθήματα ανασφάλειας στον πολίτη και την κοινωνία.
Ζούμε, τέλος, σε μία εποχή ραγδαίας ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών. Μία εποχή, όπου η διεκδίκηση εννόμων κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων παίρνει συχνά μορφή συγκρουσιακή.
Και επί πλέον, εδώ στην χώρα μας ζούμε, σε μία ασφυκτική οικονομική συγκυρία, την οποία προκάλεσε η χρηματοοικονομική κρίση, η οποία ναι μεν είναι διεθνής, πλην όμως, ιδιαιτέρως, προσέβαλε την ελληνική οικονομία με όλες τις συνέπειες, οι οποίες επιβάρυναν, υπέρμετρα, τον ελληνικό λαό. Το τονίζω αυτό, διότι, κυρίως, η έλλειψη εποπτείας στο Χρηματοοικονομικό σύστημα είχε τραγικές συνέπειες για την εθνική οικονομία.
Μέσα σε αυτό το διεθνές και εθνικό πλαίσιο, για κάθε Έλληνα πολίτη είναι ζωτικής σημασίας, σήμερα περισσότερο από ποτέ, η απρόσκοπτη λειτουργία της Δικαιοσύνης.
Η προάσπιση της Ισονομίας, της Ισοπολιτείας και της Ασφάλειας είναι τεράστια, αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση και ταυτόχρονα μία μεγάλη ευθύνη. Πρωτίστως όλων των εκπροσώπων των πολιτών, όλων των εκπροσώπων των πολιτών, όλων των εκπροσώπων του Πολιτικού κόσμου αλλά και της Δικαιοσύνης.
Αγαπητοί φίλοι,
Οι προτεραιότητες της στρατηγικής και πολιτικής του Υπουργείου Δικ/νης είναι οι εξής:
Πρώτη, αφορά στα θεσμικά ζητήματα. Αυτά, εστιάζονται κυρίως στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης. Αφορούν επίσης και σε ζητήματα που έχουν σχέση με τη βελτίωση των όρων λειτουργίας των δικαστών, των δικηγόρων, των υπαλλήλων και γενικότερα του χώρου της Δικαιοσύνης.
Βασική μας επιδίωξη, αλλά και χρέος μας, είναι να εργαστούμε εντατικά και αποτελεσματικά, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες απονομής της Δικαιοσύνης. Πρόκειται για μία προσπάθεια που αποτελεί στόχο ιδιαίτερης σημασίας. Γιατί το Συνταγματικό δικαίωμα του κάθε πολίτη για παροχή έννομης προστασίας περιορίζεται και αμφισβητείται, όταν υπάρχει βραδύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης.
Στις περιπτώσεις αυτές ο πολίτης εισπράττει ουσιαστικά την αρνησιδικία των δικαστηρίων.
Εισπράττει επίσης και την αδυναμία τους να αποφανθούν αποτελεσματικά επί της διαφοράς.
Οι προσπάθειες μας αυτές για την επίτευξη του μεγάλου αυτού στόχου θα εστιασθούν και στους τρεις δικαιοδοτικούς κλάδους.
Ειδικότερα, στην Ποινική Δικαιοσύνη
1) Εξορθολογίστηκε ο νόμος « περί εξαρτησιογόνων ουσιών-ναρκωτικών» και έτυχε ευρύτατης κοινωνικής αποδοχής και μεγάλης συναίνεσης στη Βουλή.
2) Καθιερώθηκε η αποκλειστική απασχόληση των Προεδρευόντων στα μεγάλα Ποινικά Εφετεία (Ν.4139/2013)
3) Καταργήθηκε η διάταξη σύμφωνα με την οποία οι αναβολές των ποινικών υποθέσεων προσδιορίζονταν υποχρεωτικά σε δικασίμους με τους ίδιους Προεδρεύοντες, λόγω των τεράστιων προβλημάτων και ταλαιπωριών που δημιουργούσε σε δικαστές, εισαγγελείς και διαδίκους.
4) Καταργήθηκε η διάταξη σύμφωνα με την οποία δεν αποτελούσαν ποινικό αδίκημα οι παροχές σε δημόσιους λειτουργούς για λόγους ευγνωμοσύνης, η οποία εκτός του ότι δημιουργούσε ερμηνευτικά ζητήματα, προκαλούσε και εύλογους συνειρμούς.
5) Καταθέσαμε προς ψήφιση στη Βουλή Ν/Σ, που προβλέπει την εύλογη αποζημίωση των διαδίκων λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης απονομής της Δικαιοσύνης.
6) Μελετάμε την κατάργηση της ρύθμισης που εισήχθη με το άρθρο 75 του Ν.4139/2011, σύμφωνα με την οποία στις διατάξεις του Ν.4022/2011 «εκδίκαση εγκλημάτων διαφθοράς πολιτικών προσώπων κλπ.», περιλαμβάνονται και οι υπάλληλοι κατά την έννοια των άρθρων 13α και 263α του ΠΚ, λόγω του ότι δημιουργήθηκαν σοβαρά προβλήματα στην Ανάκριση αλλά και στα υπόλοιπα στάδια της Ποινικής διαδικασίας
7) Μελετάμε την καθιέρωση ειδικών Ποινικών Τμημάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη(πρόταση Προέδρου και Εισαγγελέα του ΑΠ) για την ταχύτερη εκδίκαση των Ποινικών Υποθέσεων. Προς τούτο αυξήσαμε τις θέσεις Εφετών και Αντιεισαγγελέων Εφετών κατά 48, ενώ επίκειται και η ενίσχυση της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, ύστερα από ανακατανομή των θέσεων
Στον Οργανισμό Δικαστηρίων
Με σχέδιο νόμου που θα καταθέσουμε , ύστερα και από ανταλλαγή απόψεων με τις ηγεσίες των Δικαστηρίων και των Δικαστικών Ενώσεων, θα επιδιώξουμε την ενίσχυση των Ολομελειών των Δικαστηρίων και την κατάργηση διατάξεων που ενδεχομένως υποβάθμιζαν τη συνταγματική θέση των Δικαστικών Λειτουργών.
Το 9μηνο ανατροφής τέκνου, όπως ισχύει σε όλο το δημόσιο τομέα, καθιερώνεται και στις μητέρες δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, ύστερα από την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ.
Σωφρονιστικό σύστημα
Προτεραιότητά μας είναι και η κοινωνική πλευρά της Δικαιοσύνης. Και η πλευρά αυτή αφορά, κυρίως, το σωφρονιστικό μας σύστημα. Αφορά όμως και σε όλους εκείνους τους πολίτες, που βρίσκονται σε μία μειονεκτική θέση: Τις γυναίκες, τους νέους, τα παιδιά, τις μονογονεικές οικογένειες, τους μετανάστες και άλλους που χρήζουν ιδιαίτερης στήριξης.
Προωθούμε μέτρα επιείκειας και αποσυμφόρησης των φυλακών με στόχο να τερματισθεί η σημερινή συσσώρευση κρατουμένων στα κελιά και να ανατρέψουμε τις σημερινές απαράδεκτες συνθήκες, κάτω από τις οποίες διαβιώνουν οι φυλακισμένοι, χωρίς όμως να παραιτούμεθα και χωρίς να επιτρέψουμε τη δημόσια εντύπωση ότι χαλαρώσαμε την προσπάθεια της αντεγκληματικής πολιτικής.
Έτσι:
1) Με σκοπό την αποσυμφόρηση των φυλακών αλλά και την ελάφρυνση των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών, με σχετική νομοθετική ρύθμιση, έπαυσε η ποινική δίωξη και παρεγράφησαν υπό όρους αδικήματα μικρής κοινωνικής απαξίας.
2) Καθιερώσαμε την ηλεκτρονική επιτήρηση υποδίκων, καταδίκων και εν αδεία κρατουμένων, με σκοπό την αποσυμφόρηση των φυλακών και την εντεύθεν, βελτίωση των συνθηκών κράτησης των υπολοίπων κρατουμένων, αλλά και την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη κοινωνική επανένταξη των αποφυλακιζομένων.
3) Θεσπίσαμε νέο νομικό πλαίσιο για την πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και την προστασία των θυμάτων αυτής. Ενώ μέχρι τέλους του έτους θα καταθέσουμε προς ψήφιση συναφούς περιεχομένου Ν/Σ που θα αφορά ειδικότερα την παιδική πορνογραφία και τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, εγκλήματα τα οποία ιδιαίτερα είναι διαδεδομένα λόγω της τέλεσης τους μέσω του διαδικτύου.
4) Κυρώσαμε το πρόσθετο πρωτόκολλο στη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια
5) Ρατσισμός-Ξενοφοβία. Ν. 927/1979(Ευρωπαίοι «φίλοι» μας)-Γενοκτονίες-Εγκλήματα Πολέμου-Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας-Εγκλήματα Ναζισμού(στη Βουλή υπό ψήφιση). Βούληση της Πολιτείας, του Υπουργείου, του Πρωθυπουργού και του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης είναι η προστασία με κάθε τρόπο των ευπαθών ομάδων
Παράλληλα, ο νέος σωφρονιστικός Κώδικας, σοβαρή εργασία όλων των πτερύγων της Βουλής, είναι έτοιμος και σύντομα θα κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή.
Κυρίες και Κύριοι Εισαγγελείς,
Γνωρίζω πολύ καλά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζετε κατά την ενάσκηση των καθηκόντων σας και μοιράζομαι μαζί σας, τις αγωνίες σας και σέβομαι τον αγώνα και τον μόχθο σας για την εκπλήρωση του δύσκολου και κοπιαστικού, όσο βέβαια, και υψηλού έργου σας.
Θεωρώ υποχρέωσή μου, λοιπόν, να σας ευχαριστήσω και να σας συγχαρώ για τον ζήλο, την εργατικότητα και το αίσθημα ευθύνης που επιδεικνύετε.
Να σας υπενθυμίσω ότι η Κοινωνία ζητά από εσάς, με όλο και πιο επίμονο τρόπο, όχι μόνο πιο γρήγορη και αποτελεσματική Δικαιοσύνη, αλλά και προστασία.
Προστασία των θεσμών. Προστασία των δικαίων των πολιτών.
Και μη ξεχνάτε ότι ο λαός μας απαιτεί ταχεία εκκαθάριση όλων των υποθέσεων δημοσίου ενδιαφέροντος, χωρίς διακρίσεις, όπως είναι αυτές που συνδέονται με το «εθνικό μας έγκλημα», που είναι η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή. Για το λόγο αυτό έχετε χρέος να εργαστείτε περισσότερο, με το αίσθημα ευθύνης που σας διακρίνει, για να ανατραπεί η αίσθηση ατιμωρησίας που επικρατεί στο λαό μας για τους όποιους «υψηλά ιστάμενους». Δεν θα κλείσουμε τις υποθέσεις με αμπάρωμα ή ταφόπλακα, αλλά με δικαστικό έλεγχο και δίκαιη δίκη.
Αγαπητοί μου φίλοι,
Η κοινωνία ζητά από εσάς πολλά. Ο λαός σας συμπαρίσταται. Η Πολιτεία σας εμπιστεύεται.
Δεν είναι πάντα όμως(Η πολιτεία) συνεπής στις υποχρεώσεις της, τις συνταγματικές υποχρεώσεις της απέναντι στους δικαστικούς λειτουργούς της.
Και αναφέρομαι στο θέμα των αποδοχών. Παραγνωρίζει ότι η μισθολογική και η συνταξιοδοτική αντιμετώπιση των δικαστικών λειτουργών δεν είναι θέμα οικονομικό, αλλά αποκλειστικά θεσμικό.
Πριν τέσσερα χρόνια από τη θέση του Προέδρου της ΕΔΕ αγωνιστήκαμε μαζί για αξιοπρεπείς αποδοχές και τα καταφέραμε.
Οι δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας προκάλεσαν μείωση των αποδοχών όλων των εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Όμως οι μειώσεις στους δικαστικούς λειτουργούς ξεπέρασαν το 40% και μερικές περιπτώσεις το 48%. Θέλω να γνωρίζετε ότι μια από τις πρώτες προτεραιότητές μου είναι η αποκατάσταση αυτής της αδικίας και ελπίζω ότι σύντομα θα τα καταφέρω.
Τόσο ο Πρωθυπουργός, όσο και ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, είναι γνώστες αυτής της μεγάλης μείωσης και μου ζήτησαν να σας διαβεβαιώσω ότι σύντομα θα αποκατασταθεί αυτή η αδικία. Εγώ πάντως δεν το βάζω κάτω και ξέρετε γιατί, γιατί δεν αποτελεί αυτό χαριστική ενέργεια αλλά υποχρέωση της Πολιτείας. Ζητώ την υπομονή σας για λίγο.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να σταθώ στο βασικό θέμα της επικαιρότητας, που απασχολεί έντονα την ελληνική κοινωνία.
Η Δικαιοσύνη κλήθηκε να διαχειρισθεί το θέμα της «Χρυσής Αυγής». Να προστατεύσει τη Δημοκρατία από τις ακρότητες και πρέπει να το κάνει αυτό μέσα στα όρια που το Σύνταγμα και οι Νόμοι του Κράτους ορίζουν.
Πρέπει να αντιμετωπίσει τους αμφισβητίες του Δημοκρατικού Ιδεώδους όχι με τα όπλα τους, αλλά με τη δημοκρατική νομιμότητα.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη επιτελεί το έργο της με υπευθυνότητα και σθένος. Ένα έργο που ξεκινά με την έρευνα και τη μελέτη και τελειώνει με την απόφαση. Την απόφαση, τη νηφάλια, την αμετάκλητη.
Και για να απαντήσω στους μη νομικούς επικριτές μου γιατί δεν παρενέβην, σε τι άλλωστε ; τους λέω: Ο Υπουργός Δικαιοσύνης μπορεί να ζητήσει από τους Δικαστικούς Λειτουργούς ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης, μπορεί, ίσως, καμιά φορά να συστήσει ψυχραιμία και νηφαλιότητα, αλλά δεν δίνει εντολές, ούτε οι Δικαστικοί Λειτουργοί δέχονται εντολές.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει και σ’ αυτή την πρόκληση του κοινωνικού φαινομένου του ρατσισμού και του νεοναζισμού. Το κάνει αποτελεσματικά, γιατί είναι ανεξάρτητη. Τόσο ανεξάρτητη, που άλλες έννομες τάξεις θα ζήλευαν.
Και αυτή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη και ταυτόχρονα εγγύηση ότι η Δημοκρατία μας είναι ισχυρή. Λειτουργεί και αντιμετωπίζει όποιον επιχειρεί να την υπονομεύσει.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας
3. Χαιρετισμός της Προέδρου της Ένωσης Ειρήνης Γιανναδάκη στην ετήσια τακτική Γενική Συνέλευση (2013) της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
Κυρίες και Κύριοι προσκεκλημένοι
Κυρίες και κύριοι δικαστές και εισαγγελείς
Έχει ενδιαφέρον να ανατρέξει κανείς σ΄αυτές τις ετήσιες ομιλίες των προέδρων των δικαστικών ενώσεων και των εκπροσώπων της πολιτείας μας. Τα φετεινά ίδια με τα περσινά Αυτά που έλεγαν πριν από δέκα - δεκαπέντε χρόνια, αυτά πάνω –κάτω λένε κι εφέτος. Εξυμνείται η δικαιοσύνη και η ανεξαρτησία των λειτουργών της και δίδονται υποσχέσεις για την αναβάθμιση του ρόλου του δικαστή και της ποιότητας του δικαιοδοτικού του έργου. Αλλά οι δικαστές σπανίως είδαν τους λόγους να μετατρέπονται σε πράξεις. Κάθε χρόνο λοιπόν καταγράφονται τα ίδια προβλήματα, οι ίδιες συμπεριφορές που εκπορεύονται από την ίδια νοοτροπία και τις ίδιες πολιτικές. Η μοναδική διαφορά είναι πως από διάψευση σε διάψευση είμαστε μεγαλύτεροι σε ηλικία Κατά τα άλλα τίποτε σχεδόν δεν αλλάζει. Μπορούν να προκύψουν πολλά συμπεράσματα. Το ουσιαστικό είναι , πως η φτώχεια μας είναι φτώχεια στη νοοτροπία μας . Η αδυναμία μας είναι η έλλειψη πλατειάς και μεγαλόπνοης θεώρησης για να βρούμε τις λύσεις στα προβλήματα και να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της εποχής μας. Τα γεγονότα γενικότερα, όπως τα αναλύσαμε και στη Πανδικαστική συγκέντρωση, καταδεικνύουν μιά αποκαρδιωτική και εξοργιστική δυσλειτουργία του δικαστικού συστήματος, που αντανακλά στον βαρειά φορολογούμενο δικαζόμενο έλληνα πολίτη .
Κυρίες και Κύριοι εκπρόσωποι της πολιτείας μας
Και εσείς και εμείς δεν γινόμαστε κατανοητοί στη κοινωνία από την ανάγνωση του Συντάγματος, αλλά από τον τρόπο πραγμάτωσής του. Μόνο με αυτή την πραγματικότητα μπορούμε να έρθουμε με την κοινωνία στην επικοινωνία που γεννά τη συναίνεση ή την απόρριψη ή και την απελπισία.
Μέχρι σήμερα οι έλληνες πολίτες κατά κανόνα σέβονται τη δικαιοσύνη. Βρίσκεται ακόμη ψηλά στις προσδοκίες τους επειδή είναι συνώνυμη της νομιμότητας αλλά και της επιβίωσής τους στη σύγχρονη πραγματικότητα αυτής της χώρας .
Γι αυτό επιτρέψτε μας να επαναλάβουμε, ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για λόγια και παραπλανητικές εκτιμήσεις. Προέχουν πράξεις αποτελεσματικές που θα οδηγούν έξω από το τέλμα που σήμερα υπάρχει. Και στο οποίο πνίγονται όλες οι προοπτικές για μια σωστή και τίμια δικαιοσύνη όπως την επιτάσσουν το Σύνταγμα και οι νόμοι της χώρας μας
===============
4. ΟΜΙΛΙΑ Χριστόφορου Σεβαστίδη, ΔΝ - Πρόεδρου Πρωτοδικών Μέλους του ΔΣ της Ε.Δ.Ε
Φίλοι και συνάδελφοι,
Στις τακτικές ΓΣ
γίνεται κάθε φορά ένας απολογισμός της δράσης και του έργου του ΔΣ και ένας
επανακαθορισμός των στόχων της επόμενης χρονιάς και της τακτικής που πρέπει να
ακολουθήσει ο Κλάδος. Σήμερα δεν ακούσαμε τίποτα απ’ όλα αυτά στην ομιλία της
κ. Προέδρου, πέρα από μια ανούσια φλυαρία χωρίς καμιά πρακτική στόχευση, γιατί
απλούστατα ούτε υπήρχε ούτε υπάρχει κανένα σχέδιο. Στο διάστημα του 1,5 έτους
που είχαμε την τιμή να είμαστε μέλη του ΔΣ το διαπιστώναμε αυτό κάθε φορά που
τύχαινε να συνεδριάσουμε. Θα ξεκινήσω λοιπόν κάνοντας τον δικό μας απολογισμό
ως μειοψηφίας του ΔΣ και ως τετραμελούς ομάδας. Έναν απολογισμό για τις
πρωτοβουλίες που πήραμε στη διάρκεια του έτους αλλά και τις προτάσεις μας για
το πώς θα πρέπει να ενεργήσουμε στο μέλλον.
Είναι γνωστό σε όλους ότι κατά τη
διάρκεια του περσινού έτους καταθέσαμε την πρόταση και σηκώσαμε όλο το βάρος
για τις διαρκείς κινητοποιήσεις του Σώματος και την υποστηρίξαμε με θέρμη μέχρι
τέλος. Μια πρόταση που αγκάλιασε και ακολούθησε η συντριπτική πλειοψηφία των
συναδέλφων. Στην τακτική αυτή οδηγηθήκαμε όχι από ανευθυνότητα ή από
συγκρουσιακή λογική με την κυβέρνηση, αλλά από την αδήριτη ανάγκη να συνεχίσει
ο δικαστής να ζει με αξιοπρέπεια και να μην βρεθεί στη θέση να εντάσσεται στο
νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ή να είναι έκθετος σε πλειστηριασμούς από
τράπεζες ή να μην μπορεί να καλύψει τα έξοδα μετακίνησής του στο Δικαστήριο που
υπηρετεί. Τον στόχο μας αυτόν δεν το καταφέραμε και υπήρχαν συγκεκριμένοι λόγοι
γι’ αυτό. Απ’ τη μια μεριά υπήρχαν συνάδελφοι (ομάδα του κ. Μανωλίδη) που
δήλωσαν εξαρχής αντίθετοι με τις κινητοποιήσεις και κάθε άλλου είδους ουσιαστική
αντίδραση. Απ’ την άλλη μεριά υπήρχαν συνάδελφοι (ομάδα της κ. Προέδρου) που
άργησαν να φθάσουν στο σημείο να αναγνωρίσουν την ανάγκη τελικής σύγκρουσης με
την κυβερνητική αυταρχικότητα. Αυτό το έκαναν πιο πολύ όχι γιατί το πίστευαν
αλλά γιατί τα γεγονότα τους ανάγκασαν να ακολουθήσουν αφού δεν υπήρχε άλλο
έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Η ίδια η κ. Πρόεδρος εξάλλου σε συνέντευξή της
στις 24-2-2013 στην εφημερίδα Καθημερινή δήλωσε σε σχέση με τις κινητοποιήσεις
ότι κάνει την αυτοκριτική της διότι «ο δικαστής λόγω του λειτουργήματός του,
οφείλει να είναι περισσότερο ώριμος και περισσότερο συγκρατημένος στις
αντιδράσεις του ακόμα και όταν αδικείται», ενώ σε άλλο σημείο είπε το
πρωτάκουστο ότι «οι δικαστικές ενώσεις είναι κατ’ αρχήν επιστημονικά σωματεία.
Ο σκοπός της ΕΔΕ είναι να οργανώνει επιστημονικά συνέδρια. Ωστόσο αναγκαστήκαμε
εκ των πραγμάτων να μοιάσουμε σε συνδικαλιστική ένωση». Τα όσα είπε όχι μόνο
είναι τελείως άσχετα από τους καταστατικούς σκοπούς της Ένωσης, που σας
παρακαλώ να τους διαβάσετε προσεκτικά, αλλά και μαρτυρούν το πώς αντιλαμβάνεται
τη λειτουργία της. Πρότειναν δε την εγκατάλειψη της προσπάθειας στη ΓΣ στις 19
Ιανουαρίου όταν η πίεσή μας στην Κυβέρνηση είχε κορυφωθεί και ο Πρωθυπουργός
ζητούσε επίμονα συνάντηση για εξεύρεση λύσης. Με το πρόσχημα ότι αναστέλλουμε,
αλλά δεν διακόπτουμε τις κινητοποιήσεις, βρήκαν εύσχημο τρόπο να απαλλαγούν από
το βάρος που έσερναν για 4 μήνες και από έναν αγώνα που εξαρχής δεν τον
πίστευαν. Σήμερα η κατάσταση στο μισθολογικό επίπεδο είναι η ίδια. Μετά από
μυστικές συναντήσεις των Προεδρείων των Δικαστικών Ενώσεων με τον Πρωθυπουργό
το περασμένο καλοκαίρι, χωρίς να ακουστεί καν η γνώμη των μελών του ΔΣ και
αψηφώντας προκλητικά τις αποφάσεις των ΓΣ που ρητά απαιτούσαν επάνοδο στο
μισθολογικό καθεστώς του Ιουλίου του 2012, διαπραγματεύτηκαν την ενσωμάτωση του
ενός επιδόματος στο βασικό μισθό, παραιτούμενοι ουσιαστικά από κάθε άλλη αξίωση.
Γιατί ποιος αλήθεια θα πίστευε ότι θα μπορούσαμε να επανέλθουμε σύντομα και να
διεκδικήσουμε και πάλι αποκατάσταση των αδικιών, μέχρι να βελτιώνονταν οι
αποδοχές και των υπόλοιπων επαγγελματικών ομάδων. Καταγγείλαμε άμεσα και χωρίς
περιστροφές τέτοιου είδους τακτικές που θα δώσουν ψίχουλα στους συναδέλφους
ιδίως του α’ βαθμού και θα υποθηκεύσουν για χρόνια το μέλλον τους. Και φτάσαμε
τελικά στην αποκαρδιωτική για πολλούς διάψευση των προσδοκιών τους από τις
κυβερνητικές υποσχέσεις. Αργά καταλάβατε, κ. Πρόεδρε, τις μεθοδεύσεις και την
αναξιοπιστία τους, ώστε να φτάσετε απολογητικά να πείτε πριν λίγες εβδομάδες
στην Ολομέλεια του Πρωτοδικείου Αθηνών το «μηδέν εις το πηλίκο». Το να αρνείται
κανείς τους συμβιβασμούς από θέση αρχών είναι παιδαριώδες. Πρέπει όμως να
ξέρουμε να ξεχωρίζουμε τις περιπτώσεις εκείνες των συμβιβασμών που είναι
απαράδεκτοι.
Στα θεσμικά ζητήματα τώρα:
προτείναμε στην περσινή ΓΣ την διεξαγωγή Συνεδρίου με θέμα την
αντισυνταγματικότητα μέτρων του Μνημονίου. Η πρότασή μας έγινε αποδεκτή από το
σύνολο σχεδόν της Συνέλευσης. Αν και αρχικά δεν περιλήφθηκε στο Ψήφισμα, μετά
από διαμαρτυρίες μας αλλά και έντονες εσωτερικές αντιπαραθέσεις στο ΔΣ, τελικά
αποφασίσαμε την διεξαγωγή του Συνεδρίου εντός του Μαρτίου 2013, κάνοντας
μάλιστα και έναν άτυπο προγραμματισμό των ενοτήτων του Συνεδρίου (συνταγματικό
– ποινικό –εργατικό), ενώ καταθέσαμε και πρόταση να γίνει διημερίδα. Αντ’ αυτού
η κ. Πρόεδρος με τη σύμφωνη γνώμη όλων των λοιπών παρισταμένων μελών του ΔΣ,
ματαίωσε τη διεξαγωγή του Συνεδρίου, εντελώς αυθαίρετα και αναιτιολόγητα. Πριν
λίγες ημέρες με αφορμή τα 55 χρόνια της Ένωσης, βρήκε την ευκαιρία να έχει και
το σκύλο χορτάτο και την πίττα ολόκληρη. Διοργάνωσε μια παρωδία Συνεδρίου με 2
προσκεκλημένους – ομιλητές, εκ των οποίων ο ένας είναι βουλευτής που στηρίζει
στη Βουλή με την ψήφο του τις μνημονιακές διατάξεις, αλλά ήρθε στο Συνέδριο να
πει ότι κατά βάθος διαφωνεί μ’ αυτές. Χάθηκε έτσι μια ευκαιρία πολύτιμη να
αναδειχθεί το Δικαστικό Σώμα σε πρωτοπόρο τμήμα της κοινωνίας και κύριο εκφραστή
της ανησυχίας των πολιτών από την καταιγίδα των αντισυνταγματικών μέτρων που
πέφτουν πάνω τους. Τον περασμένο Μάϊο προτείναμε μαζί με συναδέλφους από άλλα
ΔΣ τη διεξαγωγή Πανδικαστικής Συνδιάσκεψης με σκοπό την ενημέρωση των
συναδέλφων για τους νεοπαγείς θεσμούς της εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών,
του plea barking
και της εν γένει απόπειρας ιδιωτικοποίησης της Δικαιοσύνης, του σκληρού πυρήνα
του Κράτους. Απέρριψαν τότε όλοι την πρότασή μας με το πρόσχημα ότι δεν
προβλέπονταν σε κανένα καταστατικό. Ήρθαν προχθές και πραγματοποίησαν την
Συνδιάσκεψη με άλλο όνομα και με σαφώς πιο γενικό και ανούσιο περιεχόμενο,
χωρίς να βλάπτει την αδιατάρακτα καλή μας σχέση με την Κυβέρνηση. Τον Οκτώβριο
καταθέσαμε πρόταση στο ΔΣ για κατάργηση της δυνατότητας απόσπασης Δικαστών και
Εισαγγελέων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για
εκλεγμένα μέλη του ΔΣ, που εκπροσωπούν τα συμφέρονταν των συναδέλφων, καθώς και
την θέσπιση κωλύματος σε συνταξιούχους ή παραιτηθέντες Δικαστές και Εισαγγελείς
να καταλαμβάνουν οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα για ένα ικανό χρονικό διάστημα μετά
την αποχώρησή τους από τον Κλάδο. Η πρότασή μας αυτή επίσης απορρίφθηκε ομόφωνα
από την ενιαία πλειοψηφία των 13 μελών του ΔΣ. Δυστυχώς η πλειοψηφία αυτή, που
δένεται όλο και πιο γερά, μέρα με τη μέρα, φαίνεται όλο και πιο πολύ
αναντίστοιχη με την εποχή της και δραματικά ανίκανη να προασπίσει τα συμφέροντα
των συναδέλφων. Μπορούν να εξηγούν και να περιγράφουν αρκετά υποφερτά την
κατάσταση που έχουν μπροστά τους, δεν μπορούν όμως να δείξουν τη σωστή
κατεύθυνση. Είναι λαλίστατοι και αγωνιστές κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, τις
υπόλοιπες όμως μέρες ακολουθούν την ίδια συνταγή που μας έφερε εδώ.
Και ας πάμε στα γενικότερα ζητήματα
που αφορούν τη λειτουργία του πολιτεύματος, ζητήματα στα οποία ο δικαστής
οφείλει να έχει λόγο. Πριν 200 χρόνια περίπου ο Μαρά έλεγε «δεν υπάρχουν
πολιτικοί θεσμοί, όπου τα δικαιώματα του πολίτη να είναι τόσο καλά κατοχυρωμένα
ώστε να μην αφήνουν περιθώριο αυθαιρεσίας στην Κυβέρνηση. Δεν υπάρχει Σύνταγμα
στο οποίο ο νομοθέτης να έχει προωθήσει τόσο την προβλεπτικότητά του ώστε να
κόβονται από τη ρίζα τους οι καινούριες επινοήσεις». Οι πρώτες επινοήσεις που
έλεγε ο Μαρά φάνηκαν ήδη. Ποιο ατομικό συνταγματικό δικαίωμα ισχύει ακόμα στην
πράξη; Το δικαίωμα της εργασίας με 1,5 εκατομμύρια ανέργους, το δικαίωμα στην
κατοικία με την απειλή άρσης της απαγόρευσης των πλειστηριασμών της πρώτης
κατοικίας, το δικαίωμα στην απεργία με τα έγγραφα της επιστράτευσης να είναι
έτοιμα για όποιους επιμένουν να διεκδικούν πέρα από έναν εύλογο για την
Κυβέρνηση χρόνο, το δικαίωμα στην ελεύθερη συνάθροιση με τους αριθμητικούς
περιορισμούς των συμμετεχόντων σ’ αυτές, το δικαίωμα στην παιδεία, στην υγεία;
Τώρα ακουμπάν και το δικαίωμα πρόσβασης του πολίτη στη Δικαιοσύνη που θα γίνει
εμπορεύσιμο αγαθό μόνο για όσους έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν. Ξεκίνησαν με
τις υπέρογκες αυξήσεις του δικαστικού ενσήμου σε μια περίοδο που ο έλληνας δεν
έχει χρήματα ούτε για θέρμανση και φάρμακα και συνεχίζουν να προπαγανδίζουν για
την ανάγκη αφαίρεσης ύλης από τα Δικαστήρια και υπαγωγής τους στην εξωδικαστική
διαδικασία. Προτείνοντας κάποιες
ανώδυνες μεταρρυθμίσεις που φαινομενικά δείχνουν ωφέλιμες και βολικές. Τις
εξαγγέλλουν στα πλαίσια γενικών προτάσεων, αρκετά αληθοφανών από πρώτη ματιά,
κρύβοντας συνέπειες που δεν είναι αντιληπτές εξαρχής. Είναι φτηνή προπαγάνδα οι
ισχυρισμοί ότι όλα αυτά τα μέτρα που λαμβάνονται είναι για το καλό του
κοινωνικού συνόλου. Τελικός στόχος είναι η ιδιωτικοποίηση της Δικαιοσύνης. Λάβετε
υπόψη σας τι σημαίνει αυτό για τον πολίτη αλλά και για σας όταν θα υπάρχει ένας
ανταγωνιστικός εφεδρικός στρατός ιδιωτικών δικαστών που θα αμείβεται με τους
μισθούς της σύγχρονης πραγματικότητας. Θα μείνουμε αδιάφοροι πάνω σ’ αυτά τα
κεφαλαιώδη ζητήματα; Και τι θα γίνει όταν σε σύντομο χρονικό διάστημα αφού
προχωρήσει η μαγνητοφώνηση των πρακτικών στα ποινικά δικαστήρια, κληθείτε να
δικάζεται μέχρι αργά το βράδυ χωρίς γραμματέα; Σε κείνο το σημείο η κατάσταση
δεν θα είναι αναστρέψιμη. Ο παρωπιδοφόρος καθωσπρεπισμός ορισμένων είχε
προσφιλή θέματα το περσινό έτος την αθλιότητα των κινητοποιήσεων, το θράσος και
τις ακρότητες των συνδικαλιστών. Τώρα αλήθεια τι λένε αυτοί οι ίδιοι;
Μένει η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα «τι κάνουμε τώρα». Οι περσινές
κινητοποιήσεις ήταν μονόδρομος για όλους
μας. Δεν έχουμε άλλο μέσο για να αγωνιστούμε. Τα ίδια έκαναν οι συνάδελφοι στην
Πορτογαλία, τα ίδια έκαναν στην Ισπανία, τα ίδια θα κάνουν και αλλού όταν
χρειαστεί. Πολλοί συχνά συγχέουν δυο διαφορετικά ζητήματα: το ζήτημα της
κατεύθυνσης του δρόμου, δηλαδή της εκλογής ενός από τους δύο διαφορετικούς
δρόμους που έχουμε να επιλέξουμε (του αγώνα ή της παραίτησης) και το ζήτημα εάν
είναι εύκολη η πραγματοποίηση του σκοπού. Θα ήταν απαράδεκτη αισιοδοξία να
ξεχνάμε τις δυσκολίες που συνεπάγεται το καθήκον μας για διαφύλαξη της
ανεξαρτησίας μας. Με το να είναι όμως το πράγμα δύσκολο, δεν είναι και
ακατόρθωτο. Το σημαντικό είναι να έχουμε την πεποίθηση ότι διαλέξαμε το σωστό
δρόμο και η πεποίθηση αυτή πολλαπλασιάζει και την ενέργεια και τον ενθουσιασμό
που μπορούν να κάνουν θαύματα.
Συνάδελφοι, δεν έχουμε αυταπάτες. Ξέρουμε τις κυβερνητικές τακτικές. Δεν
θα χάσουμε όμως το ηθικό μας και δεν θα παρατήσουμε την επίμονη, υπομονετική
και σταθερή δουλειά μας ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές. Προτείναμε προχθές
στην Πανδικαστική Συγκέντρωση και το επαναλαμβάνουμε και πάλι: Δημιουργία
Κοινού Μετώπου με τους λοιπούς εργαζόμενους στο χώρο της Δικαιοσύνης,
δικηγόρους και δικαστικούς υπαλλήλους. Απαιτείται πλέον κοινός βηματισμός για
να βγούμε απ’ το αδιέξοδο. Απαιτείται εναλλαγή στις μορφές του αγώνα μας και
αξιοποίηση της μέχρι σήμερα εμπειρίας μας. Να αναλάβει πρωτοβουλία η ΕΔΕ ώστε
να ξεκινήσουν συζητήσεις με τους αντίστοιχους συλλόγους δικηγόρων και υπαλλήλων
με την προοπτική εύρεσης σημείων σύγκλισης για συμπόρευση σε κοινό αγώνα κι
αφού ο κάθε κλάδος προτάξει κάποια πρωταρχικά και ουσιώδη γι’ αυτόν αιτήματα. Η
κύρια δυσκολία στην υλοποίηση αυτής της πρότασης δεν έχει να κάνει με το
συντονισμό και την κοινή δράση, αλλά με τη γνωστή απροθυμία της πλειοψηφίας των
13 να συναινέσει σε κάθε τι συνεπάγεται σκλήρυνση της αντιπαράθεσης και όξυνση
των σχέσεων με την Κυβέρνηση, διότι εξακολουθούν να ασπάζονται την λαθεμένη
λογική ότι τελικά «εμάς θα μας δουν αλλιώς». Όσο παραμένουν οι δοσμένοι
αρνητικοί συσχετισμοί στο ΔΣ δυστυχώς δεν έχουμε να περιμένουμε πολλά. Αυτό
όμως δεν πρέπει να αποκαρδιώνει τους νέους ιδίως συναδέλφους, αλλά να τους
πεισμώνει και να τους πείσει για την ανάγκη να παλέψουν μέσα στην Ένωση με όλες
τους τις δυνάμεις. Μην αφήνετε να σας καλλιεργούν τις αυταπάτες ότι τάχα υπάρχουν
καλοί πολιτικοί που νοιάζονται για μας ή να σας μολύνουν με την ιδέα ότι ο
δικαστής δεν πρέπει να αγωνίζεται. Η Ένωση Δικαστών δεν ήταν πάντα μια χλιαρή
και συμβιβασμένη λέσχη φιλοσοφικών αναζητήσεων, όπως θέλει να την εμφανίζει η
κ. Πρόεδρος Η Ένωση είχε κάποτε Προέδρους που όχι μόνο δεν συμβιβάστηκαν αλλά
τιμωρήθηκαν και εκδιώχθηκαν από το Σώμα για τις ιδέες τους, όπως ο Αρεοπαγίτης
Αντ. Φλώρος κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Έργο του Δικαστή δεν είναι μόνο η
διεκπεραίωση των δικογραφιών. Είναι κάτι βαθύτερο. Να παλεύει για το δίκιο
χωρίς συμβιβασμούς και χωρίς εκπτώσεις.
Αθήνα, 14 Δεκεμβρίου 2013
Χριστόφορος Σεβαστίδης,
ΔΝ- Πρόεδρος Πρωτοδικών
Μέλος του ΔΣ της Ε.Δ.Ε.
=================
5. ΟΜΙΛΙΑ Χαράλαμπου Σεβαστίδη, Πρωτοδίκη Αθηνών
Κυρίες και
κύριοι συνάδελφοι,
Ένας ακόμα
χαμένος για τον δικαστικό συνδικαλισμό χρόνος ολοκληρώνεται. Ο απολογισμός για
τον χρόνο αυτό είναι εύκολος και περικλείεται στη φράση «μηδέν εις το πηλίκο».
Αυτό παραδέχτηκε και η Πρόεδρος της Ένωσής μας πριν 2 μήνες στην ολομέλεια του
Πρωτοδικείου Αθηνών, αναφερόμενη στις μισθολογικές μας διεκδικήσεις. Η
διαπίστωση αυτή αφορά, όχι το αποτέλεσμα των αγώνων μας, αλλά κυρίως το έργο
του προεδρείου της Ένωσής μας.
Ποια ήταν η
στάση του Προεδρείου μέχρι τώρα; Διέκοψε τις κινητοποιήσεις μας, με το πρόσχημα
της αναστολής, υποσχόμενο ότι τον Απρίλιο του 2013 θα επαναφέρει το ζήτημα σε
Έκτακτη Γ.Σ., δεν συγκάλεσε καμία Γ.Σ., αλλά αυθαίρετα και ανομιμοποίητα έδωσε
τέλος στον πιο δυναμικό τρόπο διεκδικήσεων. Διαπραγματεύτηκε με τον Πρωθυπουργό
απλά την ενσωμάτωση του ενός επιδόματος στον βασικό μισθό, διεκδικώντας για
τους συναδέλφους ψίχουλα.
Και σήμερα,
που αναμένεται η έκδοση αποφάσεων από το μισθοδικείο σχετικά με τις προσφυγές
μας και μέσα σε ένα γενικότερο κλίμα ευφορίας, φαίνεται να ξεχνάμε όλοι τα
θεσμικά προβλήματα της Δικαιοσύνης.
Άραγε η δικαίωσή
μας από το μισθοδικείο θα σημαίνει την ικανοποίησή μας και τον εφησυχασμό όλων
των συναδέλφων; Ποιος μας δικαιώνει η Κυβέρνηση ή το μισθοδικείο; Είναι
προφανές ότι η στάση της Κυβέρνησης παραμένει εχθρική απέναντι στους Δικαστές. Και
σε περίπτωση θετικής έκβασης των σχετικών προσφυγών μας, η Κυβέρνηση θα
επιχειρήσει και πάλι να βρει τρόπους θεσμικής και οικονομικής υποβάθμισής μας. Μη
θεωρήσετε απίθανη εξέλιξη την ανατροπή της σχέσης των αποδοχών του Προέδρου του
Αρείου Πάγου και του Πρωτοδίκη, ώστε οι μεν αποδοχές του Προέδρου του Αρείου
Πάγου να είναι ανάλογες με την αποζημίωση των βουλευτών, αλλά οι αποδοχές των
λοιπών Δικαστών να προσδιοριστούν σε μικρότερο ποσοστό και τελικά σε απόλυτους
αριθμούς να παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα ή να μειωθούν ακόμα περισσότερο. Κι
αν αυτό το θεωρείτε υπερβολικό, δεν έχετε παρά να κοιτάξετε στο κοντινό
παρελθόν. Μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια ανατράπηκε το νέο μισθολόγιο, το
οποίο κι εκείνο επιβλήθηκε στην κυβέρνηση με απόφαση μισθοδικείου. Τι μας κάνει
αισιόδοξους ότι δεν θα συμβεί το ίδιο και τώρα; Τα αναδρομικά που μας
οφείλονται από το 2003 δεν έχουν ακόμα εξοφληθεί, με αποτέλεσμα οι Δικαστές να
διασύρονται κάθε χρόνο. Η άδεια ανατροφής τέκνου, παρά το ότι κρίθηκε από το
ΣτΕ ότι πρέπει να έχει διάρκεια 9 μηνών, μειώθηκε και πάλι στους 5 μήνες και
έπρεπε οι συνάδελφοι να προσφύγουν και πάλι στα Δικαστήρια; Αυτό έγινε γιατί η
Κυβέρνηση δεν γνώριζε τον νόμο ή μήπως κι αυτή η επιλογή εντάσσεται στη
γενικότερη απαξίωση των Δικαστών;
Κι όλα αυτά
τα λέω γιατί πρέπει να αντιληφθούμε ότι η έκδοση αποφάσεων από το μισθοδικείο,
ακόμα κι αν είναι ευνοϊκές για εμάς, δεν μπορεί να εκληφθεί ως πλήρης και
οριστική δικαίωσή μας. Πρέπει καθημερινά να διεκδικούμε το αυτονόητο με
δυναμισμό και αποτελεσματικότητα.
Πέρα, όμως, από
τις οικονομικές διεκδικήσεις μας, πρέπει η Ένωσή μας να ασχοληθεί επιτέλους
σοβαρά και με την συνειδητή επιλογή των Κυβερνήσεων για περιορισμό του
δικαιοδοτικού μας έργου και για ιδιωτικοποίηση της Δικαιοσύνης.
Οι αντίξοες
συνθήκες εργασίας, η ελλιπής φύλαξη των δικαστικών μεγάρων, οι άθλιες συνθήκες
υγιεινής, η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής είναι αναμφίβολα σοβαρά ζητήματα,
που πρέπει να μας απασχολήσουν. Πιστεύετε, όμως, ότι ενδιαφέρουν τον απλό
πολίτη που προσφεύγει στη Δικαιοσύνη; Σε μία περίοδο που χαρακτηρίζεται από
περιστολή των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων εκείνο που ενδιαφέρει είναι η
ανεξαρτησία και το σθένος του Δικαστή. Πότε επιτέλους θα ασχοληθούμε με το ουσιαστικό
αντικείμενο της εργασίας μας, την απονομή της Δικαιοσύνης υπέρ του αδύναμου
πολίτη; Ή μήπως το άνοιγμα προς την κοινωνία, για την οποία συχνά κάνουμε λόγο,
μπορεί να περιορίζεται σε απλές ανακοινώσεις, κενές περιεχομένου;
Και έρχομαι
αμέσως σε ορισμένα κρίσιμα ζητήματα, που σκοπίμως αποφεύγει να αντιμετωπίσει το
Προεδρείο της Ένωσής μας.
Πρώτα απ’
όλα η ανεξαρτησία των Δικαστών προϋποθέτει διακριτό ρόλο σε σχέση με τις δύο
άλλες εξουσίες, την νομοθετική και την εκτελεστική. Μπορεί να είναι ανεξάρτητος
ο Δικαστής, ο οποίος μετά την απομάκρυνσή του από το Σώμα καταλαμβάνει θέση
Βουλευτή ή Υπουργού ή άλλο δημόσιο αξίωμα ή διορίζεται σε θέση Ανεξάρτητης
Αρχής; Και κυρίως μπορεί ο πολίτης να έχει εμπιστοσύνη σε μία Δικαιοσύνη, της
οποίας οι Λειτουργοί εναλλάσσονται σε θέσεις εκτελεστικής, νομοθετικής και
δικαστικής εξουσίας; Από την πρώτη στιγμή θέσαμε στο Δ.Σ. της ΕΔΕ το ζήτημα
αυτό και ζητήσαμε να λάβει ξεκάθαρη θέση. Προτείναμε την καθιέρωση σχετικού
ασυμβιβάστου: κανείς Δικαστικός Λειτουργός μετά την αποχώρησή του από το
Δικαστικό Σώμα να μην μπορεί να καταλάβει τέτοιες θέσεις και πολύ περισσότερο
Δικαστικός Λειτουργός που έχει καταλάβει τέτοια θέσει να μην μπορεί να
επανέρχεται στο Δικαστικό Σώμα. Δυστυχώς και τα 13 μέλη του Δ.Σ. θεώρησαν
απόλυτα φυσιολογική εξέλιξη την εναλλαγή στις θέσεις των 3 εξουσιών,
καταψηφίζοντας την πρότασή μας αυτή.
Δεν άργησαν
να φανούν οι παρενέργειες της στάσης αυτής των 13 μελών του Δ.Σ. της ΕΔΕ:
Δικαστικοί Λειτουργοί, μετά από θητεία σε Ανεξάρτητες Αρχές, επανέρχονται στο
Δικαστικό Σώμα και Δικαστές, μέλη του Δ.Σ. της ΕΔΕ, που εκλέχτηκαν από τους
συναδέλφους για να προστατεύουν τα συμφέροντά τους, αποσπώνται σε θέσεις
συμβούλου του Υπουργού Δικαιοσύνης. Αντέχει στη λογική μία τέτοια εξέλιξη; Ως
που μπορεί να φτάσει αυτή η σύγχυση των εξουσιών; Και επειδή το Δ.Σ. της ΕΔΕ
κάνει πως δεν αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα του ζητήματος, το θέτουμε σήμερα
στην κρίση σας και ζητούμε να ληφθεί απόφαση από την Γ.Σ. για το ασυμβίβαστο
αυτό.
Δεύτερο
ζήτημα, στο οποίο αποφεύγει να λάβει θέση το Δ.Σ. της ΕΔΕ είναι η εισαγωγή του
απαράδεκτου και επικίνδυνου θεσμού της ιδιωτικής διαμεσολάβησης. Και ξεκαθαρίζω
εδώ ότι αναφέρομαι στην ιδιωτική διαμεσολάβηση του Ν. 3898/2010 και όχι στην
δικαστική μεσολάβηση του άρθρου 214Β ΚΠολΔ. Η ιδιωτική αυτή διαμεσολάβηση
συνιστά ξεκάθαρα απόπειρα ιδιωτικοποίησης της Δικαιοσύνης.
Ποιος ο
λόγος ύπαρξης ιδιώτη διαμεσολαβητή, τη στιγμή που υπάρχει και λειτουργεί με
επιτυχία ο θεσμός του δικαστή μεσολαβητή; Γιατί πρέπει να παρακάμπτεται η
Δικαιοσύνη και να μεταφέρεται δικαστική ύλη από τους Δικαστές σε ιδιώτες, των
οποίων την εύνοια μπορούν να εξασφαλίσουν οι οικονομικά ισχυροί (τράπεζες,
ασφαλιστικές εταιρίες, μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις); Ο Δικαστής
διαμεσολαβητής λειτουργεί και αποφαίνεται υπό την ίδια ακριβώς διαδικασία, με
την οποία λειτουργεί και ο ιδιώτης διαμεσολαβητής. Η επικαλούμενη ελευθερία των
μερών να επιλέξουν την προσφυγή στον θεσμό είναι ένα πρόσχημα, αφού πρόσφατα
ανακοινώθηκε επίσημα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης ότι ο θεσμός αυτός θα είναι
υποχρεωτικός στις υποθέσεις υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Γιατί άραγε επιλέγεται
αυτή η κατηγορία υποθέσεων; Μήπως είναι υπεύθυνη για τα χρόνια προβλήματα στην
Δικαιοσύνη; Είναι τυχαία η εμπλοκή τραπεζών στις υποθέσεις αυτές; Επίσης, η ιδιωτική
αυτονομία, που θεωρείται θεμέλιο της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, προστατεύεται
επαρκώς με την θεσμοθετημένη απόπειρα εξώδικης επίλυσης της διαφοράς, που
ρυθμίζεται στο άρθρο 214Α ΚΠολΔ, είναι ανέξοδη και η επιτυχία της εξαρτάται αποκλειστικά
από τη βούληση των μερών και των δικηγόρων τους, χωρίς παρέμβαση τρίτου
προσώπου. Η δικαιολογία ότι θα επιτευχθεί αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων είναι
προσχηματική. Αν αυτός είναι ο στόχος θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί το
φαινόμενο της αύξησης των υποθέσεων δικαστικής μεσολάβησης με την πρόσληψη
περισσότερων Δικαστικών Λειτουργών και κατάθεση του προβλεπόμενου παραβόλου
υπέρ του Δημοσίου για κάλυψη των δαπανών από τις επιπλέον προσλήψεις. Μήπως η
εξοικονόμηση χρόνου και εξόδων υπέρ των διαδίκων μπορεί να νομιμοποιήσει τον
θεσμό αυτό; Για ποια εξοικονόμηση εξόδων γίνεται λόγος, όταν ο πολίτης καλείται
να πληρώσει, εκτός από την αμοιβή του δικηγόρου του και την αμοιβή του ιδιώτη
διαμεσολαβητή, η οποία καθορίζεται σε 100,00 ΕΥΡΩ την ώρα και μάλιστα ανεξάρτητα
από το είδος της υπόθεσης, ενώ στην δικαστική μεσολάβηση δεν υπάρχει καμία
οικονομική επιβάρυνση; Το επιχείρημα ότι ο θεσμός αυτός εφαρμόζεται και σε άλλα
δίκαια και μας επιβλήθηκε με κοινοτική Οδηγία στερείται σοβαρότητας. Αρχικά η
Οδηγία αφορά αποκλειστικά και μόνο διασυνοριακές διαφορές, δηλ. όταν οι
διάδικοι κατοικούν σε διαφορετικά κράτη μέλη. Η εφαρμογή του θεσμού και στις
εσωτερικές διαφορές αποτελεί επιλογή του έλληνα νομοθέτη και δεν του επιβλήθηκε
από κανένα.
Ποια είναι η
στάση μας απέναντι σε τέτοιους θεσμούς; Μία πρόχειρη αντιμετώπιση θα ήταν η
ικανοποίηση των Δικαστών από την ανακούφιση της Δικαιοσύνης, λόγω μείωσης του
φόρτου εργασίας. Ωστόσο τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Η στοχευμένη αφαίρεση
ύλης από τα Δικαστήρια και η ανάθεσή της σε ιδιώτες σημαίνει απαξίωση της
Δικαιοσύνης και των Λειτουργών της. Ποιο είναι το αίτημα του Δικαστή: λιγότερη
δουλειά ή διαμόρφωση των συνθηκών εκείνων που θα επιτρέπουν την νηφάλια, ήρεμη
και ανεξάρτητη παρέμβαση του Δικαστή σε κάθε ιδιωτική διαφορά.
Το καλοκαίρι
που μας πέρασε, σε συνάντηση του Δ.Σ. της ΕΔΕ με τον Υπουργό Δικαιοσύνης, είχα
την ευκαιρία να του θέσω το ζήτημα αυτό και να του προτείνω την κατάργηση του
θεσμού της ιδιωτικής διαμεσολάβησης και την ενίσχυση του θεσμού του Δικαστή
διαμεσολαβητή, με πρόσληψη περισσότερων Δικαστών για να στελεχώσουν τα σχετικά
τμήματα. Εντούτοις, η απάντηση του Υπουργού ήταν αρνητική. Εκείνο, όμως, που
έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η στάση της Προέδρου της Ένωσής μας, η οποία,
χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συζήτηση στο Δ.Σ., δέχθηκε την αναγκαιότητα
λειτουργίας του θεσμού της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, δεσμευόμενη μάλιστα να τον
στηρίξει έμπρακτα. Οφείλει το Προεδρείο της Ένωσης να ανοίξει επιτέλους τη
συζήτηση για το τεράστιο αυτό ζήτημα και να μην δέχεται άκριτα κάθε νέο θεσμό
που ιδιωτικοποιεί τη Δικαιοσύνη.
Τρίτο
τεράστιο ζήτημα, με το οποίο το Προεδρείο της ΕΔΕ δεν θέλησε να ασχοληθεί,
είναι οι τρόποι επηρεασμού της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία και η
έμμεση επιβολή συγκεκριμένων αποφάσεων στα Δικαστήρια. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία για άμεση εκδίκαση των εργατικών
διαφορών, που αφορούν τους συμβασιούχους. Μέσα σε διάστημα 1,5μήνα εκδικάστηκαν
εκατοντάδες υποθέσεις, με αποτέλεσμα οι Δικαστές του εργατικού τμήματος να
έχουν χρέωση που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα αναλογούσε σε μισό και πλέον
δικαστικό έτος. Με δεδομένο ότι οι σχετικές αποφάσεις πρέπει να εκδοθούν μέχρι
τα τέλη του έτους γεννάται το ερώτημα, κατά πόσο ο Δικαστής στις περιπτώσεις
αυτές μπορεί να αποφασίσει ελεύθερα και ανεξάρτητα.
Δύο επιλογές
έχει ο Δικαστής μπροστά του: είτε να ακολουθήσει την αρεοπαγιτική νομολογία,
που δέχεται τη νομιμότητα των αγωγών αυτών, οπότε θα ασχοληθεί με την έρευνα
της ουσίας καθεμιάς υπόθεσης είτε θα υιοθετήσει την αντίθετη αρεοπαγιτική
νομολογία, που θεωρεί τις αγωγές αυτές μη νόμιμες, οπότε θα απορρίψει τις
αγωγές αυτές με σύντομη και τυποποιημένη αιτιολογία. Η πρώτη επιλογή απαιτεί αναμφίβολα
περισσότερο χρόνο, θα οδηγήσει σε καθυστέρηση έκδοσης των αποφάσεων και μοιραία
θα εκθέσει τον Δικαστή σε κίνδυνο πειθαρχικών διώξεων, που τον τελευταίο καιρό
ούτως ή άλλως ασκούνται με μεγάλη ευχέρεια.
Την
στάση των Δικαστών στο ζήτημα αυτό δεν μπορεί κανείς να την προεξοφλήσει.
Είναι, όμως, σίγουρο ότι τέτοια διλήμματα (ή πειθαρχικός έλεγχος του Δικαστή ή
έκδοση αποφάσεων αρεστών στην Τρόικα) περιορίζουν στην ουσία την ανεξαρτησία
του Δικαστή. Θα ήταν σκόπιμο το νέο έτος να γίνει μία έρευνα στις σχετικές
αποφάσεις, ώστε να έχουμε μία τελική αποτίμηση της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας.
Φοβάμαι
ότι ανάλογες πρωτοβουλίες θα αναληφθούν και στο μέλλον από την εκτελεστική
εξουσία, στοχεύοντας σε ένα είδος οιονεί καθοδήγησης των Δικαστών. Χρέος της
Ένωσής μας είναι να αντισταθεί στην απαράδεκτη αυτή πρακτική, που μειώνει το
κύρος του Δικαστή και αφαιρεί από τον πολίτη την δυνατότητα ανεξάρτητης και
ανεπηρέαστης δικαστικής κρίσης.
Κλείνοντας
την ομιλία μου αισθάνομαι την ανάγκη να δώσω μία απάντηση στον κ. Προκόπη
Παυλόπουλο, ο οποίος στην εκδήλωση για τα 55 χρόνια της ΕΔΕ είπε ότι η
ανεξαρτησία των Δικαστών επαφίεται στον ηρωισμό τους.
Θα ήταν
προφανώς πολύ βολικό για την εκτελεστική εξουσία, η ανεξαρτησία των Δικαστών να
περιορίζεται στους 5 ή 10 ήρωες Δικαστές. Δεν μπορεί, όμως, κανείς να απαιτήσει
από το σύνολο των Δικαστών να είναι ήρωες, για να επιτελέσουν τα καθήκοντά
τους. Οι Δικαστές, όπως όλοι, είναι άνθρωποι με ευαισθησίες, ανάγκες, ανησυχίες
και αδυναμίες.
Η
ανεξαρτησία των Δικαστών δεν είναι δίχως άλλο δεδομένη∙ αν έτσι είχαν τα
πράγματα, δεν θα περιέχονταν στο Σύνταγμα και στα Διεθνή κείμενα ειδικές
ρυθμίσεις για την λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των Δικαστών, για την
διασφάλιση των αποδοχών τους, για το αυτοδιοίκητο των Δικαστηρίων και για το
ισότιμο των τριών Λειτουργιών του Κράτους.
Η νομική
κατοχύρωση των Δικαστών είναι εκείνη που μπορεί να εξασφαλίσει λιγότερη ή
περισσότερη ανεξαρτησία. Κι αυτό δεν μπορεί να αφεθεί στη διάθεση της
νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, αλλά θα πρέπει να το απαιτήσουμε εμείς
οι ίδιοι με δυναμισμό και χωρίς εκπτώσεις.
Χαράλαμπος Σεβαστίδης
Πρωτοδίκης Αθηνών
=============================
6. ΟΜΙΛΙΑ Κων/νου Σαργιώτη, Πρόεδρου Πρωτοδικών
Αγαπητοί
συνάδελφοι
Η
σημερινή γενική συνέλευση έρχεται ένα χρόνο μετά τις κινητοποιήσεις μας να
διαπιστώσει την πλήρη αδράνεια του δ.σ. που οδηγεί το κλάδο σε μαρασμό και
καθένα από εμάς σε εξουθένωση.
Το
προεδρείο του δ.σ. στην αρχή της θητείας του, σύρθηκε πίσω από την πρωτοφανή
πίεση του κόσμου για αντίδραση στα σχέδια της κυβέρνησης και η δράση του
εντατικοποιήθηκε και κορυφώθηκε μόνο προς το σκοπό κατευνασμού της οργής των
συναδέλφων και το σταμάτημα των κινητοποιήσεων.
Στη
συνέχεια και αφού πέτυχε την αναστολή δήθεν των κινητοποιήσεων και κατ’ ουσία
το βίαιο σταμάτημα τους, ακολούθησε η πλήρης αδρανοποίηση του προεδρείου του
δ.σ.. Που είναι οι μεγαλόστομες υποσχέσεις για επιτροπές επεξεργασίας
νομοθετικού πλαισίου, που πήγαν οι δεσμεύσεις για ενεργή παρουσία και δυνατή
φωνή των δικαστών στην κοινωνία.
Πριν
λίγες ημέρες και εν όψει της σημερινής γενικής συνέλευσης οργανώθηκε βιαστικά
και πρόχειρα η λεγόμενη πανδικαστική, που όμως κατέληξε για άλλη μία φορά σε
μία γκρίνια χωρίς προτάσεις, χωρίς προοπτική. Και όσοι προσπάθησαν να δώσουν
από το βήμα μία άλλη οπτική με συγκεκριμένες προτάσεις για ζητήματα που μας
απασχολούν όλους, αποδοκιμάστηκαν από το προεδρείο, αφού προφανώς ήταν σε
δυσαρμονία με τη δικής του απροθυμία για διάλογο και λύση.
Η
απόλυτη εγκατάλειψη της δικαιοσύνης και των δικαστών στην αθλιότητα της
καθημερινότητας μας, είναι εμφανής σε όλους όσους τη βιώνουμε σε δικαστικά
μέγαρα που καταρρέουν ή στερούνται της στοιχειώδους καθαριότητας και κανόνων
υγιεινής, σε αίθουσες που χρειάζεσαι εκδρομικό εξοπλισμό για να αντέξεις το
κρύο, σε ανακριτικά γραφεία χωρίς φαξ, χαρτί για εκτυπωτή και τόνερ. Χωρίς
μέτρα ασφαλείας και πλήρως εκτεθειμένοι. Είναι φανερή σε όλους εμάς που
στενάζουμε από το φόρτο εργασίας που μας στερεί στοιχειώδεις ανθρώπινες ανάγκες
για ελεύθερο χρόνο, χρόνο να αναθρέψουμε τα παιδιά μας και δημιουργεί
προβλήματα στους οικείους μας. Όλα τα παραπάνω συνδυάζονται με επικλήσεις για
δικαιοσύνη φιλική προς την επιχειρηματικότητα και τις διεθνείς επενδύσεις. Μας
μετατρέπουν δηλαδή σε φτηνό εργατικό προσωπικό για τα κέρδη των λίγων ισχυρών,
ελλήνων και ξένων. Από φορέας εξουσίας και εγγυητής της κοινωνικής ειρήνης και,
πρωτίστως, κοινωνικής δικαιοσύνης, το δικαστικό σώμα μετατρέπεται σε γρανάζι
μιας βαθιά καταπιεστικής και άνισης κοινωνίας, στην οποία και οι ίδιοι οι
δικαστικοί λειτουργοί δεν θα έχουν καλύτερη τύχη από τους γύρω τους.
Εμείς
λέμε όχι σε μία τέτοια δικαιοσύνη. Εμείς λέμε ναι σε μία δικαιοσύνη που θα
υπηρετεί την πηγή της εξουσίας της, δηλαδή τον ελληνικό λαό, σε όλα τα ουσιώδη
και σημαντικά ζητήματα που τον απασχολούν και στο δικαίωμα του για μία
αξιοπρεπή ζωή. Απέναντι σε αυτό τον κόσμο, που είναι οι οικείοι μας, οι φίλοι
μας, οι διπλανοί μας και βέβαια και εμείς οι ίδιοι, οφείλουμε να είμαστε όχι
«φιλικοί», αλλά πιστοί στον όρκο μας και το καθήκον μας, όπως και είμαστε.
Απέναντι
σε όλα αυτά τα μεγάλα ζητήματα το δ.σ. υπήρξε αδρανές και σιωπηρό και στη
καλύτερη περίπτωση απλώς γκρίνιαξε για την τιμή των όπλων. Ποτέ δεν απευθύνθηκε
στους συναδέλφους για να προτείνει λύσεις και να δείξει το δρόμο της
αξιοπρεπούς διεκδίκησης των λύσεων αυτών. Ποτέ δεν απευθύνθηκε στους
συναδέλφους για να τους καταστήσει κοινωνούς μίας διαδικασίας διαλόγου. Έφτιαξε
αμέσως μετά τις εκλογές επιτροπές για κώδικες, ή για τα υπερχρεωμένα, και τις
οποίες ουδέποτε ενεργοποίησε. Αφέθηκε στην ελπίδα της δικαίωσης των
μισθολογικών μας απαιτήσεων από το μισθοδικείο και εγκατέλειψε κάθε άλλο
θεσμικό ζήτημα στη τύχη του ελπίζοντας προφανώς ότι, εάν πάνε καλά οι αγωγές θα
ξεχάσουμε όλα τα άλλα προβλήματα που βασανιστικά μας βαραίνουν.
Η
τακτική αυτή του δ.σ. θα πρέπει επιτέλους να λάβει ένα τέλος και να αντιληφθούν
όλοι ότι λύσεις χωρίς τους δικαστές και σε βάρος των δικαστών δεν μπορούν πλέον
να γίνουν αποδεκτές. Στα χρόνια που πέρασαν μάθαμε πολλά και κάναμε
άλματα.
Είναι
ανάγκη και απαίτηση πια οι δικαστικοί λειτουργοί να, εκφράζουν ανοικτά τις
θέσεις τους σε κάθε ζήτημα που αφορά την δικαιοσύνη και απαιτώντας την
συμμόρφωση, της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας στις επεξεργασίες αυτές
χωρίς να τρέχουμε πίσω από την εκάστοτε κυβέρνηση και τους σχεδιασμούς της.
Επεξεργασίες που θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα διαρκούς, επίσημα θεσπισμένου
και ταυτόχρονα απόλυτα ανοικτού και δημοκρατικού διαλόγου μεταξύ των δικαστών
όλων των βαθμίδων, που θα περιλαμβάνει όλα τα θέματα χωρίς αποκλεισμούς και
εμμονές και θα διατυπώνει θέσεις όχι μόνο για το παρόν, αλλά και για το μέλλον.
Πρέπει πλέον να καταλάβουμε ότι είναι ανάγκη να προγραμματίζουμε το μέλλον, να
σχεδιάζουμε τις κατευθύνσεις και να οραματιζόμαστε το μέλλον της δικαιοσύνης
στη χώρα μας, προκειμένου να μπορούμε πάντα να ανταποκρινόμαστε με επάρκεια
στις ανάγκες του ελληνικού λαού για δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια. Κορυφαίο ζήτημα
που θα πρέπει να συζητήσουμε είναι για παράδειγμα το τι μοντέλο απονομής
δικαιοσύνης θα πρέπει ακολουθηθεί στη χώρα μας. Το ζήτημα έχει ήδη ανοίξει από
την πολιτεία, με σημαντικές αλλαγές σε διάφορους τομείς, όπως η εξωδικαστική
επίλυση διαφορών ή η ποινική συνδιαλλαγή. Η πλήρης απουσία των δικαστών ως
συγκροτημένης ομάδας, ως συνολικής οπτικής των πραγμάτων, είναι δυστυχώς
χαρακτηριστική για άλλη μία φορά. Επείγει να οργανωθεί ένας διάλογος για όλες
τις πτυχές και τις επιπτώσεις των αλλαγών αυτών. Θα πρέπει να συζητήσουμε τι
είναι αυτό που θέλουμε για την δικαιοσύνη στα επόμενα χρόνια, πως βλέπουμε το
λειτούργημα μας και να διαμορφώσουμε άποψη ικανή να επηρεάσει τις εξελίξεις που
έρχονται μέσα από μία σθεναρή στάση.
Κλείνοντας
αγαπητοί συνάδελφοι θα ήθελα να πω και αυτό. Κύλισε πολύ νερό στο αυλάκι και
έγιναν πολλά τα τελευταία αυτά χρόνια, που δεν είχαν προηγούμενο. Το τζίνι
βγήκε από το μπουκάλι και δεν ξαναμπαίνει. Όσοι ονειρεύονται δικαστές πειθήνια
στρατιωτάκια στους σχεδιασμούς τους καλά θα κάνουν να το ξεχάσουν.
"Γιατί πρέπει να παρακάμπτεται η Δικαιοσύνη και να μεταφέρεται δικαστική ύλη από τους Δικαστές σε ιδιώτες, των οποίων την εύνοια μπορούν να εξασφαλίσουν οι οικονομικά ισχυροί (τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις);" (από την ομιλία του κ. Χ. Σεβαστίδη)
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε αυτό το σκεπτικό θα πρέπει να καταργήσουμε και το θεσμό της διαιτησίας, που όντως τέμνει περιουσιακές διαφορές με τρόπο δεσμευτικό και δεν διευκολύνει απλώς μια λύση συμβιβαστική, όπως η διαμεσολάβηση. Κι αν οι διαμεσολαβητές δεν μπορούν να σταθούν αμερόληπτοι, μάλλον πρέπει να ξαναγυρίσουν στο γραφείο τους.
Είναι λυπηρό να βλέπει κανείς δικαστές που θέλουν να εκφράσουν το νέο, το διαφορετικό να δείχνουν τέτοιο αρνητισμό.
Όσο για τις "μεγάλες πολυεθνικές", πού τις είδαμε στην Ελλάδα;
Δικηγόρος
Δυστυχώς κ. δικηγόρε δεν μπορείς να ξεφύγεις από τη συντεχνιακή νοοτροπία. Μπορείς να συγκρίνεις την διαιτησία με την διαμεσολάβηση; Αν ταυτίζονται οι θεσμοί αυτοί δεν θα χρειαζόταν η πρόβλεψη του θεσμού της διαμεσολάβησης. Ζεις, όμως, σε μία πλάνη, αν νομίζεις ότι η διαμεσολάβηση έγινε για επιτάχυνση.
ΔιαγραφήΠάντως σε σχέση με την γενική συνέλευση (επειδή ήμουν μέχρι το τέλος) μου έμεινε μια πικρία για τη στάση των συναδέλφων, που για ακόμα μία φορά δεν έδειξαν ούτε το ελάχιστο ενδιαφέρον.
Θα συμφωνήσω σ' ένα σημείο: δεν (μπορεί να) έγινε για την επιτάχυνση η διαμεσολάβηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντίθετα, για να επιτύχει η διαμεσολάβηση και να πειστεί ακόμη κι η κακοπροαίρετη πλευρά να καταφύγει σ΄αυτήν, θα πρέπει να γνωρίζει (ας πω "φοβάται" και παρεξηγηθώ) ότι διαφορετικά η διαφορά θα οδηγηθεί πολύ γρήγορα στο δικαστήριο, θα δικασθεί και η απόφαση που θα αποδίδει στον καθένα ό,τι δικαιούται θα εκτελεσθεί όντως. Η περιβόητη επιτάχυνση φαίνεται λοιπόν να είναι μάλλον προϋπόθεση για την επιτυχία της διαμεσολάβησης παρά προσδοκόμενο όφελος από αυτήν.
Ίσως δικαίως ορισμένοι δεν περιμένουν πολλά από το νέο θεσμό. Αυτό πάντως δεν πιστεύω πως είναι λόγος να είμαστε επιφυλακτικοί ή αρνητικοί απέναντί του.
Ο ίδιος Δικηγόρος