Σύμφωνα με το άρθρο 93 §§2 και 3 του Συντάγματος: «2. Οι συνεδριάσεις κάθε δικαστηρίου είναι δημόσιες, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει με απόφασή του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων. 3. Κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη και απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση. Νόμος ορίζει τις έννομες συνέπειες που επέρχονται και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης του προηγούμενου εδαφίου. Η γνώμη της μειοψηφίας δημοσιεύεται υποχρεωτικά. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την καταχώριση στα πρακτικά ενδεχόμενης μειοψηφίας, καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις της δημοσιότητάς της.».
Με τις ανωτέρω διατάξεις ο συνταγματικός Νομοθέτης εισήγαγε, ως θεσμικό αντίβαρο στο κατ’ αρχήν ανέλεγκτο της δικαστικής εξουσίας, την αρχή της διαφάνειας των παραγόντων σχηματισμού της δικαστικής απόφασης, η οποία εξειδικεύεται στην αρχή της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των δικαστηρίων, στην αιτιολόγηση των δικαστικών αποφάσεων και στην καταχώρηση της γνώμης της μειοψηφίας1. Ειδικά η καταχώρηση της γνώμης της μειοψηφίας συνιστά ενίσχυση της συνταγματικά κατοχυρωμένης λειτουργικής ανεξαρτησίας του δικαστή2, καθόσον αυτός δεν αποτελεί παρακολούθημα της πλειοψηφίας με την οποία αναγκαστικά συντάσσεται, αλλά κρίνει σύμφωνα με τη δική του πεποίθηση για τα ανακύπτοντα πραγματικά και νομικά ζητήματα3. Παράλληλα, δε θα πρέπει να μην επισημανθεί ότι η πλειοψηφούσα γνώμη τίθεται εκ των πραγμάτων σε σύγκριση με την καταχωρούμενη μειοψηφία, ως προς το ζήτημα της αρτιότητας και επάρκειας της κάθε μίας εκ των δύο κρίσεων. Εξάλλου, σε εκτέλεση της §3 του άρθρου 93 του Συντάγματος, ψηφίσθηκε το άρθρο 40 του Ν. 2172/1993 σύμφωνα με το οποίο «Στις δικαστικές αποφάσεις και τα βουλεύματα καταχωρίζονται υποχρεωτικώς η γνώμη της τυχόν μειοψηφίας και τα ονόματα των δικαστών που μειοψηφούν.». Σε συνάφεια των ανωτέρω βρίσκεται το άρθρο 369 §2 ΚΠοινΔ κατά το οποίο «2. Οι αποφάσεις των πολυμελών δικαστηρίων καταρτίζονται από την ψήφο των δικαστών που συγκρότησαν το δικαστήριο σε μυστική διάσκεψη, στην οποία παρίσταται ο γραμματέας. Ο διευθύνων τη συζήτηση συγκεντρώνει τις ψήφους, αρχίζοντας από τον κατώτερο στο βαθμό και σε περίπτωση που οι δικαστές είναι ισόβαθμοι από τον νεότερο στο βαθμό, ενώ ο ίδιος ψηφίζει τελευταίος. Αν υπάρχει διχογνωμία, επικρατεί η γνώμη της πλειοψηφίας.4 Αν εκδηλώθηκαν περισσότερες από δύο γνώμες, οι δικαστές που ψήφισαν υπέρ της δυσμενέστερης γνώμης για τον κατηγορούμενο ή υπέρ της βαρύτερης ποινής προσχωρούν στη γνώμη εκείνων που ψήφισαν υπέρ της αμέσως ηπιότερης, ωσότου επιτευχθεί η πλειοψηφία.». Δηλαδή κατά τον ΚΠοινΔ, αν κατά την ψηφοφορία που ακολουθεί τη διάσκεψη (και που αμφότερες είναι μυστικές) επικρατήσουν περισσότερες των δύο γνώμες, τότε οι πλέον δυσμενείς για τον κατηγορούμενο θα πρέπει να προσχωρήσουν στις αμέσως ευμενέστερες, μέχρι το σχηματισμό δύο και μόνον γνωμών. Για παράδειγμα: Σε δίκη για απόπειρα ανθρωποκτονίας, που υπάγεται στο Μ.Ο.Δ., ένας ένορκος έχει τη γνώμη ότι ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος, τρείς ένορκοι θεωρούν ότι πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για επικίνδυνη σωματική βλάβη που είναι πλημμέλημα και τρεις δικαστές θεωρούν ότι πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την κακουργηματική πράξη που κατηγορείται. Αφού οι γνώμες είναι τρεις και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 369 §2 ΚΠοινΔ, θα πρέπει η δυσμενέστερη άποψη, που είναι εκείνη των δικαστών, να προσχωρήσει στην αμέσως ευμενέστερη άποψη της ενοχής για επικίνδυνη σωματική βλάβη. Έτσι η απόφαση που θα δημοσιευθεί θα είναι: «Ένοχος επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά πλειοψηφία. Μειοψήφησε ένας ένορκος που είχε την άποψη ότι ο κατηγορούμενος θα έπρεπε να κηρυχθεί αθώος». Η ύπαρξη τριών γνωμών και η υποχρεωτική προσχώρηση της τρίτης στη δεύτερη δε θα κοινοποιηθεί ποτέ στο ακροατήριο, καθόσον αποτελεί απόρρητο στοιχείο που πρέπει να μείνει γνωστό αποκλειστικά και μόνον στα πρόσωπα που συμμετείχαν στη διάσκεψη και την ψηφοφορία5. Σε συνέχεια του προηγούμενου παραδείγματος, οι δύο γνώμες για ενοχή λαμβάνουν από δύο ψήφους και άλλες δύο ψήφους λαμβάνει μια τέταρτη άποψη ότι θα πρέπει να παύσει υπό όρους η ποινική δίωξη. Στην περίπτωση αυτή η γνώμη της ενοχής για απόπειρα ανθρωποκτονίας θα προσχωρήσει στην αμέσως ευμενέστερη που είναι η ενοχή για επικίνδυνη σωματική βλάβη και εν συνεχεία, αφού εξακολουθούν να υπάρχουν τρεις απόψεις, η επικίνδυνη σωματική βλάβη θα προσχωρήσει στην παύση υπό όρους. Σε μια πιο ακραία περίπτωση, ένας ένορκος έχει τη γνώμη ότι ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος, ένας ένορκος θεωρεί ότι πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για επικίνδυνη σωματική βλάβη που είναι πλημμέλημα και δύο ένορκοι και τρεις δικαστές θεωρούν ότι πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την κακουργηματική πράξης που κατηγορείται. Δηλαδή, αν και υφίσταται πλειοψηφία 5-1-1, εντούτοις το άρθρο 369 §2 ΚΠοινΔ δεν επιτρέπει την ύπαρξη τριών απόψεων αλλά τουναντίον, διαπνεόμενο από την αρχή «in dubio pro reo», επιβάλλει τον «αυτόματο» σχηματισμό δύο γνωμών με τρόπο ευμενή για τον κατηγορούμενο. Προσωπικά θεωρώ ότι από τη στιγμή που μια άποψη λάβει κατά την πρώτη ψηφοφορία το 50%+1 των ψήφων, θα πρέπει να επιτρέπεται η καταχώρηση πέραν των δύο γνωμών. Όμως, το σημαντικότερο πρόβλημα του άρθρου 369 ΚΠοινΔ συνίσταται στην απαγόρευση γνωστοποίησης του τρόπου σχηματισμού του τελικού αποτελέσματος. Όταν στις περιπτώσεις που διαμορφώνονται εξ αρχής μόνον δύο γνώμες είναι υποχρεωτική η γνωστοποίηση των ονομάτων των δικαστών που μειοψήφησαν, γιατί στην περίπτωση της ύπαρξης πλέον των δύο απόψεων δε θα πρέπει να γίνεται γνωστό τι ψήφισε εξ αρχής ο κάθε δικαστής, αφού δε μεσολαβεί καμία συζήτηση αλλά η διαμόρφωση της τελικής πλειοψηφίας γίνεται με τον υποχρεωτικό τρόπο του άρθρου 369 ΚΠοινΔ; Και γιατί η αρχή της αμφιβολίας υπέρ του κατηγορουμένου δε μπορεί να συμβαδίζει με τη διαφάνεια του τρόπου σχηματισμού της πλειοψηφίας, ειδικά στις μέρες μας, που η δικαιοσύνη βάλλεται πανταχόθεν. Τι τάχα θα ενοχλούσε εάν κατά την απαγγελία της απόφασης γινόταν γνωστό ότι μπορεί ο κατηγορούμενος να καταδικάσθηκε κατά πλειοψηφία 6-1 για προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας που επισύρει ποινή φυλάκισης ή χρηματική ποινή6, αλλά κατά την πρώτη ψηφοφορία υπήρξε και μια τρίτη γνώμη, κατά την οποία έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος για βιασμό και που τελικά προσχώρησε αναγκαστικά στην αμέσως ευμενέστερη άποψη; Μήπως ήρθε η ώρα το άρθρο 369 ΚΠοινΔ να τροποποιηθεί, ώστε να ακουστεί επιτέλους η «βουβή» μειοψηφία;
Ιωάννης Χήνος
Εφέτης
1 Δημητρίου Τσάτσου «Συνταγματικό Δίκαιο», Τόμος Β΄ σελ. 487-488, Έκδοση Β΄, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα 1993.
2 Άρθρο 87 του Συντάγματος.
3 Θεοδώρου Τζανάκη, Αρεοπαγίτη ε.τ. «H μειοψηφία στη δικαστική πρακτική» ΝοΒ 2011 σελ. 695 επ.
4 Στον παλαιότερο ΚΠοινΔ στο άρθρο 371 §2 προβλεπόταν ότι σε περίπτωση ισοψηφίας επικρατεί η ευμενέστερη γνώμη για τον κατηγορούμενο. Η διάταξη αυτή δε κρίθηκε σκόπιμο να επαναληφθεί, καθώς ο αριθμός των μελών των δικαστηρίων είναι περιττός. Για την ιστορία αξίζει να αναφερθεί ότι το Κακουργιοδικείο (που αντικαταστάθηκε το 1967 από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο) αποτελείτο αμιγώς από δέκα (10) ενόρκους.
5 Βλ. άρθρο 251 ΠΚ και ΑΠ ποιν. 28/2012 ΠοινΧρον 2012/282
6 Άρθρο 337 §1 ΠΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish
5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"
Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ