ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 24-2-2018.
Υπήρξατε πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Μέχρι και
τη λήξη της θητείας σας δεν μας είχε
συνηθίσει η Ένωση σε συνεχείς
ανακοινώσεις και παρεμβάσεις σε πολιτικές αντιπαραθέσεις. Παρατηρείτε εσείς μια
καινοφανή πρακτική κι αν ναι που την αποδίδετε;
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, η ίδρυση της οποίας
προβλέπεται από το ίδιο το Σύνταγμα, σκοπό έχει τη διασφάλιση και την ενίσχυση
της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των Δικαστικών Λειτουργών, τη
βελτίωση των όρων απονομής της Δικαιοσύνης, τη προώθηση των συμφερόντων
των μελών της, την ανάπτυξη πνεύματος
αλληλεγγύης μεταξύ αυτών καθώς και την προαγωγή της Νομικής Επιστήμης. Οποιαδήποτε άλλη ενέργειά της εκφεύγει του ως
άνω καταστατικού της σκοπού, πολύ δε περισσότερο η εμπλοκή της στις πολιτικές
και κομματικές αντιπαραθέσεις, που συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της
διάκρισης των εξουσιών. Το πρόβλημα με τις ανακοινώσεις του Προεδρείου της ΕΔΕ
δεν είναι μόνο ο υπερβολικός αριθμός αυτών (103 σ’ ένα έτος, όπως
υπερηφανεύεται), που σημαίνει έλλειψη διαλόγου με τους θεσμικούς φορείς αλλά
κυρίως το περιεχόμενό τους, δεδομένου ότι έφθασε στο σημείο να αμφισβητήσει τις
δημοκρατικές αρχές, που διέπουν το δικαστικό μας σύστημα, αναφέροντας, ότι αυτό
ακολουθεί το παράδειγμα της Τουρκίας και της Πολωνίας, με συνέπεια να διασυρθεί
η χώρα μας πανευρωπαϊκά και να παρουσιασθεί ως χώρα με έλλειμμα Δημοκρατίας. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων είναι
επιστημονικό σωματείο, επομένως και ο λόγος των Δικαστών και Εισαγγελέων που
εκπροσωπούν το σύνολο του Δικαστικού Σώματος πρέπει να παραμένει επιστημονικός,
να μην μετατρέπεται σε συνδικαλιστικό λόγο, σε μέσο έκφρασης των προσωπικών αντιλήψεων και απόψεων, να μην έχει
ούτε συμπολιτευτικό ούτε αντιπολιτευτικό χαρακτήρα. Εξάλλου, αυτό απαγορεύεται
και από ρητή συνταγματική διάταξη. Πράγματι,
παρατηρείται μία καινοφανής πρακτική αυτή
της αμετροέπειας, που δύναται να βλάψει το κύρος της Δικαιοσύνης. Τα αίτια,
θεωρώ, είναι η λανθασμένη αντίληψη για τις σχέσεις των τριών εξουσιών, η
λανθασμένη αντίληψη για το θεσμικό ρόλο των Δικαστικών Ενώσεων και η έλλειψη θεσμικής ψυχραιμίας, που πρέπει να
διέπει το λόγο και το έργο των Δικαστών.
Τις ημέρες αυτές οι Εισαγγελείς Διαφθοράς δέχονται έναν ανελέητο
πόλεμο τη στιγμή που είναι επιφορτισμένοι με την προανάκριση για μία μεγάλη
υπόθεση δημοσίου συμφέροντος. Η ΕΔΕ όμως δεν υπερασπίστηκε στην περίπτωση αυτή
τα μέλη της. Πώς το κρίνετε αυτό;
Το Προεδρείο της ‘Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, το οποίο, θεωρώ, ευρίσκεται σε δυσαρμονία με τη βούληση της πλειοψηφίας του Δικαστικού Σώματος, καθότι αποτελεί ένα ετερόκλητο σχήμα, τα μέλη του οποίου, για να διαφυλάξουν την επιθυμητή ενότητα, επιδίδονται σε καθημερινό αγώνα προβαδίσματος στην ακραία έκφραση, όχι μόνο δεν υπερασπίσθηκε τα μέλη της Ένωσης, που επιτελούν με ευσυνειδησία το καθήκον τους αλλά αντίθετα, με σχετική ανακοίνωση, με ημερομηνία 12-2-2018, έβαλε κατά του συνόλου των Ελλήνων Δικαστών υποδεικνύοντας: « Οι Δικαστές και Εισαγγελείς της χώρας ΟΦΕΙΛΟΥΝ να ενεργούν σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους». Οι εκ των έσω βολές πλήττουν το κύρος της Δικαιοσύνης και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στο θεσμό, που αποτελεί το τελευταίο καταφύγιό τους, ειδικά, τώρα, που μαστίζονται από τη συνεχιζόμενη κρίση. Με την προαναφερόμενη ιδιότητα της πρώην Προέδρου της Ένωσης μπορώ να διαβεβαιώσω ότι όλοι οι Δικαστικοί και Εισαγγελικοί Λειτουργοί ΕΝΕΡΓΟΥΝ ΠΑΝΤΑ σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους, δεν είναι δεκτικοί χειραγώγησης, δεν δέχονται εντολές και υποδείξεις από κανέναν και ΕΝΕΡΓΟΥΝ ΠΑΝΤΑ κατά συνείδηση. Στον αντίποδα δε αυτής της προσβλητικής για το σύνολο του Δικαστικού Σώματος τοποθέτησης ήρθε η λιτή κοινή τοποθέτηση της φυσικής ηγεσίας της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, του Προέδρου του Αρείου Πάγου κ. Βασιλείου Πέππα και της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου κ. Ξένης Δημητρίου, οι οποίοι, στηρίζοντας όλους τους Δικαστές και Εισαγγελείς που χειρίζονται υποθέσεις, που αφορούν το δηµόσιο συµφέρον και προβληµατίζουν την κοινωνία, ζήτησαν νηφαλιότητα και αυτοσυγκράτηση στη δημόσια κριτική των δικαστικών ενεργειών, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι αποτρεπτική κάθε είδους παρεµβάσεων στο έργο των Δικαστικών Λειτουργών.
Πώς χαρακτηρίζετε τη συλλογή υπογραφών προκειμένου - στο στάδιο
αυτό - να αφαιρεθεί η υπόθεση του Κ. Φρουζή από τον ανακριτή; Είναι ή όχι
σύννομη με βάση το Νόμο 4022/2011;
Ως Δικαστής, που υπηρετώ στο Εφετείο Αθηνών, μπορώ να
γνωρίζω ότι η ενέργεια της συλλογής (ελάχιστων) υπογραφών, με πρωτοβουλία κάποιων
συναδέλφων, αντιμετωπίσθηκε με καχυποψία για το από πού εκπορεύεται και τι
εξυπηρετεί και παράλληλα προκάλεσε πολλά ερωτηματικά. Πρόκειται για μία προσπάθεια
αφαίρεσης της δικογραφίας από το φυσικό Δικαστή – Ανακριτή, στην προκειμένη
περίπτωση, με την αιτιολογία ότι ο Ανακριτής του πρώτου βαθμού δεν είναι ικανός
να χειρισθεί μία δικογραφία μεγάλης σπουδαιότητας και δημοσίου συμφέροντος. Οι Ειδικοί
Ανακριτές του ν. 4022/2011, οι οποίοι είναι έμπειροι Πρόεδροι Πρωτοδικών,
εργαζόμενοι κάτω από αντίξοες συνθήκες, νυχθημερόν, όχι
μόνο από άποψη υλικοτεχνικής υποδομής αλλά και νομικού οπλοστασίου (έλλειψη
Ειδικού Σώματος Πραγματογνωμόνων, Δικαστικής Αστυνομίας κλπ.) επιδεικνύουν
ιδιαίτερο σθένος και έχουν αποδείξει ότι συμβάλλουν τα μέγιστα στην κάθαρση του
δημοσίου βίου και στην καταπολέμηση της διαφθοράς. Μία αναδρομή στις υποθέσεις
που χειρίσθηκαν από το έτος 2011 και μετέπειτα και στην περαιτέρω πορεία αυτών
αποδεικνύει περίτρανα τη νομική επάρκεια, την επιστημοσύνη, την ικανότητα στο
χειρισμό πολύπλοκων υποθέσεων, το σθένος
και το ήθος που τους διακρίνει. Αν
είναι σύννομη η αφαίρεση της δικογραφίας από τον Ανακριτή του ν. 4022/2011, θα
μου επιτρέψετε να τοποθετηθώ στην Ολομέλεια του Εφετείου Αθηνών, αν βεβαίως
συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός υπογραφών για τη σύγκλησή της, της οποίας
αποτελώ μέλος. Ωστόσο, πρέπει να αναφέρω ότι ο ν. 4022/2011 είναι ένας ειδικός
νόμος, που ρυθμίζει την άσκηση της ποινικής δίωξης, την ανάκριση και την
εκδίκαση υποθέσεων διαφθοράς πολιτικών και κρατικών αξιωματούχων, υποθέσεων
μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και μείζονος δημοσίου συμφέροντος.
Σε συνέντευξη σας είχατε
δηλώσει ότι η υποτιθέμενη κρίση μεταξύ δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας
είναι φαινομενική και τεχνητή και ότι διαχρονικά για λόγους πολιτικής
ιδιοτέλειας κυβερνητικοί παράγοντες κρίνουν κατά το δοκούν τις δικαστικές
αποφάσεις. Συμμερίζεστε ακόμα τη δήλωση αυτή;
Είναι γεγονός, ότι η ορθή δικανική κρίση δεν συμβαδίζει αναγκαστικά με τις επιλογές των
εκάστοτε Κυβερνώντων. Οι Δικαστικοί Λειτουργοί αποφασίζουν με βάση το Σύνταγμα
και τους νόμους, δίχως να λαμβάνουν υπόψη ούτε τις κυβερνητικές επιλογές ούτε τις
ευμετάβλητες πλειοψηφίες της κοινής γνώμης, με συνέπεια να παρατηρείται,
διαχρονικά, το φαινόμενο της άσκησης κριτικής των μη αρεστών στους Κυβερνώντες δικαστικών
αποφάσεων με κριτήρια πολιτικά και κομματικά και της διάκρισης των αποφάσεων σε
φιλοκυβερνητικές ή αντικυβερνητικές, σε αποφάσεις που συμβάλλουν στην επίτευξη
του δημοσιονομικού στόχου ή μη κλπ. Η άσκηση τέτοιου είδους κριτικής το μόνο
που επιτυγχάνει είναι να κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη
και να προσβάλλει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη διάκριση των λειτουργιών, που επιτάσσει
το σεβασμό των δικαστικών αποφάσεων από την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία
και κυρίως τη συμμόρφωσή τους μ’ αυτές. Να σημειωθεί, ότι η κριτική των
δικαστικών αποφάσεων με επιστημονικά κριτήρια και ο επιστημονικός σχολιασμός
τους είναι διαφορετικό ζήτημα και επιβάλλεται διότι συμβάλλει στην βελτίωση της
απονομής της Δικαιοσύνης.
Τι πρέπει να γίνει σήμερα, ώστε ο πολίτης να βεβαιωθεί ότι οι
αρμόδιοι δικαστές θα φτάσουν χωρίς παρεμβάσεις από οποιονδήποτε μέχρι το τέλος
τη διερεύνηση του σκανδάλου, αποδίδοντας ευθύνες όπου υπάρχουν ειδικά
όταν στο παρελθόν είδαμε συχνά παρόμοιες υποθέσεις να μην παρέχουν αυτό που
ονομάζουμε ασφάλεια δικαίου;
Αυτό που επιβάλλεται, να γίνει, ώστε να ολοκληρωθεί η
διερεύνηση όχι μόνο της υπόθεσης που μονοπωλεί το ενδιαφέρον όλων τις
τελευταίες ημέρες αλλά και των χιλιάδων υποθέσεων που φέρονται ενώπιον των
Δικαστηρίων είναι να επικρατήσει αυτοσυγκράτηση των εκπροσώπων των άλλων δύο
λειτουργιών, των εκπροσώπων των κομμάτων, οι παραπάνω να επιδείξουν εμπιστοσύνη
και σεβασμό στους Λειτουργούς της
Δικαιοσύνης, οι οποίοι είναι προσηλωμένοι στην υψηλή αποστολή τους, είναι
ανεξάρτητοι και ενεργούν με απόλυτο σεβασμό στο Σύνταγμα και τους νόμους. Να δημιουργηθεί ένα ασφαλές περιβάλλον
άσκησης των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων και να παύσει η αμφισβήτηση της
ανεξαρτησίας των Δικαστών, η οποία γίνεται με σκοπό να αποδομήσουν το σημαντικό
τους έργο. Με αυτές τις προϋποθέσεις θα έχουμε, αυτό που όλοι επιθυμούμε ταχεία
και αποτελεσματική Δικαιοσύνη, που αποτελεί
συστατικό στοιχείο κάθε σύγχρονου κράτους δικαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish
5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"
Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ