Δευτέρα 18 Απριλίου 2022

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΜΟΝΟ ΜΕ ΡΙΖΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ


 


Ευσταθίου Κ. Βεργώνη, Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών



Το πρόβλημα της επιτάχυνσης της ποινικής δικαιοσύνης είναι σαν το χέλι. Δεν ξέρεις από πού να το πιάσεις Πού ακριβώς εντοπίζεται η καθυστέρηση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι εδώ δεν έχουμε την γραμμική πορεία της πολιτικής δίκης, όπου η μέτρηση γίνεται από την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου μέχρι την έκδοση οριστικής, τελεσίδικης ή αμετάκλητης απόφασης. Εδώ έχουμε τρία κυρίως στάδια, την προδικασία μέχρι την κίνηση της ποινικής δίωξης κατ’ άρθρο 43 ΚΠΔ, τη ενδιάμεση διαδικασία στα κακουργήματα – για όσα δεν προβλέπεται η απ’ ευθείας κλήση - , ως ενδιάμεση διαδικασία νοείται κυρίως η σύνταξη και υποβολή της εισαγγελικής πρότασης στο δικαστικό συμβούλιο, και η έκδοση βουλεύματος από το τελευταίο, και την κύρια διαδικασία στο ακροατήριο είτε των υποθέσεων για τις οποίες δεν εκδόθηκε εισαγγελική διάταξη που περαίωσε την διαδικασία στο στάδιο της προδικασίας, ή απαλλακτικό βούλευμα στην ενδιάμεση διαδικασία. Εντοπίζοντας, εσφαλμένα κατά την γνώμη μου, το πρόβλημα στον χρόνο της ενδιάμεσης διαδικασίας, αν και αυτή αποτελεί ένα επί μέρους παράγοντα, έχει αναπτυχθεί τον τελευταίο καιρό, ιδιαίτερα μεταξύ δικαστικών λειτουργών, αναφέρω ενδεικτικά τον Εισαγγελέα Εφετών Π. Παναγιωτόπουλο που υποστήριξε την κατάργηση της ενδιάμεσης διαδικασίας, με την περάτωση της κύριας Ανάκρισης με απ’ ευθείας κλήση, και τον Εφέτη Χαρ. Σεβαστίδη, εκ των κυρίων συντακτών του νέου ΚΠΔ, που υπεραμύνθηκε της ενδιάμεσης διαδικασίας, ακόμη και με επέκτασή της, ως τρόπου επιτάχυνσης της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.



Ιδιαίτερα σημαντικές είναι εν προκειμένω είναι και οι τρεις νέες προβλέψεις του ισχύοντος Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, δηλαδή α) του άρθρου 45 § 2 ΚΠΔ, για την δυνατότητα αποχής του Εισαγγελέα από την ποινική δίωξη, β) των άρθρων 400 και επ. ΚΠΔ, για την περαίωση της υπόθεσης με την διαδικασία έκδοσης ποινικής διαταγής και γ) των άρθρων 302 και επ. για την ποινική συνδιαλλαγή και την ποινική διαπραγμάτευση. Οι δύο τελευταίες προβλέψεις είναι σημαντικές. Διατύπωσα επιφυλάξεις όχι για την θέσπιση των εναλλακτικών τρόπων περαίωσης των ποινικών υποθέσεων, που πολύ αργά, μετά από τρεις δεκαετίες, έρχεται να συναντήσει τις μεταρρυθμίσεις του ποινικού συστήματος στις άλλες χώρες του ηπειρωτικού δικαίου, αλλά επειδή θεωρώ ότι περιορίζεται πολύ η δυνατότητα ευρείας εφαρμογής τους, με ορατό και μετρήσιμο αποτέλεσμα στον περιορισμό των υποθέσεων που εισάγονται στα ποινικά ακροατήρια. Συνοπτικά να αναφέρω την μη δυνατότητα του Εισαγγελέα να κινήσει αυτεπαγγέλτως την διαδικασία της ποινικής διαπραγμάτευσης στην ρύθμιση του άρθρου 303 ΚΠΔ, αφού η πρωτοβουλία δίδεται μόνον στον κατηγορούμενο, όπως και τον περιορισμό της δυνατότητας του Εισαγγελέα να αιτηθεί την έκδοση ποινικής διαταγής, μόνο σε ελαφρά πλημμελήματα, για όσα προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή κοινωφελής εργασία. Θα πρέπει η δυνατότητα έκδοσης της ποινικής διαταγής να επεκταθεί σε όλα τα εγκλήματα για τα οποία προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι τρία έτη, η μη πρόταση για έκδοσή της από τον Εισαγγελέα να γίνεται με ειδική αιτιολογία.

Με αυτές τις ρυθμίσεις ο Εισαγγελέας θα γίνει ο leader τηνς επιτάχυνσης της ποινικής διαδικασίας.

Θα πρέπει να γίνει οπωσδήποτε η κατά τα άνω διεύρυνση του θεσμικού πλαισίου, παράλληλα με την ανάγκη πλήρους αιτιολόγησης της μη χρήσης των διαδικασιών αυτών, και η στενή παρακολούθηση με στατιστικές έρευνες ώστε να φθάσει το σύστημα σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, εννοώ ποσοστό μείωσης των εισαγομένων στα ακροατήρια και στην ενδιάμεση διαδικασία ανάκρισης δικαστικών συμβουλίων, μεγαλύτερο του 50%.

Συγκριτικά βέβαια η ποινική δικαιοσύνη βρίσκεται σε καλύτερο σημείο χρονικής απόδοσης, από τους άλλους κλάδους της δικαιοσύνης. Αυτό βέβαια οφείλεται σε δύο κυρίως παράγοντες. Κυρίως στα σχετικά αυστηρά χρονικά όρια παραγραφής και, δευτερευόντως, για ορισμένες κατηγορίες κακουργημάτων, στην προσωρινή κράτηση και τα στενά χρονικά της όρια.

Αν και δεν έχω στην διάθεσή μου αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία, νομίζω ότι το πρόβλημα της καθυστέρησης στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης στην χώρα, εντοπίζεται κυρίως στη διαδικασία των ακροατηρίων. Σε αυτό το επίπεδο διατυπώνονται κατά καιρούς διάφορες προτάσεις, οι οποίες στην ουσία δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Τέτοιες είναι π.χ. η επί δίωρο παράταση των συνεδριάσεων των ποινικών δικαστηρίων ακόμη και χρονικός περιορισμός των αγορεύσεων. Επειδή όλοι οι παρόντες έχουν αρκούσα εμπειρία από ποινικά ακροατήρια, εφαρμόζοντας αυτές στην καθημερινή πρακτική, γνωρίζουμε ότι ελάχιστα θα προσφέρουν, και για να είμαστε εξαντλητικά λεπτομερείς, όταν μια καλή ‘’απόδοση’’ για ένα Πενταμελές είναι η εκδίκαση τεσσάρων από τις δέκα πέντε εισαχθείσες υποθέσεις, το αποτέλεσμα θα είναι το πολύ η εκδίκαση μιας επί πλέον, υπό το κράτος και της απόφασης της ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων. και εκτός από τα πιο πάνω θα πρέπει να δούμε και κάποια άλλα δεδομένα. Επίσης η μείωση των τμημάτων εργασίας (ευρύτερα γνωστών ως τμημάτων διακοπών) δεν θα συνεισφέρει κανένα αποτέλεσμα, αφού σε αυτά τα τμήματα εκδικάζονται ίδια ποινικά ακροατήρια με τις υπόλοιπες χρονικές περιόδους. Δηλαδή οι συχνά ακουόμενες προτάσεις για αύξηση του ωραρίου, περιορισμό των αγορεύσεων και μείωση των ‘’δικαστικών διακοπών’’ είναι απλώς ασπιρίνες για βαριά ασθένεια.

Από την επαγγελματική μου εμπειρία και συγκεκριμένα δύο υποθέσεις που έτρεχαν και σε άλλα δικαστικά συστήματα, αποκόμισα πολύτιμα συμπεράσματα.

Η πρώτη, ως Εισαγγελέας Πρωτοδικών, με αφορμή μια ανθρωποκτονίας με πρόθεση που έλαβε χώρα σε πλοίο ελληνικής σημαίας όταν προσέγγιζε σε Ελληνικό λιμάνι, όπου επιλήφθηκαν της πράξης οι ιταλικές αρχές. Για λόγους τους οποίους οι περισσότεροι γνωρίζετε (μη εφαρμογή του ευρωπαϊκού ne bis in idem), σχηματίσθηκε δικογραφία και από την ελληνική δικαιοσύνη. Από ό,τι πληροφορήθηκα αργότερα, ενώ η ελληνική προκαταρκτική δεν είχε ολοκληρωθεί, ήδη στην Ιταλία γίνονταν δικαστήριο για την μείωση της ποινής που είχε αποδεχτεί ο κατηγορούμενος στην διαδικασία του pleas.

Η δεύτερη όταν μου ανατέθηκε η κατάρτιση πρότασης για μια σημαντική, και ογκωδέστατη. Υπόθεση διαφθοράς, σχετική με κρατικές προμήθειες. Το περισσότερο ανακριτικό υλικό προήρχετο από γερμανική δικογραφία. Κατά την επεξεργασία διαπίστωσα ότι ήμουν ο 20ος περίπου Έλληνας δικαστικός λειτουργός που ασχολήθηκα με την δικογραφία στον τρίτο χρόνο από την έναρξη της ποινικής διαδικασίας, ενώ η γερμανική δικογραφία είχε περατωθεί αμετάκλητα σε χρονικό διάστημα μικρότερο των δύο χρόνων, με ουσιαστική απασχόληση ενός Εισαγγελέα και μικρού αριθμού βοηθών του, από την γερμανική δικαστική αστυνομία, και την διεκπεραιωτική απλώς απασχόληση χαμηλόβαθμου δικαστή για την έγκριση της αρχειοθέτησης. Σημειωτέον ότι η υπόθεση εδώ δεν έχει δικαστεί ακόμη σε δεύτερο βαθμό. Οι δικαστές δε που έχουν απασχοληθεί, έχουν ήδη φτάσει περίπου τους σαράντα, ενώ θα απασχοληθούν τουλάχιστον δέκα ακόμη.

Εδώ ακριβώς εντοπίζεται, κατά την γνώμη μου, το πρόβλημα του χρόνου στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης. Στον υπερβολικά μεγάλο αριθμό των δικαστών που απαιτούνται για την αμετάκλητη περάτωση μιας ποινικής υπόθεσης. Και αυτό έχει σημαντική επίπτωση όχι μόνον στην απόδοση των ποινικών δικαστηρίων, αλλά εμμέσως έχει σημαντικό αποτέλεσμα και στον κλάδο της πολιτικής δικαιοσύνης, αφού οι πολιτικοί δικαστές είναι ταυτόχρονα και ποινικοί στην χώρα μας.

Επίσης μεγάλο βήμα για την επιτάχυνση της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης με την μείωση του αριθμού των δικαστικών λειτουργών που απασχολούνται σε κάθε υπόθεση, θα αποτελέσει η επανεξέταση των ρυθμίσεων για τα ένδικα μέσα. Όχι με τον περιορισμό τους, αλλά με τον τυπικό και ουσιαστικό προέλεγχό τους από δικαστικό όργανο, να σταματήσει δηλαδή η άμεση μεταβίβαση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.

Δευτερευόντως και παράλληλα θα πρέπει να εξετασθεί και η κατάργηση του πενταμελούς Εφετείου και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων του Τριμελούς να εκδικάζονται από Τριμελές συγκείμενο από αρχαιότερους δικαστές όπως γίνεται και με τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου.

Οι ανάγκες αυτές και οι λύσεις σχετικά με την απονομή της ποινικής Δικαιοσύνης στην χώρα δεν είναι τωρινές, είναι παλιές. Και υπάρχουν από τότε τουλάχιστον που έγιναν οι μεταρρυθμίσεις στα ποινικά συστήματα άλλων χωρών. Υπήρχαν αρκετά πριν εισαχθεί ο ισχύων Κώδικας Ποινικής Δικονομίας. Ο οποίος, ακόμη και μετά την επανεισαγωγή του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων, διακρίνεται για την μη μείωση ων δικαστών που απασχολούνται σε κάθε υπόθεση, μάλλον το αντίθετο, και μάλιστα σε μια χώρα που διαθέτει αναλογικά 20% περίπου περισσότερους δικαστές.

Μέσα από μια πρόχειρη έρευνα σχετικά με την μεταρρύθμιση των άλλων παρόμοιων ποινικών συστημάτων, συγκράτησα την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη του δικηγόρου Κων. Παπαδόπουλου με τίτλο ‘’ Η ιταλική ποινική μεταρρύθμιση’’, δημοσιευμένη στον τόμο 2011 της Ποινικής Δικαιοσύνης (σελ. 1334), όπου περιγράφεται εκτενώς το περιεχόμενο και το χρονικό της υπερδεκαετούς εφαρμογής του νέου Ιταλικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κρίσιμες διατάξεις του οποίου είχαν κριθεί αντισυνταγματικές με αποφάσεις του Συνταγματικού και του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, εκδιδόμενες αλλεπάλληλα σε όλη την δεκαετία του 1990. Τελικά η Ιταλική νομοθετική εξουσία με πλειοψηφία 2/3 και στα δύο νομοθετικά σώματα, Γερουσία και Βουλή, προχώρησε σε Συνταγματική αναθεώρηση ώστε να εφαρμοστεί η Δικονομία, όπως είχε νομοθετηθεί αρχικά. Και με ποιόν τρόπο; Με την εισαγωγή κρίσιμων διατάξεων της ΕΣΔΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish


5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.

7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"


Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ