Η σύγκληση της Ολομέλειας του
Πρωτοδικείου Αθηνών με πρόταση για τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής
Υπηρεσίας γίνεται εσπευσμένα, σε λάθος χρόνο και πάντως χωρίς να
επιβάλλεται επί της ουσίας τροποποίηση του Κανονισμού.
Σύμφωνα με το άρθρο 237 παρ. 4 ΚΠολΔ,
όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015 και πρόκειται να ισχύσει την
1.1.2016, μέσα σε 15 ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας
ορίζεται ο δικαστής ή η σύνθεση του πολυμελούς πρωτοδικείου που θα
εκδικάσουν την υπόθεση, ενώ η ημερομηνία της δικασίμου ορίζεται το
αργότερο εντός 30 ημερών από την παρέλευση της πιο πάνω 15νθήμερης
προθεσμίας, εκτός «αν ο προβλεπόμενος από τον κανονισμό του δικαστηρίου
αριθμός υποθέσεων, που ανατίθεται σε κάθε δικαστή, καλυφθεί», οπότε η
συζήτηση της υπόθεσης «… γίνεται στον απολύτως αναγκαίο χρόνο».
Με το προτεινόμενο σχέδιο τροποποίησης του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας δεν προσαρμόζονται απλώς οι σχετικές με την κατάθεση και συζήτηση των αγωγών ρυθμίσεις του υφιστάμενου κανονισμού, αλλά καθιερώνονται νέες, παράλληλες δικάσιμοι για την εκδίκαση των υποθέσεων που θα κατατίθενται μετά την 1.1.2016. Αυτό θα έχει ως συνέπεια των υπερδιπλασιασμό των υποθέσεων που κάθε δικαστής θα χρεώνεται τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 2016 και μετά.
Υπό τα σημερινά δεδομένα, με οργανικές θέσεις που προβλέφθηκαν πριν από πολλές δεκαετίες και δεν ανταποκρίνονται στην αυξημένη δικαστική ύλη, με δεκάδες κενά τόσο στις θέσεις των Προέδρων Πρωτοδικών όσο και των Πρωτοδικών, με την απασχόληση συναδέλφων σε υπηρεσίες και διαδικασίες που μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν άγνωστα (υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ειδικοί ανακριτές διαφθοράς Ν. 4022/2011, κ.λ.π.), είναι αδιανόητο να γίνεται συζήτηση για αύξηση του αριθμού των υποθέσεων που θα εκδικάζονται από το Πρωτοδικείο μας. Ο κίνδυνος για υποβάθμιση του δικαιοδοτικού μας έργου και της ποιότητας απονομής της Δικαιοσύνης είναι κάτι παραπάνω από ορατός.
Από καμία διάταξη του νέου Ν. 4335/2015 δεν επιβάλλεται η τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας, αλλά αντίθετα υπάρχει ρητή και σαφής πρόβλεψη για ορισμό της δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων που θα κατατίθενται μετά την 1.1.2016, με βάση τις ήδη υφιστάμενες προβλέψεις των Κανονισμών κάθε Δικαστηρίου.
Είναι γνωστό ότι το άρθρο 17 Α παρ. 7 Ν. 1756/1988 (Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 86 παρ. 2 Ν. 4055/2012, προβλέπει σε σχέση με τις αποφάσεις της Ολομέλειας κάθε Δικαστηρίου, που αφορούν σε τροποποιήσεις Κανονισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας, την έγκριση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δηλ. του Αρείου Πάγου, ο οποίος έχει δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης των αποφάσεων αυτών. Μάλιστα, όπως έχει ερμηνευτεί η διάταξη αυτή του άρθρου 17 Α παρ. 7 Ν. 1756/1988, ο Άρειος Πάγος μπορεί να τροποποιήσει τον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας, όχι μόνο όταν ελήφθη απόφαση για τροποποίηση του Κανονισμού, αλλά και σε περίπτωση που η πρόταση για τροποποίηση του Κανονισμού απορρίπτεται από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Αυτό έγινε και στην περίπτωση της απόφασης της Ολομέλειας του Πρωτοδικείου Αθηνών κατά το προηγούμενο δικαστικό έτος, όταν ομόφωνα αποφασίστηκε η μη αύξηση των πινακίων των ΜΟΔ, αλλά τελικά ο Άρειος Πάγος αποφάσισε την αύξηση αυτή.
Είναι προφανές ότι όποια απόφαση και αν ληφθεί σήμερα από την Ολομέλεια του Πρωτοδικείου, ακόμα και αν απορριφθεί η πρόταση για τροποποίηση του Κανονισμού, η τελική απόφαση θα ανήκει στον Άρειο Πάγο.
Πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερα υπόψη ότι με βάση και τις διαβεβαιώσεις της Προέδρου του Αρείου Πάγου, επίκειται άμεσα, εντός του Νοεμβρίου, η τροποποίηση των διατάξεων του Ν. 4055/2012 που αφορούν στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων (Ν. 1756/1988), μεταξύ των οποίων και το άρθρο 17 Α παρ. 7 Ν. 1756/1988. Υπό το καθεστώς που πρόκειται να διαμορφωθεί, θα ανατίθεται και πάλι η οριστική απόφαση σχετικά με τους Κανονισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας αποκλειστικά και μόνο στο κάθε Δικαστήριο, χωρίς δυνατότητα παρέμβασης του Αρείου Πάγου.
Επιβάλλεται, λοιπόν, η συζήτηση για την τροποποίηση του Κανονισμού του Πρωτοδικείου μας να γίνει υπό το νέο καθεστώς.
Ζητάμε την απόσυρση του θέματος της τροποποίησης του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας από τη σημερινή Ολομέλεια του Πρωτοδικείου μας και την επαναφορά της μόνο μετά την επικείμενη τροποποίηση του Ν. 1756/1988.
Με το προτεινόμενο σχέδιο τροποποίησης του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας δεν προσαρμόζονται απλώς οι σχετικές με την κατάθεση και συζήτηση των αγωγών ρυθμίσεις του υφιστάμενου κανονισμού, αλλά καθιερώνονται νέες, παράλληλες δικάσιμοι για την εκδίκαση των υποθέσεων που θα κατατίθενται μετά την 1.1.2016. Αυτό θα έχει ως συνέπεια των υπερδιπλασιασμό των υποθέσεων που κάθε δικαστής θα χρεώνεται τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 2016 και μετά.
Υπό τα σημερινά δεδομένα, με οργανικές θέσεις που προβλέφθηκαν πριν από πολλές δεκαετίες και δεν ανταποκρίνονται στην αυξημένη δικαστική ύλη, με δεκάδες κενά τόσο στις θέσεις των Προέδρων Πρωτοδικών όσο και των Πρωτοδικών, με την απασχόληση συναδέλφων σε υπηρεσίες και διαδικασίες που μέχρι πριν μερικά χρόνια ήταν άγνωστα (υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ειδικοί ανακριτές διαφθοράς Ν. 4022/2011, κ.λ.π.), είναι αδιανόητο να γίνεται συζήτηση για αύξηση του αριθμού των υποθέσεων που θα εκδικάζονται από το Πρωτοδικείο μας. Ο κίνδυνος για υποβάθμιση του δικαιοδοτικού μας έργου και της ποιότητας απονομής της Δικαιοσύνης είναι κάτι παραπάνω από ορατός.
Από καμία διάταξη του νέου Ν. 4335/2015 δεν επιβάλλεται η τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας, αλλά αντίθετα υπάρχει ρητή και σαφής πρόβλεψη για ορισμό της δικασίμου προς συζήτηση των υποθέσεων που θα κατατίθενται μετά την 1.1.2016, με βάση τις ήδη υφιστάμενες προβλέψεις των Κανονισμών κάθε Δικαστηρίου.
Είναι γνωστό ότι το άρθρο 17 Α παρ. 7 Ν. 1756/1988 (Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 86 παρ. 2 Ν. 4055/2012, προβλέπει σε σχέση με τις αποφάσεις της Ολομέλειας κάθε Δικαστηρίου, που αφορούν σε τροποποιήσεις Κανονισμών Εσωτερικής Υπηρεσίας, την έγκριση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δηλ. του Αρείου Πάγου, ο οποίος έχει δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης των αποφάσεων αυτών. Μάλιστα, όπως έχει ερμηνευτεί η διάταξη αυτή του άρθρου 17 Α παρ. 7 Ν. 1756/1988, ο Άρειος Πάγος μπορεί να τροποποιήσει τον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας, όχι μόνο όταν ελήφθη απόφαση για τροποποίηση του Κανονισμού, αλλά και σε περίπτωση που η πρόταση για τροποποίηση του Κανονισμού απορρίπτεται από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Αυτό έγινε και στην περίπτωση της απόφασης της Ολομέλειας του Πρωτοδικείου Αθηνών κατά το προηγούμενο δικαστικό έτος, όταν ομόφωνα αποφασίστηκε η μη αύξηση των πινακίων των ΜΟΔ, αλλά τελικά ο Άρειος Πάγος αποφάσισε την αύξηση αυτή.
Είναι προφανές ότι όποια απόφαση και αν ληφθεί σήμερα από την Ολομέλεια του Πρωτοδικείου, ακόμα και αν απορριφθεί η πρόταση για τροποποίηση του Κανονισμού, η τελική απόφαση θα ανήκει στον Άρειο Πάγο.
Πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερα υπόψη ότι με βάση και τις διαβεβαιώσεις της Προέδρου του Αρείου Πάγου, επίκειται άμεσα, εντός του Νοεμβρίου, η τροποποίηση των διατάξεων του Ν. 4055/2012 που αφορούν στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων (Ν. 1756/1988), μεταξύ των οποίων και το άρθρο 17 Α παρ. 7 Ν. 1756/1988. Υπό το καθεστώς που πρόκειται να διαμορφωθεί, θα ανατίθεται και πάλι η οριστική απόφαση σχετικά με τους Κανονισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας αποκλειστικά και μόνο στο κάθε Δικαστήριο, χωρίς δυνατότητα παρέμβασης του Αρείου Πάγου.
Επιβάλλεται, λοιπόν, η συζήτηση για την τροποποίηση του Κανονισμού του Πρωτοδικείου μας να γίνει υπό το νέο καθεστώς.
Ζητάμε την απόσυρση του θέματος της τροποποίησης του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας από τη σημερινή Ολομέλεια του Πρωτοδικείου μας και την επαναφορά της μόνο μετά την επικείμενη τροποποίηση του Ν. 1756/1988.
Χαράλαμπος Σεβαστίδης
Πρόεδρος Πρωτοδικών
Μέλος του Δ.Σ. της ΕΔΕ
πως δεν επιβαλλεται????
ΑπάντησηΔιαγραφήμε βαση ποιον αριθμο κατα δικαστη θα γινεται η χρεωση, αφου ο νομος προβλεπει συγκεκριμενο αριθμο κατα δικαστη υποθεσεων...
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι είναι -τουλάχιστον- θεσμικά άτοπο να υποβάλλεται αίτημα έκτακτης συνεδριάσεως του δσ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων αναφορικά με την σύγκληση της ολομέλειας του Πρωτοδικείου. Ο κανονισμός δικαστηρίων προβλέπει μόνο την κλήση εκ μέρους του Τριμ Συμβ Διευθ του Πρωτοδικείου ώστε να υπάρχει παρουσία εκπροσώπου της Ένωσης στην Ολομέλεια. Τίποτα άλλο.
ΑπάντησηΔιαγραφή