Απόφαση 503 / 2024 (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 503/2024
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Μουλιανιτάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρουλιώ Δαβίου, Γεώργιο Καλαμαρίδη, Αθανάσιο Θεοφάνη, Αγαθή Δερέ-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 7 Φεβρουαρίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών (ΑΦΜ ...) και ήδη από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η οποία εδρεύει στην Αθήνα οδός ...) και τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ..., ο οποίος εδρεύει στην ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την Σοφία Μπίκου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και δεν κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Α. Σ. του Α., κατοίκου ..., 2) Φ., χήρας Α. Σ., κατοίκου ..., 3) Φ. Σ. του Α., κατοίκου ..., 4) Α. Α. του Σ., κατοίκου ..., 5) Α. Σ. του Σ., κατοίκου ..., 6) Ε. Π. του Σ., κατοίκου ..., 7) Α. Π. του Δ., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Στέλιο Βαγιάνο, και κατέθεσαν προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19-12-2017 αγωγή των υπό στοιχεία 1, 4, 5, 6, 7 ήδη αναιρεσιβλήτων και του ήδη αποβιώσαντος Α. Σ. του Α., δικαιοπαρόχου των ήδη υπό στοιχεία 2 και 3 αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 511/2020 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 2004/2022 του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί το αναιρεσείον με την από 30-8-2022 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η, από 30-08-2022, αίτηση αναίρεσης στρέφεται κατά της με αριθμ. 2004/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία έγινε δεκτή η από 15-06-2020 έφεση των ήδη αναιρεσιβλήτων κατά της εκκαλούμενης, με αριθμ. 511/2020, απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμη η αγωγή των 1ου 4ης, 5ου, 6ης και 7ου των αναιρεσιβλήτων και του Α. Σ., δικαιοπαρόχου των 2ης και 3ης των αναιρεσιβλήτων, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση, κράτησε την υπόθεση, δίκασε την αγωγή και δέχθηκε αυτήν κατ' ουσίαν. Η παραπάνω αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, διότι από, την από 08-06-2022, επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στο αναιρεσείον μέχρι την κατάθεση αυτής, στις 30-08-2022, στη γραμματεία του Εφετείου Αθηνών, δεν παρήλθε η 30ηνθήμερη προθεσμία, διότι το χρονικό διάστημα των δικαστικών διακοπών, από 1η Ιουλίου μέχρι 15 Σεπτεμβρίου 2021, σύμφωνα τη διάταξη του άρθρου 11 εδ. α' του Κώδικα των Νόμων περί δικών του Δημοσίου, που κωδικοποιήθηκε με το κανονιστικό διάταγμα της 26ης.06/10.07.1944, όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3514/2006 και ισχύει, δεν υπολογίζεται, διότι η ως άνω προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών. Είναι, συνεπώς, παραδεκτή (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1, 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
ΙΙ. [1] Από τις διατάξεις των άρθρων 215, 237, 238 ΚΠολΔ, που ορίζουν το πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, οι οποίες, κατά την διάταξη του άρθρου 1 άρθρου ενάτου παρ. 1 του Ν. 4335/2015, εφαρμόζονται για τις κατατιθέμενες μετά την 01/01/2016 αγωγές, διαμορφώνεται η εξέλιξη της έγγραφης διεξαγωγής της δίκης στη βάση συγκεκριμένων κάθε φορά προθεσμιών, που δημιουργούν επί μέρους στάδια προόδου της δίκης. Ειδικότερα, στο άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ ορίζεται ότι στην περίπτωση του άρθρου 237 η αγωγή επιδίδεται στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την κατάθεσή της και αν αυτός ή κάποιος από τους ομόδικους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής μέσα σε προθεσμία 60 ημερών, αν δε η αγωγή δεν επιδοθεί μέσα στην προθεσμία αυτή, θεωρείται ως μη ασκηθείσα. Στο άρθρο 237 ΚΠολΔ ορίζεται ότι μέσα σε προθεσμία 100 ημερών ή 130 ημερών αν κάποιος από τους διαδίκους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, η οποία αρχίζει από τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της αγωγής, κατά την παρ. 2 του άρθρου 215, οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις τους και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα, που επικαλούνται σ` αυτές, και μέσα στην ίδια προθεσμία κατατίθενται το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής, καθώς και τα πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους, κατά το άρθρο 96 και σε περίπτωση έλλειψης των πληρεξούσιων εγγράφων εφαρμόζεται το άρθρο 227 ΚΠολΔ, ότι οι αμοιβαίες αντικρούσεις γίνονται με προσθήκη στις προτάσεις, που κατατίθεται μέσα στις επόμενες 15 ημέρες από την λήξη της ανωτέρω προθεσμίας της παρ.1, οπότε κλείνει και ο φάκελος της δικογραφίας (παρ. 2), ότι μέσα σε 15 ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου ορίζεται ο δικαστής και για τις υποθέσεις του πολυμελούς πρωτοδικείου η σύνθεση του δικαστηρίου και ο εισηγητής καθώς και η ημέρα και ώρα συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του δικαστηρίου, σε δικάσιμο που ορίζεται σε χρόνο όχι μεγαλύτερο από 30 ημέρες από την παρέλευση της ανωτέρω δεκαπενθήμερης προθεσμίας, κατά την οποία δικάσιμο η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (παρ. 3). Μετά την τήρηση της προδικασίας που προβλέπεται στις λοιπές διατάξεις του άρθρου 237 ΚΠολΔ, κατά την ορισμένη δικάσιμο δεν εξετάζονται μάρτυρες και η υπόθεση συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους (παρ. 6) και με την επιφύλαξη της παρ. 8, στην οποία προβλέπεται επανάληψη της συζήτησης, στην περίπτωση που κρίνεται απολύτως αναγκαία η εξέταση, στο ακροατήριο, μαρτύρων, μετά τη συζήτηση εκδίδεται η οριστική απόφαση με βάση τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας (παρ. 7). Με τις ανωτέρω διατάξεις θεσπίζονται σύντομες σχετικά προθεσμίες ενέργειας τόσο των διαδίκων όσο και του δικαστηρίου, και ειδικά για την παράλειψη του ενάγοντος να επιδώσει την αγωγή στον εναγόμενο εντός των προθεσμιών του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ επιβάλλεται ως κύρωση να θεωρηθεί η αγωγή ως μη ασκηθείσα, δηλαδή ανυπόστατη (ΑΠ 1497/2023, ΑΠ 343/2023, ΑΠ 692/2023). Κατά τις διατάξεις του άρθρου 227 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν τη διαμόρφωσή του με προσθήκη στην παρ. 2 τέταρτο εδαφίου, από 01-01-2022 με το άρθρο 10 και 120 του ν. 4842/2021, ορίζεται (παρ. 1) Αν υπάρχουν τυπικές παραλείψεις που μπορούν να αναπληρωθούν, ο πρόεδρος οποιουδήποτε πολυμελούς δικαστηρίου ή ο εισηγητής ή ο δικαστής μονομελούς δικαστηρίου καλεί να τις συμπληρώσει και μετά την συζήτηση, τον πληρεξούσιο δικηγόρο ή το διάδικο, εφόσον παρίσταται αυτοπροσώπως, τάσσοντας εύλογη κατά την κρίση του προθεσμία. (παρ. 2) Η πρόσκληση γίνεται και τηλεφωνικώς, ο δε γραμματέας βεβαιώνει με σημείωση στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας τον χρόνο της ειδοποίησης, τα ζητούμενα στοιχεία και την προθεσμία. Αν η τηλεφωνική πρόσκληση είναι αδύνατη ή δυσχερής, αποστέλλεται έγγραφο, αντίγραφο του οποίου τηρείται στο φάκελο της δικογραφίας. Στο αντίγραφο αυτό σημειώνεται η ημερομηνία αποστολής του εγγράφου". Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι αν ο διάδικος παραλείψει, μέσα στην ανωτέρω προθεσμία των 100 ημερών ή 130 ημερών, να καταθέσει το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής, μπορεί να συμπληρωθεί η έλλειψη της κατάθεσης αυτού, κατόπιν πρόσκλησης του δικαστή (δια του γραμματέως), η οποία γίνεται και τηλεφωνικώς, ο δε γραμματέας βεβαιώνει με σημείωση στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας τον χρόνο της ειδοποίησης. Έτσι, οι διάδικοι, οι οποίοι πρέπει να έχουν ήδη κατά την έγγραφη προδικασία υποβάλει τις προτάσεις τους (και πιθανώς δικόγραφο προσθήκης-αντίκρουσης σε αυτές), καθώς και να έχουν προσκομίσει τα αποδεικτικά τους έγγραφα, δεν υποχρεούνται να παραστούν κατά τη συζήτηση, χωρίς η απουσία τους αυτή να είναι δυνατό να επιφέρει δυσμενείς σε αυτούς δικονομικές συνέπειες. Έτσι, και υπό τη νέα τακτική διαδικασία προβλέπεται η συμπλήρωση των παραλείψεων με την εφαρμογή του άρθρου 227 ΚΠολΔ για όσες εκ των τυχόν ελλείψεων εξακολουθήσουν να θεωρούνται και υπό τη νέα τακτική διαδικασία τυπικές, όπως η ανωτέρω έκθεση επίδοση της αγωγής. Η συμπλήρωση αυτή δεν αποκλείεται από τη μη αναφορά της συμπλήρωσης της έλλειψης αυτής, στο άρθρο 237 παρ. 1εδγ στο οποίο γίνεται μνεία της συμπλήρωσης με το άρθρο 227 της έλλειψης κατάθεσης των πληρεξούσιων εγγράφων, προς ειδική επισήμανση της ταχείας συμπλήρωσης αυτής με απλή πρόσκληση του άρθρου 227 ΚΠολΔ, και όχι με τη διαδικασία του άρθρου 105 ΚΠολΔ, με την οποία προβλέπεται η έκδοση απόφασης για τη συμπλήρωση της σχετικής έλλειψης. [2] Σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 1 ΚΠολΔ οι διατάξεις του άρθρου 227 ΚΠολΔ εφαρμόζονται και στη διαδικασία στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 275/2019, ΑΠ 2006/2017). [3] Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 126 παρ.1 εδ. δ` ΚΠολΔ των άρθρων 5, 96 παρ. 1 του Κώδικα των νόμων περί Δικών του Δημοσίου (Διάταγμα 26.6/10.7.1944), άρθρ. 8 παρ. 1 περ. γ` και παρ. 3 περ. α` του ν. 3086/2002, άρθρ. 85 παρ.1 του ΚΕΔΕ (ν.δ. 356/1974), άρθρων 1, 2, 17, 36, 41, 43 του ν. 4389/2016, και 85 παρ. 1 του ν.δ. 356/1974, άρθρα 2 παρ. 2 περ. γ υποπερ. ιι, 69 παρ. 2 περ. Γ, 80 π.δ. 111/2014, Α' 178, προκύπτει ότι, ειδικώς, η επίδοση της αγωγής με την οποία διώκεται η αγωγή ακύρωσης, λόγω πλάνης, της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας, η οποία επήλθε στο πρόσωπό του κληρονόμου, με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης, και αναγνωριστική αγωγή ότι επήλθαν οι έννομες συνέπειες της έγκυρης αποποίησης με δήλωση αποποίησης που έλαβε χώρα από το χρόνο γνώσης της αποποίησης του κληθέντος προγενέστερα κληρονόμου, στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων 1711, 1846 1847, 1848, 1850, 1856, 1857 ΑΚ και 70 ΚΠολΔ, ήτοι αγωγής με την οποία επιδιώκεται η οριοθέτηση του κληρονομικού δικαιώματος του διάδικου - κληρονόμου και το καταληκτικό της δίκης πόρισμα έχει ως συνέπειες, μεταξύ άλλων, και την απάλειψη της ιδιότητας του οφειλέτη του Δημοσίου από το πρόσωπο του διάδικου ως κληρονόμου γίνεται, μετά την 01-01-2017, είτε στον Υπουργό Οικονομικών (άρθρ. 5 του Κώδικα των νόμων περί Δικών του Δημοσίου (Διάταγμα 26.6/10.7.1944) είτε στον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, άρθρ. 1 παρ. 1 και 4, 17 παρ. 1, 36 παρ. 1. 41 παρ. 1, 43 του ν. 4389/2016, 85 του ν.δ. 356/1974, άρθρα 2 παρ. 2 περ. γ υποπερ. ιι, 69 παρ. 2 περ. Γ, 80 π.δ. 111/2014, Α' 178 (ΑΠ 1496/2023, ΑΠ 1497/2023, ΑΠ 1498/2023). [4] Κατά το άρθρο 559 αρ. 14 λόγος αναίρεσης ιδρύεται αν το δικαστήριο κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο. Ο λόγος αυτός αφορά σε ακυρότητες, ανίσχυρο, απαράδεκτα και εκπτώσεις, που χαρακτηρίζονται ως δικονομικές, και σχετίζονται με τα εισαγωγικά της δίκης έγγραφα (αγωγές, ανακοπές κ.λ.π.) ή δημιουργούνται κατά την ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας διαδικασία (Ολ ΑΠ 1/2019, ΟλΑΠ 25/2008, ΑΠ 1383/2021), δηλαδή δημιουργείται από την αθέτηση - παραβίαση δικονομικής διάταξης, με αποτέλεσμα η δικονομική ενέργεια να στερείται των αναγκαίων προϋποθέσεων του κύρους της (Ολ ΑΠ 2/2001, ΑΠ 1608/2022, ΑΠ 1222/2022). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, το απαράδεκτο αφορά μόνο στις "επιτευκτικές" διαδικαστικές πράξεις, δηλαδή εκείνες που τείνουν στη δημιουργία των αναγκαίων όρων για την έκδοση συγκεκριμένης απόφασης, ώστε η, κατ` αποτέλεσμα, ενέργειά τους να εκδηλώνεται με την απόφαση και μόνο δυνάμει αυτής (ΑΠ 927/2019, ΑΠ 357/2018). Έτσι, με τον ανωτέρω, από το άρθρο 559 αρ. 14 ΚΠολΔ, αναιρετικό λόγο ελέγχονται, πλην άλλων, το ανυπόστατο της αγωγής, λόγω μη επίδοσης της εντός της προθεσμίας του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 1497/2023, ΑΠ 1181/2022, ΑΠ 647/2022). [5] Από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που ο νόμος δεν επιτρέπει, ή παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίστηκαν ή δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Ως αποδεικτικά μέσα νοούνται αυτά που περιλαμβάνονται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ, και, επομένως, δεν είναι αποδεικτικά μέσα τα διαδικαστικά έγγραφα της εκκρεμούς δίκης, όπως η αγωγή, οι προτάσεις (ΑΠ 1124/2018) και η έκθεση επίδοσης της αγωγής. [6] Ο από τον αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης μπορεί να συρρέει με το λόγο του αρ. 11β, όταν το αποδεικτικό μέσο προσκομίστηκε απαραδέκτως, όπως μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, στο ακροατήριο, και παρά ταύτα το δικαστήριο, το έλαβε υπόψη (ΑΠ 1916/2022, ΑΠ 286/2007). Ιδρύει τον από τον αρ. 14 παραπάνω λόγο και η εσφαλμένη κήρυξη ή μη κήρυξη ως απαράδεκτου κάποιου αποδεικτικού μέσου (ΑΠ 1035/2022), ως συνέπεια παράβασης δικονομικών διατάξεων, οι οποίες θέτουν ορισμένες προϋποθέσεις ως προς τη διαδικαστική πράξη, η μη τήρηση των οποίων αποκλείει εκ των προτέρων την πράξη αυτή (ΑΠ 130/2023, ΑΠ 571/2021, ΑΠ 673/2013).
ΙΙΙ. [1] Στην προκείμενη περίπτωση, από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, προκύπτουν τα εξής: Οι 1ος, 4η, 5ος 6η και 7ος των αναιρεσιβλήτων καθώς και ο Α. Σ. του Α., με την από 19-12-2017 αγωγή τους, αφού εξέθεταν ότι την κληρονομία του αποβιώσαντος, στις 19-07-2007, Σ. Σ. του Ι. και της Σ., αποποιήθηκαν, οι πλησιέστεροι συγγενείς αυτού, καλούμενοι ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτού: α) της πρώτης τάξης και η σύζυγος αυτού, που συνέτρεχε με αυτούς, β) της δεύτερης τάξης, κλήθηκαν οι ίδιοι ως εξ αδιαθέτου συγγενείς του κληρονομούμενου της τρίτης τάξης, και, συγκεκριμένα, ως πρώτα εξαδέλφια αυτού από την πατρική γραμμή αυτού, οι 1ος, 4η, 5ος και 6η των αναιρεσιβλήτων, και ο Α. Σ. του Σ. και από τη μητρική γραμμή αυτού ο 7ος αναιρεσίβλητος, από το αναιρεσείον, Ελληνικό Δημόσιο, προς καταβολή ληξιπρόθεσμων και βεβαιωμένων χρεών, ζήτησαν: 1) να ακυρωθεί, λόγω ουσιώδους πλάνης, η πλασματική αποδοχή από τους ίδιους της ως άνω κληρονομίας, και 2) να αναγνωριστούν ως έγκυρες οι αναφερόμενες δηλώσεις αποποίησης της επαχθείσας σ' αυτούς ως άνω κληρονομίας, ως γενόμενες μέσα στην προθεσμία των τεσσάρων μηνών από την γνώση α) του θανάτου του ανωτέρω συγγενούς του και β) της ανωτέρω αποποίησης κληρονομίας των κληρονόμων των προγενέστερων τάξεων. Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλούμενη, με αριθμ. 511/2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως κατ' ουσίαν αβάσιμη και επί της έφεσης των αναιρεσιβλήτων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία, αφού απορρίφθηκε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη η αγωγή κατά το αίτημα ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής, αναγνωρίστηκε ότι είναι έγκυρες οι αναφερόμενες δηλώσεις αποποίησης κληρονομίας των 1ου, 4ης, 5ου, 6η και 7ου των αναιρεσιβλήτων, και του Α. Σ. του Σ., στη θέση του οποίου μετά τον επισυμβάντα, στις 14-01-2019, ήτοι μετά την άσκηση της αγωγής, υπεισήλθαν οι 2η και 3η των αναιρεσιβλήτων. Ειδικότερα, με την προσβαλλόμενη απόφαση, μεταξύ άλλων, κρίθηκε ότι "... η κρινόμενη αγωγή, η οποία σημειωτέον δεν είναι ανυπόστατη - όπως αβάσιμα ισχυρίστηκε το εναγόμενο-εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο με τις προτάσεις του, επικαλούμενο ότι δήθεν δεν έχει επιδοθεί στον νόμιμο εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., αφού από την υπ' αριθμόν .../21-12-2017 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ε. Λ., που προσκόμισαν οι εκκαλούντες μετά από ειδοποίησή τους από την Γραμματέα του Δικαστηρίου προς συμπλήρωση τυπικών παραλείψεων (άρθρο 227 § 1 ΚΠολΔ), αποδεικνύεται ότι η κρινόμενη αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον νόμιμο εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., την οποία παρέλαβε η εξουσιοδοτηθείσα προς τούτο Μαρία Γραμματικάκη - Πάρεδρος του Ν.Σ.Κ..", ήτοι ότι με την επίδοση της αγωγής, στις 21-12-2017, στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ολοκληρώθηκε η άσκησης της ένδικης αγωγής, η οποία κατατέθηκε, στις 20-12-2017 στη γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μέσα στην προβλεπόμενη 30νθήμερη προθεσμία του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ. Επομένως, το Εφετείο, δεν παρέλειψε, παρά το νόμο, να κηρύξει ως ανυπόστατη την ένδικη αγωγή, διότι για την ολοκλήρωση των έννομων συνεπειών της άσκησης αυτής, ως αφορώσα την οριοθέτηση του κληρονομικού δικαιώματος των εναγόντων, αρκεί η επίδοση, μετά την 01-01-2017, είτε στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., όπως έλαβε χώρα στην προκείμενη περίπτωση, είτε στον Υπουργό Οικονομικών, και, συνεπώς, ο, από τον αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο το αναιρεσείον υποστηρίζει τα αντίθετα είναι αβάσιμος. [2] Ο, από τον αρ. 11β του άρθρου 559 ΚΠολΔ, δεύτερος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση, με επίκληση ότι παρά το νόμο έλαβε υπόψη το εκπροθέσμως προσκομισθέν, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, και μετά από κλήση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, αποδεικτικό μέσο της έκθεση επίδοσης της αγωγής, είναι απαράδεκτος. Και, τούτο, η έκθεση επίδοσης αποτελεί διαδικαστικό έγγραφο της ένδικης δίκης, και όχι αποδεικτικό μέσο με την έννοια του άρθρου 339 ΚΠολΔ, στα οποία αναφέρεται ο αναιρετικός λόγος από τον αρ. 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ήτοι προς διάγνωση της ουσίας της διαφοράς. Ο αυτός παραπάνω λόγος αναίρεσης, αν ήθελε εκτιμηθεί ως λόγος αναίρεσης, από τον αρ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την έννοια της παραβίασης της διάταξης του άρθρου 237 παρ. 1εδ β του ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος, διότι η παράλειψη κατάθεσης της έκθεσης επίδοσης της αγωγής, μέσα στη συγκεκριμένη προθεσμία, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, συνιστά τυπική παράλειψη, δυνάμενη, κατ' άρθρ. 524 παρ. 1 και 227 ΚΠολΔ, να συμπληρωθεί και μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, με κλήση του πληρεξούσιου δικηγόρου του διαδίκου, όπως, κατά την προσβαλλόμενη απόφαση, επισυνέβη στην προκείμενη περίπτωση. Επομένως, το εφετείο δεν παράλειψε, παρά το νόμο, να κηρύξει ανυπόστατη την αγωγή.
IV. Κατόπιν αυτών, και επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης. Τέλος, πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι κατέθεσαν προτάσεις, κατά παραδοχήν του αιτήματος αυτών, στο αναιρεσείον, λόγω της ήττας του (άρθρ. 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), μειωμένα κατ' άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αρ. 18 ΕισΝΚΠολΔ, άρθρο 5 παρ. 12 του Ν.1738/1987 και 2 της ΥΑ 134423/1992 (Οικονομικών και Δικαιοσύνης), όπως ορίζεται, ειδικότερα, στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30-08-2022 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για αναίρεση της με αριθμ. 2004/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το αναιρεσείον στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 6 Μαρτίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 4 Απριλίου 2024.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish
5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"
Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ