Στη συνέχεια ακολούθησε διαλογική συζήτηση
και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μελών της Ολομέλειας, στην οποία μετείχε και ο
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Σημειωτέον
ότι η συζήτηση, όπως και η επακολουθήσασα ψηφοφορία, διεξήχθη ανά άρθρο επί
του ως άνω Σχεδίου Νόμου και ότι ο Εισαγγελέας, αφού διατύπωνε την άποψή του,
ανά άρθρο, αποχωρούσε από την αίθουσα, πριν την έναρξη της ψηφοφορίας και
επανήρχετο στην Ολομέλεια, προκειμένου να συμμετέχει στη συζήτηση επί του
επομένου άρθρου.
Αρχικά, έλαβε το λόγο ο Εισαγγελέας του
Αρείου Πάγου Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες και είπε τα εξής: «Θα ήθελα να θέσω προς
συζήτηση ακόμη και τον τίτλο του σχεδίου νόμου. Προτείνω λοιπόν ο τίτλος του
σχεδίου νόμου να είναι ΄΄Για τη δίκαιη
δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης΄΄».
Η ως άνω πρόταση έγινε ομόφωνα αποδεκτή από όλα τα μέλη της Ολομέλειας.
Η διαλογική συζήτηση μεταξύ των μελών της
Ολομέλειας συνεχίσθηκε ανά άρθρο του υπό κρίση σχεδίου νόμου, και είχε ως εξής,
αφού προηγουμένως ο Εισηγητής για κάθε άρθρο χωριστά του υπό κρίση σχεδίου
νόμου αναφερόταν ειδικά στην αντίστοιχη περικοπή της προτασσόμενης στην παρούσα
εισηγητικής έκθεσής του.
ΜΕΡΟΣ Α΄
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ
ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Άρθρο 1
Νοµικά πρόσωπα
1. Το άρθρο 69 του
Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκηση
του νοµικού προσώπου, ή, αν τα συµφέροντά τους συγκρούονται προς εκείνα του
νοµικού προσώπου, ο ειρηνοδίκης διορίζει προσωρινή διοίκηση ύστερα από αίτηση
όποιου έχει έννοµο συµφέρον».
2. Το άρθρο 73 του
Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν ο νόµος ή η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν
ορίζουν διαφορετικά ή το αρµόδιο όργανο δεν αποφάσισε διαφορετικά, η εκκαθάριση
γίνεται από εκείνους που έχουν τη διοίκηση του νοµικού προσώπου. Αν δεν
υπάρχουν, ο ειρηνοδίκης διορίζει έναν ή περισσότερους εκκαθαριστές».
3. Το άρθρο 81 του
Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν συντρέχουν οι νόµιµοι όροι, ο ειρηνοδίκης διατάσσει:
1. Να δηµοσιευθεί στον τύπο περίληψη του καταστατικού µε τα ουσιώδη στοιχεία
του, 2. να εγγραφεί το σωµατείο στο βιβλίο των σωµατείων. Η εγγραφή αυτή
περιλαµβάνει το όνοµα και την έδρα του σωµατείου, τη χρονολογία του
καταστατικού, τα µέλη της διοίκησης και τους όρους που την περιορίζουν. Το
καταστατικό επικυρώνεται από τον ειρηνοδίκη, κοινοποιείται στον εισαγγελέα
πρωτοδικών και κατατίθεται στο αρχείο του πρωτοδικείου».
4. Το άρθρο 82 του
Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Τη διαταγή του ειρηνοδίκη που απορρίπτει την αίτηση έχει
δικαίωµα να ανακόψει µόνο εκείνος που την είχε υποβάλει. Τη διαταγή που δέχεται
την αίτηση έχει δικαίωµα να ανακόψει µόνο ο εισαγγελέας πρωτοδικών
αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης της εποπτεύουσας αρχής καθώς και κάθε τρίτος
που έχει έννοµο συµφέρον».
5. Το άρθρο 83 του
Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Το σωµατείο αποκτά προσωπικότητα από τη στιγµή που θα
εγγραφεί στο βιβλίο. Η εγγραφή γίνεται µε την έκδοση της διαταγής του άρθρου
81».
Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες, αφού
έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, ανέπτυξε την άποψή του, η οποία έχει ως εξής:
«Πρώτα από όλα νομοτεχνικά πρέπει να υπάρχει ενοποιημένη ορολογία. Εδώ λοιπόν η
ορολογία πρέπει να ενοποιηθεί. Ο νομοθέτης πρέπει να επιλέξει τον όρο
΄΄διάταξη΄΄ ή ΄΄διαταγή΄΄».
Ρένα Ασημακοπούλου, Πρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Στην προκειμένη
περίπτωση πρέπει να αποφασίσουμε αν είναι σωστό να χρησιμοποιηθεί ο όρος
΄΄διαταγή΄΄ ή ΄΄διάταξη΄΄ . Εάν χρησιμοποιήσουμε τον όρο
΄΄διατάσσει΄΄ είναι σαν τη διαταγή πληρωμής, οπότε δεν χρειάζεται σκεπτικό η
απόφαση. Απλώς το περιεχόμενό της δεν θα περιέχει νομικές αιτιολογίες αλλά θα
εξαντλείται στο διατακτικό. Εάν χρησιμοποιήσουμε τον όρο ΄΄αποφασίζει΄΄ πρέπει η
΄΄διάταξη΄΄ να έχει ένα συνοπτικό σκεπτικό. Εάν όμως ασκηθεί ανακοπή, σε
περίπτωση που απορριφθεί η αίτηση, επί της ανακοπής δύναται να ασκηθεί έφεση
και κατά της αποφάσεως του εφετείου δύναται να ασκηθεί και αναίρεση. Εδώ λοιπόν
μπορούμε να πούμε ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο όρος ΄΄διαταγή΄΄, όπως και με
την διαταγή πληρωμής. Οι διατάξεις αυτές αφορούν, όπως θα δούμε και στα
παρακάτω άρθρα, την εκουσία, τα ασφαλιστικά μέτρα και τις διαταγές πληρωμής.
Χαράλαμπος Αθανασίου, Αρεοπαγίτης: «Παλαιότερα
ο νόμος και πάλι χρησιμοποιούσε τον όρο ΄΄διατάσσει΄΄. Εδώ πρέπει να σκεφθούμε
εάν ο όρος ΄΄ανακοπή΄΄ είναι δόκιμος.
Μήπως δηλαδή πρέπει να πούμε ότι εδώ έχουμε την περίπτωση της ΄΄τριτανακοπής΄΄.
΄Η μήπως καλύτερα της ΄΄προσφυγής΄΄ για την περίπτωση απόρριψης της αίτησης.»
Εμμανουήλ Καλούδης, Αντιπρόεδρος του Αρείου
Πάγου: «Στην διαταγή πληρωμής δεν είναι ο αιτών, που κάνει την
ανακοπή αλλά ο καθού, ενώ εδώ ο ίδιος ο αιτών κάνει την ανακοπή, σε περίπτωση
που του απορριφθεί η αίτηση. Είναι διαφορετικές περιπτώσεις. ΄Ισως θα ήταν
προτιμότερο να χρησιμοποιηθεί ο όρος ΄΄προσφυγή΄΄ και όχι ΄΄ανακοπή΄΄.»
Δημήτριος Κράνης, Αρεοπαγίτης: «Ας
σημειωθεί ότι στο άρθρο 79 του Αστικού Κώδικα, κατόπιν των προτεινομένων
τροποποιήσεων θα πρέπει στο α΄ εδάφιο
του άρθρου η λέξη ΄΄πρωτοδικείο΄΄ να αντικατασταθεί με τη λέξη ΄΄ειρηνοδικείο΄΄.»
Στη συνέχεια, τα μέλη της Ολομέλειας μετά την ανταλλαγή απόψεων και μετά
τη διεξαγωγή ψηφοφορίας, ομόφωνα αποδέχθηκαν
την προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 1 άρθρο του σχεδίου νόμου, προτείνοντας ταυτόχρονα στο α΄ εδάφιο του άρθρου 79 του Α.Κ. η λέξη ΄΄πρωτοδικείο΄΄
να αντικατασταθεί με τη λέξη ΄΄ειρηνοδικείο΄΄.
Άρθρο 2
Τόκος επιδικίας
Το άρθρο 346 του Αστικού Κώδικα
αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο οφειλέτης χρηµατικής οφειλής και εάν δεν είναι
υπερήµερος, οφείλει νόµιµους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή
πληρωµής για το ληξιπρόθεσµο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου
επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες µονάδες ανώτερο του τόκου υπερηµερίας,
όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από τον νόµο ή µε δικαιοπραξία. Η
προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν πριν την συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης
αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συµβιβαστεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει
ανακοπή κατά της διαταγής πληρωµής αντιστοίχως. Με αίτηµα του εναγοµένου, το
δικαστήριο δύναται κατ’ εξαίρεση, εκτιµώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την
απαίτηση µε τον νόµιµο ή συµβατικό τόκο υπερηµερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως
για τις κατ’ εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόµενες χρηµατικές απαιτήσεις.
Από την δηµοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηµατική
οφειλή, ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωµής το ποσοστό του τόκου
επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες µονάδες ανώτερο του τόκου υπερηµερίας. Η
προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο µέσο κατά της οριστικής
απόφασης».
Στη συνέχεια, η Ολομέλεια, μετά τη διεξαγωγή ψηφοφορίας, ομόφωνα αποδέχθηκε την προηγηθείσα
εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκε υπέρ των τροποποιήσεων, που
προτείνονται με το ως άνω 2 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 3
Διαζύγιο
1. Το δεύτερο
εδάφιο του άρθρου 1438 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Το διαζύγιο απαγγέλλεται µε αµετάκλητη δικαστική απόφαση
ή µε κοινή συµφωνία των συζύγων, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται
στα επόµενα άρθρα».
2. Το άρθρο 1441
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι σύζυγοι µπορούν µε έγγραφη συµφωνία να λύσουν το γάµο
τους, εφόσον έχει διαρκέσει τουλάχιστον ένα χρόνο πριν την κατάρτισή της. Η
συµφωνία αυτή υπογράφεται από τα συµβαλλόµενα µέρη και από τους πληρεξουσίους
δικηγόρους τους ή µόνον από τους τελευταίους, εφόσον είναι εφοδιασµένοι µε
ειδικό πληρεξούσιο, το οποίο πρέπει να έχει δοθεί µέσα στον τελευταίο µήνα πριν
από την υπογραφή του συµφωνητικού.
Αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, για να λυθεί ο γάµος πρέπει η
ανωτέρω συµφωνία να συνοδεύεται µε άλλη έγγραφη συµφωνία των συζύγων που να
ρυθµίζει την επιµέλεια των τέκνων και την επικοινωνία µε αυτά, η οποία ισχύει
ώσπου να εκδοθεί η απόφαση για το θέµα αυτό σύµφωνα µε το άρθρο 1513. Η κατά τα
ανωτέρω έγγραφη συµφωνία καθώς και το τυχόν έγγραφο συµφωνητικό που αφορά την
επιµέλεια και επικοινωνία των ανήλικων τέκνων υποβάλλονται µαζί τα σχετικά
γραµµάτια προείσπραξης των αµοιβών των πληρεξουσίων δικηγόρων των συµβαλλοµένων
και τα ειδικά πληρεξούσια όταν απαιτείται, στον οικείο δικηγορικό σύλλογο, ο
Πρόεδρος του οποίου θεωρεί τις υπογραφές των δικηγόρων που υπογράφουν την
έγγραφη συµφωνία λύσης του γάµου».
Τα μέλη της Ολομέλειας, μετά από ανταλλαγή απόψεων μεταξύ τους και μετά
τη διεξαγωγή ψηφοφορίας, ομόφωνα αποδέχθηκαν
την προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ της άποψης και
για τους ειδικούς λόγους που εκτίθενται στην εισήγηση ότι η τροποποίηση του
άρθρου 1441 του Α.Κ. πρέπει να περιοριστεί μόνον: α. στην κατάργηση της δεύτερης συζήτησης στις σχετικές διαφορές των
συναινετικών διαζυγίων και β. να
συνεχίσουν να εκδικάζονται οι σχετικές διαφορές κατά την Εκουσία Διαδικασία από
το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διάταξη του άρθρου 17 του ΚΠολΔ, όπως
προτείνεται η τροποποίησή του κατά το άρθρο 6 του υπό συζήτηση νομοσχεδίου και
κατ΄έφεση από το Μονομελές Εφετείο, με την έκδοση απόφασης από το Μονομελές
Πρωτοδικείο, όπως και τώρα, με ιδιαίτερα συνοπτική αιτιολογία και διατακτικό.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος Εισαγγελέας
του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 4
Διαθήκη
1. Το άρθρο 1769 του
Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Συµβολαιογράφος στον οποίο υπάρχει διαθήκη, οφείλει
χωρίς υπαίτια καθυστέρηση µόλις πληροφορηθεί τον θάνατο του διαθέτη, αν
πρόκειται για δηµόσια διαθήκη, να στείλει αντίγραφό της στον ειρηνοδίκη, και αν
πρόκειται για µυστική ή έκτακτη, να παραδώσει αυτοπροσώπως το πρωτότυπο αυτής
στον ειρηνοδίκη στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει ο συµβολαιογράφος».
2. Το άρθρο 1770
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Η µυστική διαθήκη πριν από την αποσφράγισή της για
δηµοσίευση εξετάζεται από τον ειρηνοδίκη, ενώ παρίσταται και ο συµβολαιογράφος
και βεβαιώνεται ότι οι σφραγίδες είναι άθικτες. Κατά τη βεβαίωση αυτή µπορεί να
παραστεί και όποιος έχει έννοµο συµφέρον και να τις εξετάσει αφού το ζητήσει. Ο
ειρηνοδίκης µπορεί πριν από την αποσφράγιση, ύστερα από αίτηση ή και
αυτεπαγγέλτως, να εξετάσει τους µάρτυρες που έχουν συµπράξει στην κατάρτιση της
διαθήκης, κλητεύοντάς τους µε επιµέλεια εκείνου που υπέβαλε την αίτηση ή του
γραµµατέα του ειρηνοδικείου».
3. Το άρθρο 1771
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τη δηµοσίευση της διαθήκης συντάσσεται πρακτικό,
όπου καταχωρίζεται ολόκληρη η διαθήκη και η βεβαίωση για την ύπαρξη ή ανυπαρξία
των εξωτερικών ελαττωµάτων που προβλέπονται στο άρθρο 1721 παρ. 4. Το πρωτότυπο
στη µυστική ή έκτακτη διαθήκη µε το περικάλυµµά του κατατίθεται στο αρχείο του
ειρηνοδικείου, αφού προηγουµένως ο ειρηνοδίκης σηµειώσει αµέσως ιδιοχείρως στο
πρωτότυπο της διαθήκης και το περικάλυµµά της τη λέξη «θεωρήθηκε», χρονολογήσει
και υπογράψει τη θεώρηση και ο γραµµατέας στέλνει αµέσως στο γραµµατέα του
αρµόδιου πρωτοδικείου αντίγραφο του σχετικού πρακτικού».
4. Το άρθρο 1772
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν ο διαθέτης δεν είχε την τελευταία του κατοικία ή
διαµονή στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου που δηµοσίευσε τη διαθήκη, ο
γραµµατέας του δικαστηρίου στέλνει αντίγραφο του πρακτικού της δηµοσίευσης στον
εισαγγελέα των πρωτοδικών της τελευταίας κατοικίας ή διαµονής του διαθέτη για να
κατατεθεί στο αρχείο του πρωτοδικείου αυτού και να συνταχθεί σχετική πράξη που
την υπογράφουν ο εισαγγελέας και ο γραµµατέας του δικαστηρίου που παραλαµβάνει
το πρακτικό. Όµοιο αντίγραφο του πρακτικού της δηµοσίευσης αποστέλλεται επίσης
σε κάθε περίπτωση στον γραµµατέα του πρωτοδικείου της πρωτεύουσας του Κράτους».
5. Το άρθρο 1773
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Προξενική αρχή στην οποία υπάρχει διαθήκη οφείλει µόλις
πληροφορηθεί τον θάνατο του διαθέτη αν εδρεύει σ’ αυτή πολυµελές προξενικό δικαστήριο
να τη δηµοσιεύσει σε δηµόσια συνεδρίαση του προξενικού αυτού δικαστηρίου,
σύµφωνα µε όσα ορίζονται στα άρθρα 1769 έως 1771 και σε κάθε άλλη περίπτωση να
τη δηµοσιεύσει στο προξενικό γραφείο ενώπιον δύο µαρτύρων και του γραµµατέα του
προξενείου, αν υπάρχει, καθώς και να συντάξει πρακτικό, όπου καταχωρίζεται
ολόκληρη η διαθήκη και το οποίο υπογράφεται από τον προϊστάµενο της προξενικής
αρχής, τον γραµµατέα και τους µάρτυρες. Στην ιδιόγραφη, µυστική ή έκτακτη διαθήκη
το πρωτότυπο µε το τυχόν περικάλυµµα, αφού θεωρηθούν από τον προϊστάµενο της
προξενικής αρχής κατά το άρθρο 1771, προσαρτώνται στο πρακτικό και φυλάγονται
στα αρχεία του προξενείου.
Διπλό αντίγραφο του πρακτικού αποστέλλεται από την
προξενική αρχή στο υπουργείο δικαιοσύνης, διαφάνειας και ανθρωπίνων δικαιωµάτων
και αυτό στέλνει το ένα αντίγραφο στον εισαγγελέα των πρωτοδικών της τελευταίας
κατοικίας ή διαµονής του διαθέτη, για να κατατεθεί στο αρχείο αυτού του
πρωτοδικείου κατά το άρθρο 1772 και το άλλο αντίγραφο στο γραµµατέα του πρωτοδικείου
της πρωτεύουσας του Κράτους».
6.Το άρθρο 1774
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Όποιος κατέχει ιδιόγραφη διαθήκη οφείλει χωρίς υπαίτια
καθυστέρηση µόλις πληροφορηθεί τον θάνατο του διαθέτη να την εµφανίσει για
δηµοσίευση στον ειρηνοδίκη είτε της τελευταίας κατοικίας ή διαµονής του διαθέτη
είτε της δικής του διαµονής. Η δηµοσίευση γίνεται κατά το άρθρο 1771. Η διάταξη
του άρθρου 1772 εφαρµόζεται και σ’ αυτήν την περίπτωση».
7. Το άρθρο 1775
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν αυτός που κατέχει την ιδιόγραφη διαθήκη διαµένει στο
εξωτερικό µπορεί να την εµφανίσει για δηµοσίευση και στον προϊστάµενο της
προξενικής αρχής, οπότε εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 1773. Σχετικά µε
την παράδοση στον προϊστάµενο της προξενικής αρχής της διαθήκης για δηµοσίευση
συντάσσεται πράξη που την υπογράφουν αυτός που έλαβε και αυτός που παρέδωσε τη
διαθήκη».
8. Το άρθρο 1776
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αυτός που ζητεί να δηµοσιευθεί ιδιόγραφη διαθήκη ενώπιον
του ειρηνοδίκη µπορεί κατά τη δηµοσίευσή της να προσαγάγει δύο µάρτυρες, οι
οποίοι µαρτυρούν ενόρκως για τη γνησιότητα της γραφής ή της υπογραφής του
διαθέτη. Ο ειρηνοδίκης αφού ακούσει τους µάρτυρες µπορεί κατά τη δηµοσίευση της
ιδιόγραφης διαθήκης να την κηρύξει επιπλέον κυρία».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 4 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 5
Κληρονοµητήριο
1. Το άρθρο 1956
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο ειρηνοδίκης του δικαστηρίου της κληρονοµίας ύστερα από
αίτηση του κληρονόµου, του παρέχει πιστοποιητικό για το κληρονοµικό του
δικαίωµα και τη µερίδα που του αναλογεί (κληρονοµητήριο)».
2. Το άρθρο 1958
του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Εκείνος που υποβάλει την αίτηση αποδεικνύει µε δηµόσια
έγγραφα την ακρίβεια όσων αναφέρονται στο προηγούµενο άρθρο. Αν είναι αδύνατο ή
ιδιαίτερα δύσκολο να προσαχθεί δηµόσιο έγγραφο, ο ειρηνοδίκης µπορεί να
επιτρέπει άλλα αποδεικτικά µέσα, υποχρεώνοντας συγχρόνως αυτόν που υπέβαλε την
αίτηση να βεβαιώσει ενόρκως πως δε γνωρίζει κανένα γεγονός αντίθετο µε τις
δηλώσεις του».
3. Το πρώτο εδάφιο
του άρθρου 1959 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο ειρηνοδίκης έχει δικαίωµα να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως
µε κάθε τρόπο για να εξακριβώσει τις δηλώσεις εκείνου που ζητεί το
κληρονοµητήριο και ιδίως να διατάξει να δηµοσιευθεί η αίτηση, καθορίζοντας και
τον τρόπο δηµοσίευσής της».
4. Το τρίτο εδάφιο
του άρθρου 1960 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο ειρηνοδίκης µπορεί να απαιτήσει από όλους τους
κληρονόµους να βεβαιώσουν ενόρκως ότι δεν γνωρίζουν κανένα γεγονός αντίθετο µε
τις δηλώσεις».
5. Το πρώτο εδάφιο
του άρθρου 1961 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Το κληρονοµητήριο παρέχεται µόνο αν ο ειρηνοδίκης κρίνει
ότι έχουν αποδειχτεί όσα αναφέρονται στην αίτηση».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 5 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΥ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
Άρθρο 6
Καθ’ ύλη
αρµοδιότητα των Μονοµελών Πρωτοδικείων
1. Το δεύτερο εδάφιο
του άρθρου 9 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Δεν συνυπολογίζονται οι παρεπόµενες αιτήσεις για
καρπούς, τόκους και έξοδα , καθώς και η αξίωση χρηµατικής ικανοποίησης για
ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη όταν σωρεύονται µε άλλες αξιώσεις».
2. Στο άρθρο 17
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται περίπτωση 1 ως εξής και οι
περιπτώσεις 1, 2 και 3 αναριθµούνται σε 2, 3 και 4 αντίστοιχα:
«1) το διαζύγιο, η ακύρωση του γάµου, η αναγνώριση της
ύπαρξης ή της ανυπαρξίας του γάµου, οι σχέσεις των συζύγων κατά τη διάρκεια του
γάµου, οι οποίες πηγάζουν απ’ αυτόν, καθώς και εκείνες της παραγράφου 1 του
άρθρου 614».
3. Η παράγραφος 1
του άρθρου 94 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Στα πολιτικά δικαστήρια και για την κατάρτιση της
έγγραφης συµφωνίας του συναινετικού διαζυγίου οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να
παρίστανται µε πληρεξούσιο δικηγόρο».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ της άποψης να μείνει ως έχει η διάταξη του άρθρου 9 του Κ.Πολ.Δικ.
και να συνυπολογίζεται για την εκτίμηση του αντικειμένου της διαφοράς, καθ΄όσον
αφορά τον προσδιορισμό της καθ΄ύλην αρμοδιότητας των Δικαστηρίων, οι αξιώσεις
χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη. Και τούτο διότι με την
προτεινόμενη τροποποίηση θα παρακάμπτονται οι διατάξεις της καθ΄ύλην
αρμοδιότητας και θα υπάγονται στο ειρηνοδικείο υποθέσεις μεγάλων αντικειμένων. Ακολούθως,
τα μέλη της Ολομέλειας ομόφωνα
τάχθηκαν υπέρ των τροποποιήσεων, που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του
ως άνω άρθρου 6 του σχεδίου νόμου.
Τις απόψεις αυτές διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 7
Δικαστική
µεσολάβηση
Μετά το άρθρο 214
Α΄ του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται άρθρο 214 Β΄ του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας ως εξής:
«1. Διαφορές ιδιωτικού δικαίου µπορούν να επιλυθούν και
µε προσφυγή σε δικαστική µεσολάβηση. Η προσφυγή στη δικαστική µεσολάβηση, η
οποία είναι προαιρετική, µπορεί να γίνει πριν από την άσκηση της αγωγής ή και
κατά τη διάρκεια της εκκρεµοδικίας.
2. Σε κάθε πρωτοδικείο ορίζονται, για ένα έτος µε
δυνατότητα ανανέωσης για δύο ακόµη έτη, ένας ή περισσότεροι από τους
υπηρετούντες προέδρους πρωτοδικών ή τους αρχαιότερους πρωτοδίκες, ως
µεσολαβητές µερικής ή πλήρους απασχόλησης.
3. Η δικαστική µεσολάβηση περιλαµβάνει ξεχωριστές και
κοινές ακροάσεις και συζητήσεις των µερών και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους
µε το µεσολαβητή δικαστή, ο οποίος και µπορεί να απευθύνει στα µέρη µη
δεσµευτικές προτάσεις επίλυσης της διαφοράς. Κάθε ενδιαφερόµενος µπορεί, µετά ή
δια πληρεξουσίου δικηγόρου, να προσφεύγει στον κατά τόπο αρµόδιο δικαστή µεσολαβητή
υποβάλλοντας γραπτώς το αίτηµά του.
4. Το δικαστήριο στο οποίο είναι εκκρεµής η υπόθεση
µπορεί σε κάθε στάση της δίκης, ανάλογα µε την περίπτωση και λαµβάνοντας υπόψη
όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, να καλεί τα µέρη να προσφύγουν στη δικαστική
µεσολάβηση για την επίλυση της διαφοράς τους και ταυτόχρονα να αναβάλλει την
εκδίκαση της υπόθεσης σε σύντοµη δικάσιµο και πάντως όχι πέραν του εξαµήνου.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 9, 10 και 11 του ν. 3898/2010
για την εκτελεστότητα των συµφωνιών, το απόρρητο της µεσολάβησης σε αστικές και
εµπορικές υποθέσεις και αποτελέσµατα στην παραγραφή και τις αποσβεστικές
προθεσµίες εφαρµόζονται αναλόγως και στη δικαστική µεσολάβηση».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση και ανταλλαγή
απόψεων μεταξύ των μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 7 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες, με την επιφύλαξη όμως ότι
εάν το μέτρο της δικαστικής μεσολάβησης επιτύχει στην πράξη, τότε έχει καλώς,
εάν όμως δεν επιτύχει θα προσθέσει βάρος στα δικαστήρια και αυτό θα πρέπει να
ληφθεί υπόψη στο μέλλον.
Άρθρο 8
Αναβολή συζήτησης
λόγω απεργίας, αποχής, κ.λ.π.
1. Στην παράγραφο
1 του άρθρου 241 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως
εξής:
«Σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους,
απεργίας ή στάσεων εργασίας δικαστικών υπαλλήλων, οι υποθέσεις αναβάλλονται
υποχρεωτικά σε δικάσιµο που ανακοινώνει αυθηµερόν το δικαστήριο εντός
αποκλειστικής προθεσµίας ενενήντα (90) ηµερών».
Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, διατύπωσε την άποψη του η οποία είχε ως εξής:
«Θεωρώ ότι η διάταξη αυτή, κατά τον τρόπο που προτείνεται, δεν πρέπει να
ισχύσει και για το λόγο αυτό προτείνω να απαλειφθεί εντελώς».
Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος του
Αρείου Πάγου Ρένα Ασημακοπούλου, είπε τα εξής: «Νομίζω ότι πρέπει να μείνει
ως λόγος αναβολής μόνον η περίπτωση αποχής των δικηγόρων και όχι υποχρεωτικά
και η απεργία ή στάση εργασίας των δικαστικών υπαλλήλων και τούτο διότι σ΄αυτές
τις περιπτώσεις υπάρχει προσωπικό ασφαλείας από τους δικαστικούς υπαλλήλους για
την εκδίκαση των υποθέσεων που παραγράφονται ή επείγουν. Δεν πρέπει να
δημιουργούμε λόγους αναβολής. Εκτός και αν τροποποιήσουμε την προθεσμία
προτείνοντας να μπει από 90 έως 140 ημέρες ώστε να γίνει η κατανομή των
υποθέσεων που θα αναβληθούν σε περισσότερες δικασίμους και να κατανεμηθεί σε
περισσότερους δικαστές η επιπλέον εργασία. ΄Η ακόμη και να απαλειφθεί εντελώς η
προθεσμία των 90 ημερών».
Στη συνέχεια έλαβαν διαδοχικά το λόγο τα κάτωθι μέλη της Ολομέλειας:
Γεώργιος Χρυσικός, Αντιπρόεδρος του Αρείου
Πάγου: «Και τώρα υπάρχει το προσωπικό ασφαλείας σε περίπτωση
απεργίας των δικαστικών υπαλλήλων. Αυτό το μέτρο δεν αλλάζει. ΄Αλλωστε όταν θα
υπάρχει προσωπικό ασφαλείας δεν θα υπάρχει και λόγος αναβολής των υποθέσεων.
Μήπως λοιπόν θα έπρεπε να προσθέσουμε την επιφύλαξη ότι θα αναβάλλονται οι
υποθέσεις στις παραπάνω περιπτώσεις, μόνον και εφόσον το προσωπικό ασφαλείας
δεν επαρκεί για την εκδίκαση των υποθέσεων.»
Γεωργία Λαλούση, Αρεοπαγίτης: «Εγώ
είμαι αντίθετη με όλη την διάταξη όπως προτείνεται στο σχέδιο νόμου. ΄Αλλωστε
όταν δεν εμφανιστούν οι διάδικοι ή οι δικηγόροι η υπόθεση ματαιώνεται. Όταν δε,
μας ζητηθεί από κάποιο δικηγόρο η αναβολή τη δίδουμε ούτως ή άλλως».
Χαράλαμπος Αθανασίου, Αρεοπαγίτης: «Θεωρώ
ότι εδώ δεν πρέπει να μπει προθεσμία διότι έτσι καταστρατηγείται η αρμοδιότητα
των Ολομελειών των Δικαστηρίων. Παράδειγμα στην Αθήνα τα πινάκια είναι
φορτωμένα υπερβολικά. Δεν υπάρχει περιθώριο επιπλέον επιβάρυνσης.
Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρος του Αρείου
Πάγου: «Η λέξη ΄΄υποχρεωτικά΄΄ στη διάταξη εννοεί ότι
αναβάλλονται οι υποθέσεις υποχρεωτικά ή μήπως ότι αναβάλλονται υποχρεωτικά σε
δικάσιμο που ανακοινώνεται; Και εάν ισχύει η πρώτη εκδοχή γιατί να αναβάλλονται
υποχρεωτικά οι υποθέσεις. Αυτό δεν είναι σωστό. Και εάν εννοεί σε υποχρεωτική
δικάσιμο η λέξη ΄΄υποχρεωτικά΄΄ να προτείνουμε να μετακινηθεί μία λέξη παρακάτω».
Γεώργιος Χρυσικός, Αντιπρόεδρος του Αρείου
Πάγου: «Η λέξη ΄΄υποχρεωτικά΄΄ εννοεί σε άλλη δικάσιμο της ίδιας
σύνθεσης, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση. Δεν εννοεί την υποχρεωτική αναβολή
της υπόθεσης. Αυτό λοιπόν μπορούμε να το διευκρινήσουμε στη διάταξη».
Χαράλαμπος Αθανασίου, Αρεοπαγίτης: «Το
μέτρο αυτό θα επιβαρύνει πολύ τους δικαστές, όταν μάλιστα, όπως θα δούμε
παρακάτω σε επόμενο άρθρο το οκτάμηνο της εκκρεμότητας του δικαστή γίνεται
εξάμηνο, διότι εάν ένα πινάκιο των 20 υποθέσεων γίνει ξαφνικά των 27 υποθέσεων,
πώς θα προλάβει ο δικαστής να εκδόσει τις αποφάσεις εμπρόθεσμα. Το μέτρο αυτό
ίσως θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μικρά πρωτοδικεία και όχι μεγάλα. Μήπως
λοιπόν να προσθέταμε στη διάταξη τον όρο ΄΄εφόσον τούτο είναι δυνατόν΄΄».
Γεώργιος Χρυσικός, Αντιπρόεδρος του Αρείου
Πάγου: «Υπάρχει και η λύση να πούμε να αναβάλλονται οι υποθέσεις
σε εμβόλιμη δικάσιμο, όπου δεν υπάρχουν προσδιορισμένες υποθέσεις.
Ανδρέας Κράνης, Αρεοπαγίτης: «Συμφωνώ
με την κα Λαλούση, Η διάταξη αυτή άλλωστε στο Πρωτοδικείο Αθηνών είναι
ανεφάρμοστη. Ο φόρτος εργασίας στην Αθήνα είναι υπερβολικός. Οι δικαστές
υποφέρουν. Εάν βάλουμε προθεσμίες θα προκύψουν μεγάλες εκκρεμότητες και έτσι θα
δώσουμε λαβή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να μας κατηγορεί για καθυστερήσεις. Η
διάταξη αυτή πρέπει να διαγραφεί τελείως».
Στη συνέχεια ακολούθησε ψηφοφορία μεταξύ των διαφορετικών απόψεων που
διατυπώθηκαν, η οποία είχε ως εξής:
Σ Υ Ν Θ Ε Σ Η
|
΄Αρθρο 8 του σχεδίου
νόμου
|
|
1.
|
Ρένα Ασημακοπούλου
|
Α
|
2.
|
Ηλίας Γιαννακάκης
|
Κ
|
3.
|
Εμμανουήλ Καλούδης
|
Κ
|
4.
|
Θεοδώρα Γκοΐνη
|
Κ
|
5.
|
Γεώργιος Χρυσικός-Εισηγητής
|
Όπως η εισήγησή του
|
6.
|
Νικόλαος Ζαΐρης
|
Α
|
7.
|
Χαράλαμπος Δημάδης
|
Κ
|
8.
|
Βασίλειος Λυκούδης
|
Κ
|
9.
|
Γεώργιος Γιαννούλης
|
Κ
|
10.
|
Ανδρέας Τσόλιας
|
Κ
|
11.
|
Δήμητρα Παπαντωνοπούλου
|
Κ
|
12.
|
Νικόλαος Λεοντής
|
Κ
|
13.
|
Βιολέττα Κυτέα
|
Κ
|
14.
|
Βαρβάρα Κριτσωτάκη
|
Κ
|
15.
|
Γεωργία Λαλούση
|
Κ
|
16.
|
Γρηγόριος Κουτσόπουλος
|
Κ
|
17.
|
Νικόλαος Κωνσταντόπουλος
|
Κ
|
18.
|
Βασιλική
Θάνου-Χριστοφίλου
|
Κ
|
19.
|
Δημήτριος Μαζαράκης
|
Κ
|
20.
|
Χαράλαμπος Αθανασίου
|
Κ
|
21.
|
Παναγιώτης Ρουμπής
|
Κ
|
22.
|
Κωνσταντίνος Φράγκος
|
Κ
|
23.
|
Γεώργιος Αδαμόπουλος
|
Κ
|
24.
|
Νικόλαος Μπιχάκης
|
Κ
|
25.
|
Α.Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά
|
Κ
|
26.
|
Ιωάννης Γιαννακόπουλος
|
Κ
|
27.
|
Χρυσόστομος Ευαγγέλου
|
Κ
|
28.
|
Κωνσταντίνος Τσόλας
|
Κ
|
29.
|
Δημήτριος Κράνης
|
Κ
|
30.
|
Ανδρέας Ξένος
|
Κ
|
31.
|
Κυριακούλα Γεροστάθη
|
Κ
|
32.
|
Ευφημία Λαμπροπούλου
|
Κ
|
33.
|
Αθανάσιος Γεωργόπουλος
|
Κ
|
34.
|
Δημήτριος Κόμης
|
Κ
|
35.
|
Βασίλειος Λαμπρόπουλος
|
Κ
|
36.
|
Αντώνιος Ζευγώλης
|
Κ
|
37.
|
Ερωτόκριτος Καλούδης
|
Κ
|
38.
|
Ασπασία Καρέλλου
|
Κ
|
39.
|
Γεράσιμος Φουρλάνος
|
Κ
|
40.
|
Μιλτιάδης Σπυρόπουλος
|
Κ
|
41.
|
Ιωάννα Πετροπούλου
|
Κ
|
42.
|
Ειρ.
Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη
|
Α
|
43.
|
Δήμητρα
Λεοντάρη-Μπουρνάκα
|
Κ
|
44.
|
Εμμανουήλ Κλαδογένης
|
Κ
|
45.
|
Γεώργιος Σακκάς
|
Κ
|
46.
|
Μαρία Βασιλάκη
|
Κ
|
Σημειώνεται ότι στην παραπάνω ψηφοφορία το γράμμα «Κ» σημαίνει κατάργηση όλης της διάταξης, έτσι όπως προτείνεται στο
ως άνω 8 άρθρο του σχεδίου νόμου. Υπέρ της απόψεως αυτής ψήφισαν 42 μέλη της Ολομέλειας, οπότε αποτελεί
και την άποψη της πλειοψηφίας.
Το γράμμα «Α» σημαίνει ότι τα
μέλη συμφωνούν με το περιεχόμενο της διάταξης του ως άνω 8 άρθρου όμως όχι και
με το κείμενο της διάταξης: ΄΄υποχρεωτικά σε δικάσιμο ου ανακοινώνει αυθημερόν
το δικαστήριο εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών΄΄, το οποίο
και προτείνουν να απαλειφθεί. Υπέρ της απόψεως αυτής ψήφισαν 3 μέλη της Ολομέλειας.
Η άποψη του Εισηγητή – Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Γεωργίου Χρυσικού
παραμένει όπως η εισήγησή του, η οποία έχει ως εξής: Μπορεί να αναβάλλονται οι
υποθέσεις μέσα σε προθεσμία 90 ημερών στο ίδιο τμήμα και προσθέτει τώρα έστω
και σε εμβόλιμη δικάσιμο.
Άρθρο 9
Διαδικασία στα
Πολυµελή Πρωτοδικεία
2. Η παράγραφος 5
του άρθρου 270 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Οι υποθέσεις εκφωνούνται µε τη σειρά τους από το
πινάκιο και συζητούνται αµέσως αυτές για τις οποίες δεν θα διεξαχθεί εµµάρτυρη
απόδειξη. Αν πρόκειται να εξεταστούν µάρτυρες η συζήτηση µπορεί να διακόπτεται
για την αµέσως επόµενη δικάσιµο της ίδιας σύνθεσης, κατά την οποία και ολοκληρώνεται
η συζήτηση, αφού προηγηθεί η εξέταση των µαρτύρων. Οι µάρτυρες εξετάζονται
ξεχωριστά για κάθε υπόθεση ενώπιον του ορισµένου από τον πρόεδρο εισηγητή
δικαστή, ο οποίος και κηρύσσει το τέλος της συζήτησης αµέσως µετά την
ολοκλήρωση της εξέτασης των µαρτύρων. Ο ακριβής τόπος και χρόνος διεξαγωγής των
εµµάρτυρων αποδείξεων καθορίζεται κατά την αρχική δικάσιµο αµέσως µετά την
εκφώνηση και τη διακοπή της συζήτησης µε ανακοίνωση του προέδρου, η οποία
καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων και
εκείνων που δεν παρίστανται. Ο εισηγητής αποφασίζει για όλα τα σχετικά µε την
απόδειξη διαδικαστικά ζητήµατα.»
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 9 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 10
Πρακτικό
µεσολάβησης-Εκτελεστός τίτλος εγγραφής υποθήκης
3. Το τελευταίο εδάφιο
της παραγράφου 1 του άρθρου 293 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται
ως εξής:
«Ο δικαστικός συµβιβασµός που περιλήφθηκε στα πρακτικά
του δικαστηρίου, καθώς και στα πρακτικά των παρ. 3 του άρθρου 214 Α’ και παρ. 5
του άρθρου 214 Β’ υποκαθιστά τον τύπο του συµβολαιογραφικού εγγράφου, που
προβλέπεται από το ουσιαστικό δίκαιο, και µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως τίτλος
προς εγγραφή ή εξάλειψη υποθήκης».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 10 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 11
Ηλεκτρονική έκδοση
αποφάσεων
Το άρθρο 304 του
Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αφού περατωθεί η ψηφοφορία, ο εισηγητής δικαστής
συντάσσει την απόφαση σε ηλεκτρονική µορφή. Αν πρόκειται για αποφάσεις του
Προέδρου του Μονοµελούς Πρωτοδικείου και του Ειρηνοδικείου, την απόφαση
συντάσσει σε ηλεκτρονική µορφή και ακολούθως, χρονολογεί και υπογράφει την
αποτύπωσή της σε υλική µορφή ο δικαστής που εκδίδει την απόφαση.
2. Η απόφαση της παραγράφου 1 δηµοσιεύεται σε δηµόσια
συνεδρίαση. Ο δικαστής που παραδίδει την απόφαση σε ηλεκτρονική µορφή,
παραδίδει οµοίως και το πρωτότυπο της απόφασης µε πλήρες το περιεχόµενο που
προβλέπεται στο άρθρο 305».
Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος
του Αρείου Πάγου Ρένα Ασημακοπούλου είπε τα εξής: «Στο άρθρο αυτό,
κατ΄αρχάς, πρέπει ν΄απαλειφθεί στην πρώτη παράγραφο η φράση ΄΄του Προέδρου΄΄ και
να μείνει μόνον ΄΄του Μονομελούς Πρωτοδικειου΄΄. Επίσης σωστότερο είναι η
απόφαση να συντάσσεται από τον δικαστή σε ηλεκτρονική μορφή, μόνον όμως, όσον
αφορά το σχέδιο αυτής, και όχι τα προκαταρκτικά στοιχεία και το ιστορικό
εισαγωγικό κείμενο. Αυτά θα πρέπει να συντάσσονται από τη γραμματεία του
δικαστηρίου. Για το λόγο αυτό θα πρέπει στην πρώτη παράγραφο η φράση ΄΄την
απόφαση΄΄ ν΄αντικατασταθεί με τη φράση ΄΄το σχέδιο της απόφασης΄΄».
Με την παραπάνω άποψη συμφώνησαν ομόφωνα τα μέλη της Ολομέλειας, αφού προηγήθηκε ανταλλαγή απόψεων
και ψηφοφορία.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 12
Παράβολο ενδίκων
µέσων
Στο άρθρο 495 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«1. Εκείνος που ασκεί το ένδικο µέσο της έφεσης, της
αναίρεσης και της αναψηλάφησης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 495 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας, υποχρεούται να καταθέσει παράβολο ποσού διακοσίων (200)
τριακοσίων (300) και τετρακοσίων (400) ευρώ αντίστοιχα, το οποίο επισυνάπτεται
στην έκθεση που συντάσσει ο γραµµατέας. Το ύψος του ποσού αναπροσαρµόζεται µε
κοινή απόφαση των υπουργών Οικονοµικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων.
2. Σε περίπτωση που δεν κατατεθεί το παράβολο το ένδικο
µέσο απορρίπτεται από το δικαστήριο ως απαράδεκτο.
3. Σε περίπτωση νίκης του καταθέσαντος, το δικαστήριο µε
την απόφασή του διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο σε αυτόν, αλλιώς διατάσσει
να εισαχθεί στο δηµόσιο ταµείο».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 12 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 13
Ειδικές
διαδικασίες-Προκατάθεση προτάσεων
1. Η περίπτωση β΄
της παραγράφου 1 του άρθρου 591 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται
ως εξής:
«β) οι προτάσεις κατατίθενται προ τριών (3) εργασίµων
ηµερών».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 13 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος
Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
Άρθρο 14
Ανακοπή κατά
διαταγής πληρωµής
1. Το άρθρο 632
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή
πληρωµής έχει το δικαίωµα µέσα σε δεκαπέντε εργάσιµες ηµέρες από την επίδοσή
της να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο εκδόσαν τη διαταγή πληρωµής
ειρηνοδικείο ή µονοµελές πρωτοδικείο. Η ανακοπή επιδίδεται είτε στο δικηγόρο
που υπέγραψε την αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωµής είτε στη διεύθυνση
εκείνου κατά του οποίου στρέφονται, η οποία αναφέρεται στη διαταγή πληρωµής,
εκτός αν γνωστοποιηθεί µε δικόγραφο µεταβολή που τυχόν έχει επέλθει. Τα
αντίγραφα των εγγράφων τα οποία αποδεικνύουν την απαίτηση παραµένουν στη
γραµµατεία του δικαστηρίου µέχρι την πάροδο της προθεσµίας για την άσκηση
ανακοπής κατά την παρούσα παράγραφο.
2. Η άσκηση της ανακοπής, η συζήτηση της οποίας
προσδιορίζεται υποχρεωτικά εντός 60 ηµερών, αναστέλλει την εκτελεστότητα της
διαταγής πληρωµής, µέχρι την ηµεροµηνία συζητήσεως και υπό τον όρο συζητήσεώς
της. Το δικαστήριο που συζητεί την ανακοπή µπορεί να διατηρήσει την αναστολή
της εκτελεστότητας µε εγγύηση ή χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη
απόφαση για την ανακοπή.
Η ανακοπή εκδικάζεται σε κάθε περίπτωση σύµφωνα µε τις
διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παρ.1β’ ΚΠολΔ».
3. Το άρθρο 633
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αν η ανακοπή έχει ασκηθεί εµπρόθεσµα και νόµιµα και
οι λόγοι της είναι νόµιµοι και βάσιµοι, το δικαστήριο ακυρώνει τη διαταγή
πληρωµής.
Διαφορετικά απορρίπτει την ανακοπή και επικυρώνει τη
διαταγή πληρωµής.
2. Αν δεν έχει ασκηθεί εµπρόθεσµα ανακοπή, εκείνος υπέρ
του οποίου έχει εκδοθεί η διαταγή πληρωµής µπορεί να επιδώσει πάλι τη διαταγή
στον οφειλέτη, ο οποίος έχει το δικαίωµα να ασκήσει την ανακοπή µέσα σε
προθεσµία δέκα εργασίµων ηµερών από τη νέα επίδοση. Στην περίπτωση αυτή η ανακοπή
δεν αναστέλλει την εκτελεστότητα της διαταγής πληρωµής.
Αν περάσει άπρακτη και η παραπάνω προθεσµία, η διαταγή
πληρωµής αποκτά δύναµη δεδικασµένου και είναι δυνατό να προσβληθεί µόνο µε
αναψηλάφηση».
4. Στην παράγραφο
1 του άρθρου 643 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας µετά το δεύτερο εδάφιο
προστίθενται νέα εδάφια, ως εξής:
«Η απόφασή του δηµοσιεύεται σε δηµόσια συνεδρίαση το
αργότερο µέχρι και σαράντα οκτώ (48) ώρες µετά τη λήξη της προθεσµίας του
άρθρου 591 παράγραφος 1, περίπτωση δ’ του ΚΠολΔ, καταχωριζόµενου του
διατακτικού της στα πρακτικά. Αν για ειδικούς λόγους επιβάλλεται να επιφυλαχθεί
ο δικαστής να εκδώσει την απόφασή του σε µεταγενέστερο χρόνο, έχει την
υποχρέωση να γνωστοποιεί την ηµέρα και ώρα που θα δηµοσιευθεί η απόφαση, η
οποία καταχωρίζεται στα πρακτικά, εντός αποκλειστικής προθεσµίας είκοσι (20)
ηµερών από την συζήτηση της αγωγής. Εντός της ίδιας προθεσµίας οφείλει να
συντάξει, χρονολογήσει και υπογράψει την απόφαση που περιέχει αιτιολογικό και
διατακτικό».
΄Οσον αφορά τις παραγρ. 1,2 και 3 του ως άνω άρθρου:
Στο σημείο αυτό η Πρόεδρος
του Αρείου Πάγου Ρένα Ασημακοπούλου, είπε τα εξής: «Σύμφωνα με το
περιεχόμενο των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού είναι βέβαιο ότι θα
αυξηθεί ο αριθμός των ανακοπών κατά διαταγών πληρωμής, αλλά θα περιοριστεί ο
αριθμός των αιτήσεων αναστολής εκτέλεσης των διαταγών πληρωμής. ΄Ετσι δηλαδή
αφετηριάζεται αυτόματα με την ανακοπή και η αναστολή χωρίς να κατατίθεται
αυτοτελής αίτηση αναστολής».
Γεώργιος Χρυσικός,
Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Η αυτοδίκαιη
αναστολή της εκτέλεσης, την οποία προτείνει εδώ ο νομοθέτης, προϋποθέτει τη
συζήτηση της ανακοπής εντός 60 ημερών. Διότι εάν δεν συζητηθεί αίρεται
αυτοδίκαια η αναστολή. Εισηγούμαι λοιπόν να διατηρηθεί η προθεσμία των 60
ημερών, αλλά να μην αφετηριάζει ο νόμος με την ανακοπή, αυτοδικαίως και την
αναστολή εκτέλεσης».
Θεοδώρα Γκοΐνη,
Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Μα εάν ισχύσουν
όλα αυτά, δηλαδή και η προθεσμία των 60 ημερών και η αυτοδίκαιη άρση του
δικαιώματος κατάθεσης αίτησης αναστολής εκτέλεσης, αυτά θα είναι εις βάρος του
διαδίκου».
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες, Εισαγγελέας του
Αρείου Πάγου: «Νομίζω θα πρέπει να εξετάσουμε εάν είναι εφικτό να
προσδιορίζονται οι υποθέσεις εντός προθεσμίας 60 ημερών. Επίσης προτείνω ότι η
συζήτηση της ανακοπή δεν πρέπει να προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε 60
ημέρες. Για το λόγο τούτο θα πρέπει να απαλειφθεί η λέξη ΄΄υποχρεωτικά΄΄».
Εμμανουήλ
Καλούδης, Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Εγώ νομίζω ότι οι διατάξεις αυτές, που αφορούν τροποποιήσεις των άρθρων
632 και 633 του ΚΠολΔ, πρέπει να απαλειφθούν στο σύνολό τους».
Ρένα
Ασημακοπούλου, Πρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Μήπως να ισχύσει η αναστολή εκτέλεσης και να αυξηθεί η προθεσμία των 60
ημερών;»
Νικόλαος Λεοντής,
Αρεοπαγίτης: «Εγώ προτείνω να
ισχύσει η προθεσμία των 60 ημερών και εάν δεν τηρηθεί να μπορεί να ασκηθεί αυτοτελής
αίτηση αναστολής. Είναι δε βέβαιον ότι η προθεσμία των 60 ημερών δεν θα τηρηθεί
στην πράξη. Δηλαδή, αναστέλλεται εάν προσδιορισθεί εντός 60 ημερών και υπό τον
όρο συζητήσεως και σε περίπτωση μη προσδιορισμού εντός της προθεσμίας αυτής,
αυτοτελώς να μπορεί να ασκηθεί αίτηση αναστολής. Ας λάβουμε επίσης υπόψη ότι οι
ανακοπές σήμερα προσδιορίζονται για το 2015».
Στη συνέχεια ακολούθησε ψηφοφορία μεταξύ των διαφορετικών απόψεων που
διατυπώθηκαν, η οποία είχε ως εξής:
Σ Υ Ν Θ Ε Σ Η
|
΄Αρθρο 14 παρ. 2
του σχεδίου νόμου
|
|
1.
|
Ρένα Ασημακοπούλου
|
Ν
|
2.
|
Ηλίας Γιαννακάκης
|
Ο
|
3.
|
Εμμανουήλ Καλούδης
|
Ο
|
4.
|
Θεοδώρα Γκοΐνη
|
Ο
|
5.
|
Γεώργιος Χρυσικός-Εισηγητής
|
Όπως η εισήγηση
|
6.
|
Νικόλαος Ζαΐρης
|
Ν
|
7.
|
Χαράλαμπος Δημάδης
|
Ο
|
8.
|
Βασίλειος Λυκούδης
|
Ο
|
9.
|
Γεώργιος Γιαννούλης
|
Ο
|
10.
|
Ανδρέας Τσόλιας
|
Ο
|
11.
|
Δήμητρα Παπαντωνοπούλου
|
Ο
|
12.
|
Νικόλαος Λεοντής
|
Ο
|
13.
|
Βιολέττα Κυτέα
|
Ο
|
14.
|
Βαρβάρα Κριτσωτάκη
|
Ν
|
15.
|
Γεωργία Λαλούση
|
Ν
|
16.
|
Γρηγόριος Κουτσόπουλος
|
Ν
|
17.
|
Νικόλαος Κωνσταντόπουλος
|
Ο
|
18.
|
Βασιλική
Θάνου-Χριστοφίλου
|
Ο
|
19.
|
Δημήτριος Μαζαράκης
|
Ν
|
20.
|
Χαράλαμπος Αθανασίου
|
Ο
|
21.
|
Παναγιώτης Ρουμπής
|
Ο
|
22.
|
Κωνσταντίνος Φράγκος
|
Ν
|
23.
|
Γεώργιος Αδαμόπουλος
|
Ο
|
24.
|
Νικόλαος Μπιχάκης
|
Ο
|
25.
|
Α.Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά
|
Ο
|
26.
|
Ιωάννης Γιαννακόπουλος
|
Ο
|
27.
|
Χρυσόστομος Ευαγγέλου
|
Ο
|
28.
|
Κωνσταντίνος Τσόλας
|
Ο
|
29.
|
Δημήτριος Κράνης
|
Ο
|
30.
|
Ανδρέας Ξένος
|
Ν
|
31.
|
Κυριακούλα Γεροστάθη
|
Ο
|
32.
|
Ευφημία Λαμπροπούλου
|
Ο
|
33.
|
Αθανάσιος Γεωργόπουλος
|
Ν
|
34.
|
Δημήτριος Κόμης
|
Ο
|
35.
|
Βασίλειος Λαμπρόπουλος
|
Ο
|
36.
|
Αντώνιος Ζευγώλης
|
Ν
|
37.
|
Ερωτόκριτος Καλούδης
|
Ο
|
38.
|
Ασπασία Καρέλλου
|
Ο
|
39.
|
Γεράσιμος Φουρλάνος
|
Ο
|
40.
|
Μιλτιάδης Σπυρόπουλος
|
Ο
|
41.
|
Ιωάννα Πετροπούλου
|
Ο
|
42.
|
Ειρ.
Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη
|
Ν
|
43.
|
Δήμητρα
Λεοντάρη-Μπουρνάκα
|
Ο
|
44.
|
Εμμανουήλ Κλαδογένης
|
Ο
|
45.
|
Γεώργιος Σακκάς
|
Ο
|
46.
|
Μαρία Βασιλάκη
|
Ο
|
Σημειώνεται ότι στην παραπάνω ψηφοφορία το γράμμα «Ο» σημαίνει ότι τα μέλη δεν συμφωνούν με την διάταξη, έτσι όπως
προτείνεται στην παραγρ. 2 του ως άνω 14 άρθρο του σχεδίου νόμου. Προτείνουν να
ισχύσει το παλαιό καθεστώς της διάταξης, σύμφωνα με το οποίο η άσκηση της
ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής δεν επιφέρει και αναστολή εκτέλεσης. Υπέρ της
απόψεως αυτής ψήφισαν 34 μέλη, οπότε
αποτελεί και την άποψη της πλειοψηφίας.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες.
Το γράμμα «Ν» σημαίνει ότι τα
μέλη συμφωνούν με την τροποποίηση του σχεδίου νόμου. Δηλαδή η άσκηση της
ανακοπής, η συζήτηση της οποίας προσδιορίζεται εντός προθεσμίας 60 ημερών, θα
αναστέλλει την συζήτησή της, εφόσον βέβαια συζητηθεί η υπόθεση. Υπέρ της
απόψεως αυτής ψήφισαν 11 μέλη.
΄Οσον αφορά την παραγρ. 4 του ως άνω άρθρου, ισχύουν όσα παρακάτω
αναφέρονται στο άρθρο 15.
Άρθρο 15
Ειδικές
διαδικασίες-Συζήτηση
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 647 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 648 έως 661
δικάζονται όλες οι κύριες ή παρεπόµενες διαφορές από µίσθωση κάθε είδους
πράγµατος ή άλλου προσοδοφόρου αντικειµένου ή από επίµορτη αγροληψία, καθώς και
διατάξεις των άρθρων 591 παρ. 1 β’ ΚΠολΔ και 643 παρ. 1 ΚΠολΔ».
2. Η παράγραφος 3
του άρθρου 666 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στις διαφορές που αναφέρονται στο άρθρο 663
εφαρµόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 591 παρ. 1β’ και 643 παρ. 1 ΚΠολΔ, ενώ
δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις των άρθρων 466 έως 472»
3. Το άρθρο 672 Α
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Η συζήτηση των αγωγών επί των διαφορών για µισθούς
υπερηµερίας και για καθυστερούµενους µισθούς προσδιορίζεται υποχρεωτικά εντός
εξήντα (60) ηµερών. Σε περίπτωση που ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών µέτρων, αυτή
συζητείται υποχρεωτικά κατά την ορισθείσα δικάσιµο της αγωγής».
4. Στο περιεχόµενο της παραγράφου 2 του
άρθρου 681 Β’ του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας η λέξη « πολυµελή »
αντικαθίσταται µε τη λέξη «µονοµελή».
5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 683 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Αν η κύρια υπόθεση υπάγεται στην καθ’ ύλην
αρµοδιότητα των ειρηνοδικείων τα ασφαλιστικά µέτρα διατάσσονται από αυτά. Το
ίδιο ισχύει και για τη συναινετική εγγραφή ή άρση προσηµείωσης υποθήκης».
Γεώργιος Χρυσικός,
Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Ως προς τις
προθεσμίες που πρέπει να έχει ο δικαστής προκειμένου να εκδώσει την απόφασή του
εγώ προτείνω, ανάλογα με τη διαδικασία, τα εξής: α. Εκουσία, Σωματεία και Κληρονομητήρια: με διαταγή χωρίς σκεπτικό,
προθεσμία πένε (5) ημερών, και με απόφαση με σκεπτικό, προθεσμία είκοσι (20)
ημερών β. Ασφαλιστικά με απόφαση (με
συνοπτική αιτιολογία) προθεσμία τριάντα (30) ημερών και γ. Εργατικά, Μισθώσεις, Εκτέλεση, Ανακοπές και λοιπές ειδικές
διαδικασίες, προθεσμία εξήντα (60) ημερών με απόφαση. Τις προθεσμίες αυτές τις
προτείνω προκειμένου να έχουμε μία επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης. ΄Αλλωστε
και παλαιότερα είχαμε δίμηνο στα εργατικά και ένας μήνας στις ειδικές
διαδικασίες. Τα δε ασφαλιστικά ήταν είκοσι ημέρες. Επίσης μην ξεχνάμε ότι: α.
με το άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 1941/1991 προστέθηκε το άρθρο 672Α
του ΚπολΔ, με το οποίο ορίσθηκε ότι στις
υποθέσεις για μισθούς υπερημερίας και για καθυστερούμενους μισθούς υποχρεωτικά
εκδίδεται η απόφαση εντός 15 ημερών στον α΄ βαθμό και εντός μηνός στο β΄ βαθμό από τη συζήτηση,
χωρίς η προθεσμία αυτή να είναι ανατρεπτική ή να δημιουργεί λόγο ακυρότητας, β.
το άρθρο 91 του ΚΟΔΚΔΛ δεν προσδιορίζει το υποχρεωτικό ανώτερο όριο δημοσίευσης
της απόφασης για ως άνω διαδικασίες, τις οποίες δεν τις εντάσσει μέσα στο
τετράμηνο και γ. για την αφαίρεση της δικογραφίας από τον δικαστή πρέπει να
έχει παρέλθει οκτάμηνο από τη συζήτηση. Επίσης εισηγούμαι να μη γνωστοποιεί από
της έδρας ο δικαστής την ημέρα και ώρα που θα εκδώσει την απόφασή του, όπως
επίσης δεν δέχομαι το 48ωρο.»
Εμμανουήλ
Καλούδης, Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου: «Υπάρχουν περιπτώσεις ανακοπών που είναι πολύ δύσκολες υποθέσεις και
απαιτούν έρευνα δύο μηνών και πλέον. Οπότε οι προθεσμίες αυτές είναι δύσκολο να
τηρηθούν. Όπως και στα εργατικά. Ο έλεγχος προθεσμιών και καθυστερήσεων ανήκει
στην αρμοδιότητα των επιθεωρητών.
Ανδρέας Κράνης,
Αρεοπαγίτης: «Πρέπει να πω ότι
σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν υπάρχει κώδικας πολιτικής δικονομίας που να μαλώνει
τους δικαστές, τάσσοντας προθεσμίες για την έκδοση αποφάσεων. Αυτό είναι ύλη
του πειθαρχικού δικαίου και όχι του κώδικα πολιτικής δικονομίας».
Στη συνέχεια ακολούθησε ψηφοφορία μεταξύ των διαφορετικών απόψεων που
διατυπώθηκαν, η οποία είχε ως εξής:
Σ Υ Ν Θ Ε Σ Η
|
΄Αρθρο 15 του σχεδίου νόμου
|
|
1.
|
Ρένα Ασημακοπούλου
|
Όπως η εισήγηση
|
2.
|
Ηλίας Γιαννακάκης
|
Όπως η εισήγηση
|
3.
|
Εμμανουήλ Καλούδης
|
Α
|
4.
|
Θεοδώρα Γκοΐνη
|
Α
|
5.
|
Γεώργιος Χρυσικός-Εισηγητής
|
Όπως η εισήγηση
|
6.
|
Νικόλαος Ζαΐρης
|
Όπως η εισήγηση
|
7.
|
Χαράλαμπος Δημάδης
|
Α
|
8.
|
Βασίλειος Λυκούδης
|
Α
|
9.
|
Γεώργιος Γιαννούλης
|
Α
|
10.
|
Ανδρέας Τσόλιας
|
Όπως η εισήγηση
|
11.
|
Δήμητρα Παπαντωνοπούλου
|
Όπως η εισήγηση
|
12.
|
Νικόλαος Λεοντής
|
Όπως η εισήγηση
|
13.
|
Βιολέττα Κυτέα
|
Α
|
14.
|
Βαρβάρα Κριτσωτάκη
|
Όπως η εισήγηση
|
15.
|
Γεωργία Λαλούση
|
Όπως η εισήγηση
|
16.
|
Γρηγόριος Κουτσόπουλος
|
Όπως η εισήγηση
|
17.
|
Νικόλαος Κωνσταντόπουλος
|
Όπως η εισήγηση
|
18.
|
Βασιλική
Θάνου-Χριστοφίλου
|
Α
|
19.
|
Δημήτριος Μαζαράκης
|
Όπως η εισήγηση
|
20.
|
Χαράλαμπος Αθανασίου
|
Α
|
21.
|
Παναγιώτης Ρουμπής
|
Όπως η εισήγηση
|
22.
|
Κωνσταντίνος Φράγκος
|
Όπως η εισήγηση
|
23.
|
Γεώργιος Αδαμόπουλος
|
Όπως η εισήγηση
|
24.
|
Νικόλαος Μπιχάκης
|
Α
|
25.
|
Α.Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά
|
Όπως η εισήγηση
|
26.
|
Ιωάννης Γιαννακόπουλος
|
Όπως η εισήγηση
|
27.
|
Χρυσόστομος Ευαγγέλου
|
Όπως η εισήγηση
|
28.
|
Κωνσταντίνος Τσόλας
|
Α
|
29.
|
Δημήτριος Κράνης
|
Α
|
30.
|
Ανδρέας Ξένος
|
Α
|
31.
|
Κυριακούλα Γεροστάθη
|
Α
|
32.
|
Ευφημία Λαμπροπούλου
|
Α
|
33.
|
Αθανάσιος Γεωργόπουλος
|
Όπως η εισήγηση
|
34.
|
Δημήτριος Κόμης
|
Α
|
35.
|
Βασίλειος Λαμπρόπουλος
|
Α
|
36.
|
Αντώνιος Ζευγώλης
|
Όπως η εισήγηση
|
37.
|
Ερωτόκριτος Καλούδης
|
Α
|
38.
|
Ασπασία Καρέλλου
|
Α
|
39.
|
Γεράσιμος Φουρλάνος
|
Α
|
40.
|
Μιλτιάδης Σπυρόπουλος
|
Όπως η εισήγηση
|
41.
|
Ιωάννα Πετροπούλου
|
Όπως η εισήγηση
|
42.
|
Ειρ.
Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη
|
Όπως η εισήγηση
|
43.
|
Δήμητρα
Λεοντάρη-Μπουρνάκα
|
Όπως η εισήγηση
|
44.
|
Εμμανουήλ Κλαδογένης
|
Όπως η εισήγηση
|
45.
|
Γεώργιος Σακκάς
|
Όπως η εισήγηση
|
46.
|
Μαρία Βασιλάκη
|
Όπως η εισήγηση
|
Σημειώνεται ότι στην παραπάνω ψηφοφορία η φράση ΄΄όπως η εισήγηση΄΄, σημαίνει ότι τα
μέλη συμφωνούν με την τροποποίηση των διατάξεων, που προτείνεται με το ως άνω
15 άρθρο, όπως διαμορφώθηκε με την προηγηθείσα εισήγηση, δηλαδή να μη δημοσιεύονται οι αποφάσεις μέσα σε σαράντα οκτώ (48) ώρες,
να μην επιβάλλεται στον δικαστή, αν για ειδικούς λόγους δεν πρέπει να
επιφυλαχθεί να εκδώσει την απόφαση αμέσως επί της έδρας, και να μην ανακοινώνεται
από έδρας η ημέρα και η ώρα που θα δημοσιεύεται η απόφαση. Επίσης, όσον αφορά
τις προθεσμίες που πρέπει να έχει ο δικαστής προκειμένου να εκδώσει την απόφασή
του, ανάλογα με τη διαδικασία, να ισχύσουν τα εξής: α. Εκουσία διαδικασία, Σωματεία και Κληρονομητήρια: με διαταγή
χωρίς σκεπτικό, προθεσμία πένε (5) ημερών, και με απόφαση με σκεπτικό, σε προθεσμία
είκοσι (20) ημερών, β. Ασφαλιστικά
Μέτρα με απόφαση (με συνοπτική αιτιολογία): 1) ως προς τη νομική και ουσιαστική
ύπαρξη ή ανυπαρξία του επικαλουμένου
δικαιώματος (χωρίς την παράθεση μακροσκελών νομικών σκέψεων) και 2) ως προς τη
συνδρομή ή μη επικειμένου κινδύνου, σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών και γ. Εργατικά, Μισθώσεις, Εκτέλεση,
Ανακοπές και λοιπές ειδικές διαδικασίες, σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών με
απόφαση. Υπέρ της απόψεως αυτής, που συντάχθηκε με την εισήγηση, ψήφισαν
27 μέλη, η οποία αποτελεί και την άποψη
της πλειοψηφίας.
Το γράμμα «Α» σημαίνει ότι τα
μέλη δεν συμφωνούν με τις τροποποιήσεις, που εισάγει το ως άνω άρθρο 15 και
τάσσονται υπέρ των διατάξεων, όπως αυτές ισχύουν σήμερα. Προτείνουν δηλαδή την
απάλειψη του προτεινόμενου άρθρου. Υπέρ της απόψεως αυτής ψήφισαν 19 μέλη.
Την άποψη αυτή (της μειοψηφίας) διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο
παριστάμενος Εισαγγελέας του Αρείου
Πάγου Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες.
Άρθρο 16
Ασφαλιστικά
µέτρα-Προσωρινή διαταγή
Το τρίτο εδάφιο
της παραγράφου 4 του άρθρου 691 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται
και προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Σε κάθε περίπτωση αν γίνει δεκτό το αίτηµα για έκδοση
προσωρινής διαταγής η σχετική αίτηση ασφαλιστικών µέτρων προσδιορίζεται για
συζήτηση µέσα σε τριάντα ηµέρες. Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται, άλλως
παύει αυτοδικαίως η ισχύς της προσωρινής διαταγής, εκτός αν αυτή παραταθεί από
το δικαστήριο που εκδικάζει την αίτηση».
2. Στο άρθρο 691
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται παράγραφος 5, ως εξής και η
παράγραφος 5 αυτού αναριθµείται σε 6 :
«5. Το δικαστήριο αποφαίνεται οριστικά αµέσως και δέχεται
ή απορρίπτει την αίτηση. Η απόφασή του δηµοσιεύεται σε δηµόσια συνεδρίαση µετά
την περάτωση της ακροαµατικής διαδικασίας και το αργότερο µέχρι και σαράντα
οκτώ (48) ώρες µετά την συζήτηση, καταχωριζοµένου του διατακτικού της κάτω από
την αίτηση ή στα πρακτικά. Αν για ειδικούς λόγους επιβάλλεται να επιφυλαχθεί το
δικαστήριο να εκδώσει την απόφασή του σε µεταγενέστερο χρόνο, αυτός που
διευθύνει την συζήτηση έχει την υποχρέωση να γνωστοποιεί την ηµέρα και ώρα που θα
δηµοσιευθεί η απόφαση µε συνοπτική αιτιολογία ως προς την ύπαρξη ή ανυπαρξία
του επικαλούµενου δικαιώµατος και τη συνδροµή ή µη επικείµενου κινδύνου ή
επείγουσας περίπτωσης, εντός αποκλειστικής προθεσµίας είκοσι (20) ηµερών από
την συζήτηση της αίτησης. Εντός της ίδιας προθεσµίας ο δικαστής που εκδίδει την
απόφαση οφείλει να συντάξει, χρονολογήσει και υπογράψει την απόφαση».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 16 άρθρο του σχεδίου νόμου,
λαμβανομένων υπόψη και των όσων ελέχθησαν αμέσως παραπάνω, σχετικά με το άρθρο
15 του σχεδίου νόμου.
Ο παριστάμενος Εισαγγελέας του
Αρείου Πάγου Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες, διατύπωσε την άποψη πριν την
ψηφοφορία, ότι πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται το ισχύον καθεστώς των
σχετικών διατάξεων και να μην εφαρμοστεί το ως άνω άρθρο του σχεδίου νόμου.
Άρθρο 17
Υποθέσεις εκουσίας
δικαιοδοσίας
1. Η παράγραφος 1
του άρθρου 740 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στην αρµοδιότητα των ειρηνοδικείων υπάγονται οι
υποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 739, εκτός από την ανακοπή του άρθρου
787 και 82 ΑΚ, η οποία υπάγεται στην αρµοδιότητα του µονοµελούς πρωτοδικείου.».
2. Η παράγραφος 3
του άρθρου 740 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στην κατά την πρώτη παράγραφο του παρόντος
αρµοδιότητα των ειρηνοδικείων υπάγεται και η θέση προσώπου σε ακούσια νοσηλεία,
σύµφωνα µε τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου».
3. Η παράγραφος 1
του άρθρου 747 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η αίτηση ασκείται µε δικόγραφο που πρέπει να
κατατεθεί στη γραµµατεία του ειρηνοδικείου στο οποίο απευθύνεται. Η αίτηση
µπορεί να ασκηθεί και προφορικά, οπότε συντάσσεται έκθεση».
4. Η παράγραφος 4
του άρθρου 747 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Όταν κατά το νόµο το δικαστήριο έχει την εξουσία να
ενεργεί αυτεπαγγέλτως, µπορεί να διατάξει την εισαγωγή της υπόθεσης προς
συζήτηση µε πράξη του. Η πράξη πρέπει να περιλαµβάνει το αντικείµενο της
υπόθεσης, υπογράφεται από αυτόν που την εκδίδει και αναφέρεται στο βιβλίο που
τηρείται κατά το άρθρο 776».
5. Η παράγραφος 1
του άρθρου 748 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η αίτηση υποβάλλεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση από τη
γραµµατεία στο δικαστήριο για να ορίσει δικάσιµο. Στην περίπτωση αυτή
εφαρµόζεται το άρθρο 226. Κατά την περίοδο των δικαστικών διακοπών, των
Χριστουγέννων Νέου Έτους και του Πάσχα, η δικάσιµος ορίζεται, υποχρεωτικά,
εντός τριάντα ηµερών από την επανέναρξη της κανονικής λειτουργίας των
δικαστηρίων».
6. Η παράγραφος 3
του άρθρου 748 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο ειρηνοδίκης που είναι αρµόδιος κατά την παρ. 1
µπορεί να διατάξει την κλήτευση τρίτων που έχουν έννοµο συµφέρον από τη δίκη. Η
κλήτευση γίνεται µε κοινοποίηση αντιγράφου της αίτησης στο οποίο σηµειώνεται ο
προσδιορισµός της δικασίµου».
7. Η παράγραφος 4
του άρθρου 748 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο ειρηνοδίκης ορίζει την προθεσµία που κατά την κρίση
του απαιτείται για τις κοινοποιήσεις που αναφέρονται στις παρ. 2 και 3».
8. Το άρθρο 750
αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο εισαγγελέας πρωτοδικών δικαιούται να παρίσταται κατά
τη συζήτηση στο ακροατήριο ενώπιον του ειρηνοδικείου».
9. Το άρθρο 751
αντικαθίσταται ως εξής:
«Μεταβολή της αίτησης επιτρέπεται µε άδεια του
ειρηνοδίκη, εφόσον κατά την κρίση του δεν βλάπτονται συµφέροντα εκείνων που
µετέχουν στη δίκη ή τρίτων. Η µεταβολή αναφέρεται στο βιβλίο που τηρείται κατά
το άρθρο 776».
10. Το άρθρο 756
αντικαθίσταται ως εξής:
«Η απόφασή του δηµοσιεύεται σε δηµόσια συνεδρίαση µετά
την περάτωση της ακροαµατικής διαδικασίας και το αργότερο µέχρι και σαράντα
οκτώ (48) ώρες µετά την συζήτηση, καταχωριζόµενου του διατακτικού της στα
πρακτικά. Αν για ειδικούς λόγους επιβάλλεται να επιφυλαχθεί ο δικαστής να
εκδώσει την απόφασή του σε µεταγενέστερο χρόνο, έχει την υποχρέωση να
γνωστοποιεί την ηµέρα και ώρα που θα δηµοσιευθεί η απόφαση, η οποία
καταχωρίζεται στα πρακτικά. Ο χρόνος αυτός δεν µπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι
(20) ηµέρες από την συζήτηση της αγωγής. Εντός της ίδιας προθεσµίας οφείλει να
συντάξει, χρονολογήσει και υπογράψει σχέδιο της απόφασης που περιέχει το
αιτιολογικό και το διατακτικό».
11. Η παράγραφος 3
του άρθρου 763 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αν ασκηθεί έφεση, το δικαστήριο που εξέδωσε την
απόφαση, όπως και το δικαστήριο που δικάζει την έφεση ή ο πρόεδρός του µπορούν
κατά την κρίση τους, µε αίτηση κάποιου από εκείνους που έλαβαν µέρος στην
πρωτόδικη δίκη, να αναστείλουν την ισχύ και την εκτέλεσή της, µέχρι να εκδοθεί
απόφαση στην έφεση. Η απόφαση που διατάζει την αναστολή σηµειώνεται χωρίς
υπαίτια καθυστέρηση στο βιβλίο που τηρείται κατά το άρθρο 776 και στο περιθώριο
της απόφασης της οποίας αναστέλλεται η ισχύς και η εκτέλεση».
12. Το άρθρο 769
αντικαθίσταται ως εξής:
«Αναίρεση έχουν δικαίωµα να ασκήσουν, και αν νίκησαν, ο
αιτών, εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση, ο εκκαλών, ο εφεσίβλητος,
εκείνοι που άσκησαν κύρια και πρόσθετη παρέµβαση και οι καθολικοί και ειδικοί
διάδοχοί τους, καθώς και ο εισαγγελέας πρωτοδικών. Οι διατάξεις του άρθρου 762
εφαρµόζονται και εδώ».
13. Η παράγραφος 1
του άρθρου 776 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σε κάθε ειρηνοδικείο τηρούνται βιβλία στα οποία
καταχωρίζονται περιληπτικά:
α) οι αιτήσεις που υποβάλλονται κατά τη διαδικασία των
άρθρων 740 έως 781 και οι αποφάσεις που εκδίδονται στις αιτήσεις αυτές,
β) οι αιτήσεις ανάκλησης ή µεταρρύθµισης των αποφάσεων,
τα ένδικα µέσα που ασκούνται κατά των αποφάσεων, οι τριτανακοπές και οι
σχετικές αποφάσεις,
γ) οι αποφάσεις µε τις οποίες αναστέλλεται η ισχύς ή η
εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης».
14. Το άρθρο 787
αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Όταν ζητείται κατά το νόµο να διαταχθεί η εγγραφή
σωµατείου στο βιβλίο που τηρείται γι’ αυτό το σκοπό, ή η τροποποίηση του
καταστατικού ή η εξουσιοδότηση για τη σύγκληση της συνέλευσης σωµατείου και τη
ρύθµιση της προεδρίας της ή η διάλυση σωµατείου, αρµόδιος είναι ο Ειρηνοδίκης
της περιφέρειας που έχει έδρα το σωµατείο. 2. Δικαίωµα ανακοπής κατά της
διαταγής που δέχεται αίτηση εγγραφής σωµατείου ή τροποποίησης καταστατικού έχει
ο εισαγγελέας πρωτοδικών αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης της εποπτεύουσας αρχής
καθώς και κάθε τρίτος που έχει έννοµο συµφέρον».
15. Το άρθρο 798
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Όταν ζητείται κατά το νόµο να χορηγηθεί άδεια για να
ενεργηθεί πράξη εκτός από εκείνες που αναφέρονται στα άρθρα 792 και 797,
αρµόδιο είναι το δικαστήριο της κατοικίας, και αν δεν υπάρχει κατοικία της
διαµονής του αιτούντος. Αν πρόκειται για εκποίηση πραγµάτων, το ειρηνοδικείο
στην περιφέρεια του οποίου βρίσκονται τα πράγµατα».
16. Η παράγραφος 1
του άρθρου 807 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για τη δηµοσίευση δηµόσιας ή µυστικής ή έκτακτης
διαθήκης αρµόδιος είναι ο ειρηνοδίκης της περιφέρειας, όπου εδρεύει ο
συµβολαιογράφος, ο οποίος τη συνέταξε ή στον οποίο έχει κατατεθεί, ενώ για τη
δηµοσίευση ιδιόγραφης διαθήκης και την κήρυξή της ως κύριας, ο ειρηνοδίκης στον
οποίο προσάγεται για να δηµοσιευθεί.».
17. Η παράγραφος 3 του άρθρου 807 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η κήρυξη ιδιόγραφης διαθήκης ως κυρίας γίνεται µε
πράξη του αρµόδιου για τη δηµοσίευσή της ειρηνοδίκη, εφόσον πιθανολογηθεί
γνησιότητα της γραφής και της υπογραφής του διαθέτη. Όταν η διαθήκη
δηµοσιεύθηκε από προξενική αρχή, αρµόδιος για να την κηρύξει κύρια είναι ο
ειρηνοδίκης του δικαστηρίου της κληρονοµίας».
18. Η παράγραφος 4
του άρθρου 808 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Τα αντίγραφα των δηµόσιων διαθηκών που δηµοσιεύονται
και τα πρωτότυπα των µυστικών ή έκτακτων ή ιδιόγραφων διαθηκών, µε τα
περικαλύµµατά τους, χρονολογούνται και υπογράφονται από τον ειρηνοδίκη ή τον
πρόξενο και φυλάγονται στο αρχείο του ειρηνοδικείου ή του προξενείου».
19. Η παράγραφος 5
του άρθρου 808 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Αντίγραφα των πρακτικών δηµοσίευσης της διαθήκης
αποστέλλονται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, µε επιµέλεια της γραµµατείας του
δικαστηρίου ή του προξενείου, στη γραµµατεία του πρωτοδικείου Αθηνών, καθώς και
στη γραµµατεία του πρωτοδικείου της τελευταίας κατοικίας ή διαµονής του διαθέτη
και φυλάγονται στα αρχεία τους».
20. Η παράγραφος 5
του άρθρου 808 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Αντίγραφα διαθηκών και ανακλήσεων διαθηκών, που
δηµοσιεύθηκαν στο εξωτερικό, µπορεί να κατατεθούν σε ελληνική προξενική αρχή ή
στη γραµµατεία οποιουδήποτε ειρηνοδικείου. Η προξενική αρχή ή η γραµµατεία που
παραλαµβάνει τα αντίγραφα συντάσσει επάνω σ’ αυτά πράξη κατάθεσης, όπου
αναγράφει όσα κατατέθηκαν, εκείνον που τα κατέθεσε και την ηµεροµηνία της
κατάθεσης. Τα αντίγραφα αυτά πρέπει να είναι επικυρωµένα από την αλλοδαπή αρχή
που δηµοσίευσε τη διαθήκη. Αν είναι διατυπωµένες ολόκληρες ή εν µέρει, σε ξένη
γλώσσα, πρέπει να επισυνάπτεται, κατά την κατάθεσή τους, µετάφραση στην
ελληνική γλώσσα του ξενόγλωσσου µέρους τους, που έχει γίνει από το Υπουργείο
Εξωτερικών, ελληνική προξενική αρχή ή δικηγόρο. Αντίγραφά τους αποστέλλονται
χωρίς καθυστέρηση, µε επιµέλεια του προξένου που τα παρέλαβε ή της γραµµατείας
του δικαστηρίου, στη γραµµατεία του πρωτοδικείου Αθηνών».
21. Το άρθρο 809 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι γραµµατείς των ειρηνοδικείων και των προξενικών αρχών
τηρούν βιβλία των διαθηκών που δηµοσιεύονται και των αντιγράφων τους που οι
γραµµατείες αυτές φυλάγουν, καθώς και των αντιγράφων που κατατίθενται ή
φυλάγονται κατά την παρ. 6 του άρθρου 808 του κώδικα αυτού. Η γραµµατεία του πρωτοδικείου
Αθηνών τηρεί βιβλία των διαθηκών που δηµοσιεύονται από αυτό ή άλλα δικαστήρια
και προξενικές αρχές, καθώς και των αντιγράφων τους που κατά την παρ. 6 του
άρθρου 808 κατατίθενται στα άλλα δικαστήρια και τις προξενικές αρχές».
22. Το άρθρο 810
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Δικαστήριο της κληρονοµίας είναι το ειρηνοδικείο στην
περιφέρεια του οποίου ο κληρονοµούµενος είχε κατά το χρόνο του θανάτου του την
κατοικία του και, αν δεν είχε κατοικία, τη διαµονή του, και αν δεν είχε ούτε
διαµονή, το ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του κράτους».
23. Το πρώτο
εδάφιο του άρθρου 819 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται και
προστίθεται δεύτερο ως εξής:
«Ο ειρηνοδίκης του δικαστηρίου της κληρονοµίας µε αίτηση
του κληρονόµου ή του καταπιστευµατοδόχου ή του κληροδόχου ή του εκτελεστή
διαθήκης, η οποία αναρτάται για δέκα (10) ηµέρες σε ειδικό χώρο του
καταστήµατος του Ειρηνοδικείου, χορηγεί το πιστοποιητικό για το κληρονοµικό
δικαίωµά του. Στην περίπτωση που ασκηθεί εντός της ανωτέρω προθεσµίας παρέµβαση
τρίτου, ο ειρηνοδίκης προσδιορίζει δικάσιµο για την συζήτησή τους προκειµένου
να εκδοθεί απόφαση επ΄αυτών.»
24. Το άρθρο 820
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η πράξη του ειρηνοδίκη και η απόφαση του δικαστηρίου
της κληρονοµίας που τυχόν επιληφθεί πρέπει να περιέχει: α) το ονοµατεπώνυµο του
κληρονοµουµένου, β) τα ονοµατεπώνυµα των κληρονόµων ή καταπιστευµατοδόχων ή
κληροδόχων στους οποίους παρέχεται, γ) τις κληρονοµικές µερίδες του καθενός ή
τα αντικείµενα τα οποία περιέρχονται στον καθένα, δ) τους όρους ή τους
περιορισµούς µε τους οποίους η κληρονοµία, το καταπίστευµα ή η κληροδοσία
περιέρχεται στον καθένα και, ιδιαίτερα αν πρόκειται για κληρονόµο, τα
καταπιστεύµατα και τα κληροδοτήµατα που βαρύνουν τον κληρονόµο και ε) τα
ονοµατεπώνυµα των εκτελεστών διαθήκης και τις εξουσίες που η διαθήκη τους
παρέχει.
2. Αν το πιστοποιητικό χορηγείται σε εκτελεστή διαθήκης η
πράξη του ειρηνοδίκη ή η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει να περιέχει µόνο: α) το
ονοµατεπώνυµο του κληρονοµουµένου και β) το ονοµατεπώνυµο του εκτελεστή
διαθήκης και τις εξουσίες που του παρέχει η διαθήκη».
25. Το άρθρο 823
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρµόδιο να διατάξει, µε αίτηση οποιουδήποτε έχει έννοµο
συµφέρον ή και αυτεπαγγέλτως, να αφαιρεθεί, να κηρυχθεί ανίσχυρο, να
τροποποιηθεί ή να ανακληθεί το πιστοποιητικό είναι το δικαστήριο της
κληρονοµίας».
26 Το άρθρο 826
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο ειρηνοδίκης, µε αίτηση οποιουδήποτε έχει έννοµο συµφέρον
ή και αυτεπαγγέλτως, µπορεί, για να αποτραπεί κίνδυνος, να διατάξει τη σφράγιση
πραγµάτων ορίζοντας συγχρόνως συµβολαιογράφο για να την διενεργήσει. Αρµόδιος
είναι ο ειρηνοδίκης της περιφέρειας όπου βρίσκονται τα πράγµατα».
27. Το άρθρο 832
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής: «1. Αν η αποσφράγιση διατάσσεται για να γίνει απογραφή,
ο ειρηνοδίκης µε την απόφασή του ορίζει συµβολαιογράφο και πραγµατογνώµονες
κατά το άρθρο 838 παρ. 2 έως 4.
2. Αν ο ειρηνοδίκης κρίνει ότι δεν είναι αναγκαία η
διατήρηση της σφράγισης και δεν πρόκειται να γίνει απογραφή, µε απόφασή του που
διατάζει την αποσφράγιση ορίζει τον συµβολαιογράφο που θα την ενεργήσει».
28. Το άρθρο 841
του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής: «1. Κάθε διαφορά ή δυσχέρεια που προκύπτει κατά τη
σφράγιση, την αποσφράγιση ή την απογραφή δικάζεται από τον ειρηνοδίκη που τις
διέταξε.
2. Ο συµβολαιογράφος, που ενεργεί τη σφράγιση, την
αποσφράγιση και την απογραφή, αποφασίζει προσωρινά για τις διαφορές ή
δυσχέρειες που παρουσιάζονται κατά τη διενέργειά τους και η απόφασή του
καταχωρίζεται στην έκθεση και εκτελείται αµέσως. Οποιοσδήποτε έχει έννοµο
συµφέρον µπορεί να ζητήσει από τον ειρηνοδίκη που αναφέρεται στην παρ. 1. να
ανακαλέσει την απόφαση αυτή και να επαναφέρει τα πράγµατα στην προηγούµενη
κατάσταση.
3. Οι αποφάσεις που εκδίδονται κατά την παρ. 1 έχουν
προσωρινή ισχύ, δεν επηρεάζουν την κύρια υπόθεση και το δικαστήριο που είναι
αρµόδιο να διατάξει ασφαλιστικά µέτρα µπορεί να τις τροποποιήσει ή να τις
ανακαλέσει».
29. Η παράγραφος 1 του άρθρου 878 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αν δεν οριστεί εµπρόθεσµα ο διαιτητής ή οι διαιτητές
ή ο επιδιαιτητής και η συµφωνία για διαιτησία δεν ορίζει διαφορετικά, τους ορίζει
µε αίτηση το ειρηνοδικείο. Αρµόδιο είναι το ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του
οποίου ορίζει η συµφωνία ότι θα διενεργηθεί η διαιτησία, διαφορετικά το
ειρηνοδικείο της κατοικίας όποιου υποβάλλει την αίτηση ή, αν δεν υπάρχει
κατοικία, της διαµονής του. Αν δεν υπάρχει και διαµονή, το ειρηνοδικείο της
πρωτεύουσας του κράτους».
30. Η παράγραφος 2 του άρθρου 878 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η παρ. 1 εφαρµόζεται και όταν ο διαιτητής ή ο
επιδιαιτητής που όρισε το ειρηνοδικείο πεθάνει ή για οποιοδήποτε λόγο αρνείται κωλύεται
να διενεργήσει τη διαιτησία».
31. Το άρθρο 879 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
αντικαθίσταται ως εξής: «1. Σε κάθε
ειρηνοδικείο τηρείται Κατάλογος διαιτητών τον οποίο καταρτίζει το πολυµελές
πρωτοδικείο, σύµφωνα µε όσα ορίζονται µε διατάγµατα που εκδίδονται µε πρόταση
του Υπουργού της Δικαιοσύνης.
2. Το ειρηνοδικείο ορίζει τους διαιτητές ή το διαιτητή
από τον κατάλογο των διαιτητών και, αν δεν υπάρχει κατάλογος ή, αν συντρέχει
κατά την κρίση του σοβαρός λόγος, ορίζει το κατάλληλο πρόσωπο».
32. Η παράγραφος 2 του άρθρου 880 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Όποιος αποδέχτηκε τον ορισµό του ως διαιτητή ή
επιδιαιτητή µπορεί για σοβαρό λόγο να αρνηθεί να εκπληρώσει τα καθήκοντά του,
ύστερα από άδεια του δικαστηρίου. Η άδεια παρέχεται από το ειρηνοδικείο του
τόπου της κατοικίας του ή αν δεν υπάρχει κατοικία της διαµονής του και αν δεν
υπάρχει και διαµονή, από το ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του κράτους, ύστερα
από αίτησή του που δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ. Η απόφαση
δεν προσβάλλεται µε ένδικα µέσα, δεν ανακαλείται ούτε µεταρρυθµίζεται».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 17 άρθρο του σχεδίου νόμου. Πλην
όμως, όσον αφορά την παραγρ. 10 του άρθρου αυτού, ισχύουν, όσα παραπάνω
ελέχθησαν, για το άρθρο 15 (ισχύει η ίδια ψηφοφορία).
Άρθρο 18
Κήρυξη αλλοδαπού τίτλου εκτελεστού στην Ελλάδα
Το άρθρο 905 του
Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με την επιφύλαξη αυτών που ορίζουν διεθνείς συµβάσεις
µπορεί να γίνει στην Ελλάδα αναγκαστική εκτέλεση βασισµένη σε αλλοδαπό τίτλο
από τότε που θα τον κηρύξει εκτελεστό µε διαταγή του δικαστή του µονοµελούς
πρωτοδικείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται η κατοικία και, αν δεν έχει
κατοικία, η διαµονή του οφειλέτη και, αν δεν έχει ούτε διαµονή, του δικαστή του
µονοµελούς πρωτοδικείου της πρωτεύουσας του κράτους.
2. Ο δικαστής του µονοµελούς πρωτοδικείου, κηρύσσει
εκτελεστό τον αλλοδαπό τίτλο, εφόσον είναι εκτελεστός κατά το δίκαιο του τόπου
όπου εκδόθηκε και δεν είναι αντίθετος προς τα χρηστά ήθη ή προς τη δηµόσια
τάξη.
3. Αν ο αλλοδαπός τίτλος είναι δικαστική απόφαση, για να
κηρυχθεί εκτελεστός πρέπει να συντρέχουν και οι όροι του άρθρου 323 αριθ.2 έως
5.
4. Οι διατάξεις των παρ. 1 έως 3 εφαρµόζονται και για την
αναγνώριση δεδικασµένου από απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που αφορά την
προσωπική κατάσταση.
5. Τη διαταγή των παραγράφων 1 έως 3 ανακόπτει ενώπιον
του Μονοµελούς Εφετείου αυτός που έχει έννοµο συµφέρον».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, 45 από τα μέλη τάχθηκαν
υπέρ των τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 18
άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή (της πλειοψηφίας) διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο
παριστάμενος Εισαγγελέας του Αρείου
Πάγου Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες.
Ένα (1) μέλος της Ολομέλειας ο Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Γεώργιος
Χρυσικός συμφώνησε με την προτεινόμενη τροποποίηση, που αποβλέπει στην
απλοποίηση της σχετικής διαδικασίας, αλλά η κήρυξη της εκτελεστότητας έχει την
άποψη ότι για τους λόγους που ανέπτυξε στην προηγηθείσα εισήγησή του κατά το
αντίστοιχο άρθρο, στην οποία αναφέρεται, πρέπει να γίνεται με απόφαση και όχι
με διάταξη, στην οποία θα διαλαμβάνονται και οι προϋποθέσεις κήρυξης της
εκτελεστότητας.
Άρθρο 19
Ανακοπές στην
αναγκαστική εκτέλεση
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 933 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«Αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση
και κάθε δανειστή του που έχει έννοµο συµφέρον, οι οποίες αφορούν την
εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή
την απαίτηση, ασκούνται µόνο µε ανακοπή που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο
εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από το δικαστήριο αυτό, και στο Μονοµελές
Πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση».
2. Το άρθρο 935 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«Λόγοι ανακοπής που είναι ήδη γεννηµένοι και µπορούν να
προταθούν στη δίκη της ανακοπής σύµφωνα µε το άρθρο 933 είναι απαράδεκτοι όταν
προταθούν σε οποιαδήποτε µεταγενέστερη δίκη όπου ανακύπτει ζήτηµα κύρους της
αυτής ή άλλης πράξης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.
3. Η
παράγραφος 3 του άρθρου 937 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως
εξής:
«Στις δίκες σχετικά µε την εκτέλεση για την εκδίκαση των
ανακοπών εφαρµόζονται οι διατάξεις των άρθρων 643 και 591 παρ. 1β’ ΚΠολΔ».
4. Το άρθρο 938 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«Η άσκηση της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, η συζήτηση
της οποίας υποχρεωτικά προσδιορίζεται εντός εξήντα (60) ηµερών, αναστέλλει την
αναγκαστική εκτέλεση. Το δικαστήριο που συζητεί την ανακοπή µπορεί να
διατηρήσει την αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης µε εγγύηση ή χωρίς εγγύηση,
ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση για την ανακοπή.»
5. Στην
παράγραφο 1 του άρθρου 941 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται δεύτερο
εδάφιο ως εξής:
«Η παράγραφος 5 του άρθρου 943 εφαρµόζεται και στην
αναγκαστική εκτέλεση για αφαίρεση κινητού»
6. Η
παράγραφος 1 του άρθρου 1023 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως
εξής:
«Την κατάσχεση δικαιωµάτων του άρθρου 1022 διατάζει
ύστερα από αίτηση εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση, το ειρηνοδικείο,
κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ.».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 19 άρθρο του σχεδίου νόμου, με την
επιφύλαξη όμως όσων ως άνω αποφασίσθηκαν κατόπιν ψηφοφορίας και που αφορούν τα
άρθρα 15 και 17 του σχεδίου νόμου.
Άρθρο 20
Υποθέσεις εκουσίας
δικαιοδοσίας βάσει
ειδικών νόµων
Στο άρθρο 3 του Εισαγωγικού Νόµου του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας
προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «Στις περιπτώσεις που διατάξεις νόµων
προσδιορίζουν, για τις υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, αρµοδιότητα
πρωτοδικείων, αρµόδια είναι τα ειρηνοδικεία. Εξαιρούνται µόνον οι υποθέσεις
εκουσίας δικαιοδοσίας του ν. 3588/2007 (άρθρο 4), καθώς και του ν. 2664/1998».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την προηγηθείσα
εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των τροποποιήσεων, που
προτείνονται με το ως άνω 20 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ
ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Άρθρο 21
ΚΕΔΕ-Δήλωση τρίτου
1. Το άρθρο 32 του
ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Μέσα σε οκτώ (8) ηµέρες αφότου του επιδοθεί το
κατασχετήριο ο τρίτος οφείλει να δηλώσει αν δεν οφείλει ή δεν οφείλει όλα τα
αναφερόµενα στο κατασχετήριο έγγραφο χρήµατα, καθώς και άλλα πράγµατα ή αν δεν
υποχρεούται σε άµεση απόδοσή τους λόγω υφισταµένων µεταξύ αυτού και του
οφειλέτη συµφωνιών ή από άλλο νόµιµο λόγο.
2. Η δήλωση της παραγράφου 1 γίνεται µε έγγραφο που
επιδίδεται µε δικαστικό επιµελητή σε εκείνον που εξέδωσε το κατασχετήριο
έγγραφο».
2. Το πρώτο εδάφιο
του άρθρου 34 του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) αντικαθίσταται ως εξής:
«Ανακοπή κατά της δήλωσης ασκεί ο Προϊστάµενος ΔΟΥ µέσα
σε ένα µήνα από την επίδοσή της».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 21 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ
ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Άρθρο 22
Τροποποίηση
διατάξεων του Πτωχευτικού Κώδικα
1. Το άρθρο 11 του ν.3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας)
αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο γραµµατέας των πτωχεύσεων γνωστοποιεί αµέσως στον
σύνδικο της πτώχευσης τη διάταξη της απόφασης για τη σφράγιση της πτωχευτικής
περιουσίας. Η γνωστοποίηση γίνεται µε οποιοδήποτε πρόσφορο µέσο, ακόµη και µε
τηλεοµοιοτύπηµα ή τηλεγράφηµα. Αρµόδιος για τη σφράγιση είναι ο σύνδικος της
πτώχευσης, ο οποίος υποχρεούται να εκτελέσει τη σφράγιση εντός είκοσι τεσσάρων
(24) ωρών.
2. Ο εισηγητής µπορεί να επιτρέψει να παραλειφθεί η
σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας, αν κατά την κρίση του η απογραφή είναι
δυνατόν να περαιωθεί εντός µιας (1) ηµέρας.
3. Ο σύνδικος θέτει τις σφραγίδες στις θύρες και τα
παράθυρα του καταστήµατος του οφειλέτη και των λοιπών ακινήτων του, καθώς και
επί των κινητών του που βρίσκονται εκτός κλειστού χώρου, ώστε να µην είναι
δυνατή η είσοδος στα ακίνητα ή η αφαίρεση κινητών, χωρίς την καταστροφή των
σφραγίδων.
4. Δεν µπορεί να σφραγιστεί η κατοικία του οφειλέτη και
της οικογένειάς του ή τα κινητά του κατά το άρθρο 953 παρ.3 του ΚΠολΔ είναι
ακατάσχετα. Επίσης εξαιρούνται από τη σφράγιση και παραδίδονται αµέσως στον
σύνδικο τα πράγµατα που εξαιρέθηκαν από τη σφράγιση κατά το άρθρο 67, καθώς και
τα εµπορικά βιβλία του οφειλέτη και τα βραχυπρόθεσµα αξιόγραφα ή αυτά που
πρέπει να γίνουν αποδεκτά από τρίτο ή για τα οποία πρέπει να ληφθούν
συντηρητικά µέτρα. Τα εµπορικά βιβλία θεωρούνται από τον σύνδικο και
βεβαιώνεται µε συνοπτική έκθεση η κατάστασή τους, τα δε αξιόγραφα περιγράφονται
ακριβώς στην έκθεση.
5. Για τη σφράγιση συντάσσεται από τον σύνδικο έκθεση,
στην οποία αναφέρεται η περιγραφή των χώρων, όπου τέθηκαν οι σφραγίδες, τα
σηµαντικά έγγραφα και οι διαθήκες που τυχόν ανευρέθηκαν, τα τυχόν εξαιρεθέντα
από τη σφράγιση πράγµατα και καταχωρείται κάθε ισχυρισµός ή αντίρρηση των
προσώπων που παρευρέθηκαν στη σφράγιση και κάθε τι που µπορεί να έχει σηµασία
για την πτώχευση και υπέπεσε στην αντίληψη του συνδίκου.
6. Η σφράγιση µισθωµένου από τον οφειλέτη εµπορικού
καταστήµατος, αποθήκης ή άλλου χώρου για την άσκηση της επιχείρησής του δεν
εµποδίζει την εκτέλεση δικαστικής απόφασης που διατάσσει για οποιονδήποτε λόγο
την απόδοση του µισθίου στον εκµισθωτή. Μεσεγγυούχος των πραγµάτων που τυχόν
ευρεθούν στο µίσθιο είναι ο εκµισθωτής, µέχρι να παραληφθούν αυτά από τον
σύνδικο και εφαρµόζονται σχετικά οι διατάξεις του άρθρου 956 παρ.4 του ΚΠολΔ».
2. Το άρθρο 68 του ν.3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας)
αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο σύνδικος µέσα σε τρεις (3) ηµέρες από το διορισµό
του και εφόσον έχει ολοκληρωθεί η σφράγιση, ζητεί από τον ειρηνοδίκη την
αποσφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας και προβαίνει στην απογραφή της. Ο
οφειλέτης καλείται πριν δυο(2) ηµέρες, να παρευρίσκεται κατά την αποσφράγιση
και απογραφή. Αν ο οφειλέτης έχει αποβιώσει, στη θέση αυτού καλούνται οι
κληρονόµοι του.
2. Η απογραφή γίνεται από τον σύνδικο. Ο σύνδικος µπορεί
µε την άδεια του εισηγητή να προσλάβει βοηθό της εκλογής του για τη σύνταξη της
απογραφής και την εκτίµηση των πραγµάτων. Περί της απογραφής και της εκτίµησης
των πραγµάτων συντάσσεται από το σύνδικο έκθεση που υπογράφεται από τον ίδιο
και τα άλλα παρόντα πρόσωπα. Οι σφραγίδες αφαιρούνται διαδοχικά, ανάλογα µε την
πορεία της απογραφής και κάθε διακοπή αναφέρεται στην έκθεση και υπογράφεται
από όλους τους ανωτέρω. Εντός της επόµενης ηµέρας από την περάτωση της
απογραφής, η έκθεση κατατίθεται στον εισηγητή και όποιος έχει έννοµο συµφέρον
λαµβάνει από τον γραµµατέα αµέσως ατελώς αντίγραφο.
3. Μόλις περατωθεί η απογραφή, τα βιβλία και τα λοιπά
έγγραφα, τα χρεόγραφα, εµπορεύµατα, τα χρήµατα και όλα τα πράγµατα γενικά της
πτώχευσης παραδίδονται στον σύνδικο, ο οποίος βεβαιώνει την παράδοση επί του
εγγράφου της εκθέσεως απογραφής αν ήδη δεν έχουν παραδοθεί σ’ αυτόν σύµφωνα µε
το άρθρο 67».
Στη συνέχεια, ακολούθησε διαλογική συζήτηση μεταξύ των
μελών της Ολομέλειας και αφού διεξήχθη ψηφοφορία, τα μέλη ομόφωνα αποδέχθηκαν την
προηγηθείσα εισήγηση κατά το αντίστοιχο άρθρο και τάχθηκαν υπέρ των
τροποποιήσεων, που προτείνονται με το ως άνω 22 άρθρο του σχεδίου νόμου.
Την άποψη αυτή διατύπωσε πριν την ψηφοφορία και ο παριστάμενος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης-Σπυρίδων Τέντες.
ΑΚΡΩΣ ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΙΚΗ Η ΣΧΕΤΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ. ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΤΙΛΗΦΘΟΥΝ ΟΛΟΙ ΟΤΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΣΤΗΝ ΗΓΕΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΚΑΝ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΒΑΘΜΟ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙΑΒΕΡΗΣ