Παρασκευή 4 Μαΐου 2018

ΕΚΛΟΓΕΣ ΕνΔΕ: Επιστολή κ. Θωμαΐτσας Πατρώνα, Πρόεδρου Εφετών Δωδεκανήσου


Θέσεις της Θωμαΐτσας Πατρώνα, προέδρου εφετών

Αγαπητοί συνάδελφοι,
            κατερχόμενη στις επικείμενες αρχαιρεσίες ως υποψήφια για το Δ.Σ. της ΕΔΕ, σε συμπαράταξη με τους κ.κ. Ν. Σαλάτα, Β. Πάπαρη, Στ. Βεργώνη και Ακρ. Ερμίδου, θέλω να σας εκθέσω κάποια από τα βασικά "πιστεύω" μου για το θεσμό της Δικαιοσύνης, που με συνέπεια προσπαθώ επί 35 έτη να υπηρετώ.

            Ήδη γνωρίζετε τις θέσεις μου για την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία του δικαστή από τις τοποθετήσεις μου στις προηγούμενες εκλογές με δημοσιευμένο γραπτό κείμενο, αλλά και προφορικά κατά τη τελευταία Γενική Συνέλευσή μας.
            Στις ημέρες μας τα πράγματα στον πολιτικό και κοινωνικό μας βίο γενικότερα είναι σε οριακή κατάσταση. Αυτό αντανακλάται φυσικά και στον ευρύτερο χώρο της Δικαιοσύνης. Γι'  αυτό επιβάλλεται να είμαστε γενναίοι στις τοποθετήσεις μας και προπαντός ειλικρινείς. Δεν πρέπει και δεν έχουμε δικαίωμα πλέον να εξωραΐζουμε καταστάσεις.
            Βιώνουμε μία πρωτοφανή αμφισβήτηση του κύρους και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Μεγάλος αριθμός πολιτών θεωρεί τη Δικαιοσύνη ως ένα είδος προέκτασης της εκτελεστικής εξουσίας. Σ'  αυτό όμως πολύ έχει συντελέσει η όσμωση της πολιτικής με τη  δικαστική εξουσία.  Η όσμωση αυτή (δεν πρέπει να εθελοτυφλούμε) είναι βασικά παράγωγο του θεσμοθετημένου τρόπου επιλογής της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων από το Υπουργικό Συμβούλιο. Και μάλιστα χωρίς κριτήρια ή μάλλον με εκείνα τα κριτήρια, που το εκάστοτε κυβερνών πολιτικό κόμμα διαμορφώνει φυσικά προς το πολιτικό του συμφέρον.
            Γι'  αυτό, επειδή το πιστεύω ακράδαντα,  δεν παύω να καταγγέλλω τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης ως τη βασικότερη εν δυνάμει αιτία δημιουργίας εξάρτησης της ίδιας  της ηγεσίας από την πολιτική εξουσία.
            Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς πρέπει ωστόσο να πούμε  ότι η προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία του δικαστή είναι κατά βάση ζήτημα ποιότητας προσώπων και σε μικρότερο βαθμό ζήτημα συστήματος.  Αν το κάθε υπουργικό συμβούλιο διάλεγε την ηγεσία με καθαρά και αξιοκρατικά κριτήρια, το υπάρχον σύστημα επιλογής δεν θα γεννούσε παθογένειες. Αν πάλι, αντίστροφα, οι επιλεγέντες ανώτατοι δικαστές, ανεξάρτητα από τα κριτήρια και τις προθέσεις της Κυβέρνησης,  ασκήσουν τα καθήκοντά τους όπως το Σύνταγμα και οι νόμοι επιτάσσουν, η απειλή που ενυπάρχει στο σύστημα επιλογής θα εξουδετερώνονταν. Και θέλω να πιστεύω ότι αυτό κατά κανόνα συμβαίνει στην πράξη, προς τιμήν μίας τέτοιας ηγεσίας. Δεν είναι λίγες οι φορές, που μέλη του υπουργικού συμβουλίου, το οποίο τους επέλεξε, στρέφονται εναντίον τους γιατί έλαβαν αποφάσεις δυσάρεστες για τις πολιτικές τους.
            Η διαπλοκή όμως, όπως έχω ξαναπεί, είναι σαν το ταγκό. Χορεύεται με δύο. Γιατί, ναι μεν «ευσεβής πόθος» της κάθε Εκτελεστικής Εξουσίας είναι να έχει χειραγωγημένη και υπό τον έλεγχό της τη Δικαιοσύνη. Θα μπορούσε όμως να το επιτύχει, αν δεν έβρισκε πρόθυμους και συνεργάσιμους δικαστές; Δεν είναι μυστικό ότι στην διαχρονική ιστορία της Δικαιοσύνης υπήρξαν και δικαστές με εύκαμπτη σπονδυλική στήλη και ευήκοα ώτα. Θέλω να πιστεύω ότι ως αριθμός είναι μειοψηφία. Αν καταλάβουν όμως θέσεις ευθύνης, συνιστούν αναμφίβολα απειλή.
            Η παθογένεια αυτή θα εξέλιπε αν κατά την επικείμενη αναθεώρηση αφαιρούνταν η αρμοδιότητα επιλογής από το Υπουργικό Συμβούλιο και ανετίθετο σε άλλο φορέα.  Μια καλή λύση θα ήταν να συντεθεί ένα μικτό συλλογικό όργανο  στο οποίο θα συμμετέχουν αντιπροσωπευτικά εκείνες οι πολιτειακές και κοινωνικές συνιστώσες που έχουν άμεσο λόγο στη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης (ένας αριθμός δικαστών του οικείου ανώτατου δικαστηρίου,  εκπρόσωποι των κοινοβουλευτικών κομμάτων με αναλογία δύναμης, φυσικά η κυβέρνηση, αλλά και εκπρόσωποι του νομικού κόσμου, δικηγόροι και πανεπιστημιακοί).
            Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που πρέπει να μας απασχολεί είναι  οι «επιθέσεις κριτικής», που δέχεται η Δικαιοσύνη ιδιαίτερα τελευταίο καιρό από κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς φορείς για επίκαιρες αποφάσεις της. Η πυκνότητα και σφοδρότητα των επιθέσεων αυτών αναμφίβολα  επαύξησαν την απαξίωση των πολιτών προς το θεσμό και τα πρόσωπα. Δεν είμαι αντίθετη στην κριτική των δικαστικών αποφάσεων. Οι δικαστές ουσιαστικά νομιμοποιούνται  από τις  αιτιολογίες των αποφάσεών τους. Και γι'  αυτό πρέπει να κρίνονται. Είναι διαφορετικό όμως όταν κυβερνητικοί παράγοντες της Δικαιοσύνης κατακρίνουν εξακολουθητικά αποφάσεις που δεν "άρεσαν", προβάλλοντας μάλιστα αντίθεση στο κοινό περί δικαίου αίσθημα, όπως βέβαια το αυτοπροσδιορίζουν. Δημιουργείται έτσι μία ασφυκτική, κοινωνική και ψυχολογική, κατάσταση, που σαφώς πιέζει και επηρεάζει την ανεξαρτησία της κρίσης κάποιων δικαστών. Ενδεχόμενα, οι έχοντες φιλοδοξίες για μία θέση είτε στην επιλεγόμενη από την Κυβέρνηση ηγεσία της Δικαιοσύνης είτε σε άλλα δημόσια λειτουργήματα, θα επηρεασθούν και θα συντονιστούν προς το "κοινό περί δικαίου αίσθημα", που μεταφέρει η κυβερνητική κριτική. Έχω τη γνώμη ότι οι πάντες δικαιούνται στην κριτική των δικαστικών αποφάσεων, πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς και κυρίως ο απλός λαός. Τα μέλη όμως της Κυβέρνησης και ιδιαίτερα ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν δικαιούνται. Η κριτική τους, με αιχμή την προσβολή της "κοινής γνώμης", ισοδυναμεί με άσκηση πιέσεως.  Η -εκάστοτε- Κυβέρνηση οφείλει μόνο να εφαρμόζει τις δικαστικές αποφάσεις.
            Αγαπητοί συνάδελφοι,
            Σε μια δικαιοκρατούμενη πολιτεία, η βελτίωση των όρων της απονομής της Δικαιοσύνης πρέπει να αποτελεί μόνιμη επιδίωξη. Περνάει προπάντων από την ανύψωση του επιπέδου των λειτουργών της, του κοινωνικού και οικονομικού επιπέδου. Πιστεύω ότι ο δικαστής δικαιούται να απολαύει αποδοχές "ανάλογες με το λειτούργημά του" όπως άλλωστε και από το Σύνταγμα προβλέπεται. Οι "ανάλογες αποδοχές" συντελούν και στην ενίσχυση του εσωτερικού φρονήματος ανεξαρτησίας και ακεραιότητας. Γι'  αυτό υπόσχομαι να αγωνιστώ για την εξασφάλιση τέτοιων "ανάλογων αποδοχών".  Φυσικά και ανάλογων συντάξεων αφού η σύνταξη είναι η προέκταση του δικαστικού μισθού  στον μετά την αφυπηρέτηση χρόνο.
            Ωστόσο, πιστεύω και δεν διστάζω να το λέγω δημόσια, ότι και εμείς οι δικαστές πρέπει να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να αποδίδουμε στο λαό δικαστικές υπηρεσίες εξίσου ανάλογες με τις αποδοχές μας. Δεν νοείται να αξιώνουμε υψηλούς μισθούς και να εργαζόμαστε εμφορούμενοι από δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία. Μεγάλη είναι η πληγή της καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων για την οποία φέρουμε ευθύνη και πολλοί από εμάς προσωπικά. Η καθυστέρηση απονομής της Δικαιοσύνης πλήττει την ίδια την ιδέα της Δικαιοσύνης, τις συναλλαγές, τη λειτουργία του κράτους.  Πιστεύω ότι η μόνιμη λύση δεν μπορεί παρά να είναι η απλοποίηση ουσιαστικού δικαίου και των δικονομικών διαδικασιών, αλλιώς η Δικαιοσύνη θα τρέχει συνεχώς πίσω από την ουρά της.
            Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν δικαιούμαστε να είμαστε κατώτεροι του λειτουργήματός μας και των περιστάσεων. Η κοινωνία μας έχει ανάγκη. Τίποτε στον κόσμο δεν είναι δυσκολότερο από την απονομή της Δικαιοσύνης, την οποία καλείται να απονείμει ο Δικαστής, διαχειριζόμενος τα πολυτιμότερα αγαθά του πολίτη. Την ελευθερία, την τιμή, την αξιοπρέπειά του, την κοινωνική και επαγγελματική του υπόσταση. Την ίδια του την ύπαρξη.
            Ευτυχώς το απερχόμενο "Ενωτικό Προεδρείο" της Ενώσεως στάθηκε, αναφορικά με τα παραπάνω ζητήματα, στο ύψος των περιστάσεων. Με καίριες δηλώσεις και παρεμβάσεις υπερασπίστηκε, όπως ήταν υποχρεωμένο, με σθένος και αποφασιστικότητα τη Συνταγματική νομιμότητα. Προέταξε θεσμικά θέματα και εμπόδισε τους σχεδιασμούς, που επιχειρήθηκαν από άμισθους και έμμισθους συμβούλους της Εκτελεστικής Εξουσίας σε βάρος της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Παρενέβη έγκαιρα ακόμη και σε σχεδιασμούς κυβερνητικών παραγόντων σε σειρά ζητημάτων που αφορούσαν νομοθέτηση αντίθετη προς το Σύνταγμα και το Ευρωπαϊκό δίκαιο. Δεν παρέλειψε επίσης να στηρίξει δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι λόγω της δικαιοδοτικής κρίσης που εξέφεραν, αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν την εχθρότητα ορισμένων.
            Αγαπητοί συνάδελφοι,
            Πολλοί δικαστές στις καθημερινές μας συζητήσεις αγωνίας διαπιστώνουμε με θλίψη ότι το πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, θεσμικό περιβάλλον σήμερα είναι ένα περιβάλλον παρακμής, τόσο ως αίτιο όσο και ως αποτέλεσμα της κρίσης που βιώνουμε. Ο χρόνος έχει πυκνώσει τόσο πολύ, που έχει γίνει αφόρητος. Η ατιμώρητη ύβρις αυτών, που επαίσχυντα ιδιωτικοποίησαν τα δημόσια αξιώματα, κλείνει και σκοτεινιάζει τον ορίζοντα. Το ηθικό ζήτημα είναι πια ουσιώδες πολιτικό ζήτημα και στο χώρο της Δικαιοσύνης. Από την επίλυσή του εξαρτάται η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς.  Όλο και πιο πολλοί συνειδητοποιούν ότι, αντί να καταριούνται το σκοτάδι, καλύτερα να ανάψουν ένα φως. Να κάνουν κάτι. Βλέπω όμως με παρηγοριά ότι μέσα από τη διάχυτη κατάθλιψη αρχίζουν να ανάβουν τέτοια φώτα,  φλόγες ελπίδας, που διακρίνονται δειλά εδώ και εκεί.
            Δυναμώστε με την ψήφο σας αυτό το φως. Ενισχύστε όλους τους υποψηφίους της ομάδας μας, που επίσης διαπνέονται από τα ίδια με εμένα αγνά ιδανικά, αλλά και διαθέτουν επαρκή συνδικαλιστική πείρα. Η μακρόχρονη παρουσία τους στα κοινά το αποδεικνύει.
Με τιμή και εκτίμηση
Θωμαίτσα Πατρώνα
Πρόεδρος Εφετών Δωδεκανήσου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish


5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.

7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"


Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ