Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2022

Η καθυστερημένη αποηχογράφηση των πρακτικών της δίκης: Ένα νέο πρόβλημα στη λειτουργία των δικαστηρίων.

 


Γεώργιος Πλαγάκος

Πρόεδρος Πρωτοδικών

 

1.    Εισαγωγικά

Η τήρηση ηχογραφημένων πρακτικών αρχικά στην πολιτική και αργότερα στην ποινική δίκη αποτέλεσε αναμφίβολα ένα βήμα εκσυγχρονισμού στη λειτουργία των δικαστηρίων[1]. Παρά τις οποίες επιφυλάξεις υπήρχαν αρχικά, σχετικά με τα τμήματα της δίκης που θα ηχογραφούνταν και την αποτελεσματικότητα της ηχογράφησης -συνήθως επιφυλάξεις εγείρονται σε αρκετές καινοτομίες- η εφαρμογή της νέας, προηγμένης διαδικασίας τήρησης των πρακτικών κατέστησε εμφανή τα πλεονεκτήματά της, τα οποία υπερτέρησαν των επιφυλάξεων, οι οποίες συνεχίζουν ενίοτε να εκφράζονται, ιδίως όταν τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά είναι δυσανάλογα ογκώδη με την περιεκτικότητά τους σε χρήσιμα αποδεικτικά στοιχεία. Πλέον θεωρείται δεδομένο ότι η τήρηση ηχογραφημένων πρακτικών, τα οποία αποηχογραφούνται στη συνέχεια, ώστε να ενσωματωθούν στον φάκελο της δικογραφίας, εξασφαλίζει την πιστότητα όσων λέγονται στο ακροατήριο, δηλαδή ενισχύει την αξιοπιστία και συνεπώς την ποιότητα της διαδικασίας[2].

             Η εφαρμογή της τήρησης των πρακτικών της δίκης με τη μέθοδο της φωνοληψίας επιτεύχθηκε με σύμπραξη του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ), οπότε η απομαγνητοφώνησή τους δεν ανατέθηκε στο προσωπικό της γραμματείας των δικαστηρίων αλλά στον ιδιωτικό φορέα της σύμπραξης, ο οποίος ανέλαβε την μελέτη, υλοποίηση, συντήρηση, καθώς και την τεχνική διαχείριση και υποστήριξη της λειτουργίας του συστήματος, ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης, συνεχής και απρόσκοπτη διαθεσιμότητα του[3].

           

2.    Διαπιστώσεις

Τους τελευταίους μήνες παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση ως προς την αποηχογράφηση των πρακτικών και την ανάρτησή τους στην πλατφόρμα του Ολοκληρωμένου Συστήματος Πρακτικών Δικαστηρίων (ospd.gr), η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τον ένα μήνα και συχνά αγγίζει τους δύο μήνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Πρωτοδικείο της Θεσσαλονίκης περί τα τέλη του Δεκεμβρίου αναρτήθηκαν πρακτικά πολιτικών υποθέσεων, που δικάστηκαν στις αρχές του Νοεμβρίου. Η κατάσταση αυτή ήδη αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων με αρνητική χροιά, τουλάχιστον στα δικαστήρια του πρώτου βαθμού. Ενδεχομένως, ακόμη δεν έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις, επειδή η δυσλειτουργία μετράει λίγους μόνο μήνες.

Αυτή η καθυστέρηση παρατηρείται ακόμη και στις πολιτικές δίκες, στις οποίες δεν εξετάζονται μάρτυρες, ώστε να δικαιολογείται πιθανόν κάποια καθυστέρηση, αλλά η συζήτηση της υπόθεσης εξαντλείται στην εκφώνηση των ονομάτων των διαδίκων και τη δήλωση των παραστάσεων των πληρεξουσίων δικηγόρων. Αποτέλεσμα αυτής της σημαντικής καθυστέρησης είναι ότι στις περισσότερες πολιτικές δίκες των ειδικών διαδικασιών παρέρχεται η προθεσμία των τριών εργάσιμων ημερών, που έχουν οι διάδικοι στη διάθεσή τους για την αξιολόγηση και αντίκρουση των αποδεικτικών μέσων της άλλης πλευράς χωρίς όμως να μπορούν να διαβάσουν το κείμενο της κατάθεσης του μάρτυρα, ώστε να το αξιολογήσουν και να το αντικρούσουν, διότι η κατάθεσή του δεν έχει ακόμη αποηχογραφηθεί και δεν έχει αναρτηθεί. Έτσι, λόγω αυτής της δυσλειτουργίας είτε φαλκιδεύεται στην πράξη το σχετικό δικαίωμά τους είτε πιθανόν ορισμένοι διάδικοι να αρχίσουν να εξωθούνται σε άτυπη καταγραφή της κατάθεσης των μαρτύρων προς ιδία χρήση, η οποία δεν θα εμφανίζεται πουθενά και θα είναι παράλληλη της θεσμικής καταγραφής.

            Από την άλλη πλευρά, οι δικαστές με την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας παραλαμβάνουν τις δικογραφίες των υποθέσεων που δικάσθηκαν, χωρίς αποηχογραφημένα πρακτικά. Στις δίκες, στις οποίες στην πράξη δεν υπάρχει εμμάρτυρη απόδειξη, συνήθως είναι δυνατή η σύνταξη των αποφάσεων χωρίς τα πρακτικά, αφού όλα τα κρίσιμα για την έκδοση της απόφασης στοιχεία περιέχονται στα έγγραφα, που καταθέτουν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι. Όμως, ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πιθανό να απαιτείται για τη σύνταξη της απόφασης η ύπαρξη αποηχογραφημένων πρακτικών. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, όταν δηλώθηκαν προφορικά μεταβολές στα πρόσωπα των διαδίκων, οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν από το δικαστήριο. Στις δίκες, στις οποίες έχουν εξετασθεί μάρτυρες και έχουν καταθέσει ουσιώδη περιστατικά, είναι αδύνατη η σύνταξη των δικαστικών αποφάσεων χωρίς την αποηχογράφηση και ανάρτηση των πρακτικών στην πλατφόρμα ospd.gr. Σε κάθε περίπτωση, δηλαδή ακόμη και όταν οι δικαστές μπορούν να συντάξουν τις αποφάσεις χωρίς την αποηχογράφηση και ανάρτηση των πρακτικών (αυτό στον πρώτο βαθμό συμβαίνει κατά κανόνα στις δίκες ανακοπών κατά διαταγών πληρωμής, κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης και εφέσεων κατ’ αποφάσεων των ειρηνοδικείων), δεν μπορούν να δημοσιεύουν αυτές τις αποφάσεις, διότι δεν επιτρέπεται η δημοσίευση δικαστικής απόφασης χωρίς την ύπαρξη των πρακτικών της δίκης στον φάκελο της δικογραφίας. Έτσι, συντάσσονται δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες δημοσιεύονται μετά από ικανό χρονικό διάστημα, όταν δηλαδή αποηχογραφηθούν και αναρτηθούν τα πρακτικά, τα οποία, όπως ήδη επισημάνθηκε, μπορεί να αποτελούνται από ελάχιστες μόνο γραμμές. Αυτό (η σύνταξη αποφάσεων χωρίς την ύπαρξη αποηχογραφημένων πρακτικών) συμβαίνει, διότι ο ρυθμός εργασίας των περισσότερων δικαστών επιβάλλει την ταχεία σύνταξη των αποφάσεων και δεν συγχωρεί τέτοιου είδους αναγκαστική ανάπαυλα, δηλαδή την αποχή από τη σύνταξη των αποφάσεων μέχρι την αποηχογράφηση και ανάρτηση των πρακτικών. Το αντίθετο θα ήταν καταστροφικό για την εργασία των δικαστών. Σε πολύ επείγουσες υποθέσεις, π.χ. όταν επίκειται πλειστηριασμός σε λίγες εβδομάδες, επισημαίνεται προφορικά δια της γραμματέως της έδρας ο επείγων χαρακτήρας και δίδεται προτεραιότητα στην αποηχογράφηση των συγκεκριμένων πρακτικών. Αυτή η πρακτική προσφέρει λύση ανάγκης σε κάποιες περιπτώσεις αλλά το πρόβλημα παραμένει υπαρκτό.  

            Σημειωτέον ότι με την περιγραφόμενη σημαντική καθυστέρηση αποηχογράφησης και ανάρτησης των πρακτικών αναλώνεται χωρίς υπαιτιότητα των δικαστών σημαντικό μέρος της προθεσμίας, που ορίζει ο νόμος για την έκδοση των δικαστικών αποφάσεων. Δηλαδή, η δημοσίευση και συχνά η σύνταξη των αποφάσεων ωθείται προς το τέλος της προθεσμίας, όταν αυτή είναι βραχεία -ίσως σε λίγο καιρό και μετά τη συμπλήρωσή της- χωρίς υπαιτιότητα των δικαστών. Εάν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν τις διαβεβαιώσεις των δικαστικών γραμματέων, ότι αναρτούν τα πρακτικά ευθύς ως τα λάβουν αποηχογραφημένα, προκύπτει αβίαστα ότι αυτή η δυσλειτουργία δεν οφείλεται στη γραμματεία των δικαστηρίων αλλά στην αδυναμία ταχείας διεκπεραίωσης όλου του φόρτου εργασίας, η οποία ανάγεται στη σφαίρα ευθύνης του συμπράττοντος ιδιωτικού φορέα.

Το γεγονός ότι δεν υφίσταται πρόβλημα στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ακριβώς επειδή εκεί δεν τηρούνται πρακτικά και γι’ αυτό δεν εισχώρησε η διαδικασία της ηχογράφησης, φανερώνει σε ποια αδιέξοδα θα οδηγούσε η τήρηση πρακτικών και δη με τη μέθοδο της φωνοληψίας στις δίκες των ασφαλιστικών μέτρων, στις οποίες πρέπει να εκδοθούν οι αποφάσεις εντός λίγων ημερών ή το πολύ εβδομάδων. Αυτή η διαπίστωση δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής στην επόμενη τροποποίηση του ΚΠολΔ, στην οποία θα τεθεί ζήτημα τήρησης πρακτικών στις δίκες ασφαλιστικών μέτρων.

Στην ποινική δίκη δεν υπάρχει η πίεση για την έκδοση απόφασης, αφού αυτή εκδίδεται στο ακροατήριο, αλλά η πολύ καθυστερημένη αποηχογράφηση και ανάρτηση των πρακτικών, οδηγεί σε ανάλογη καθυστέρηση στην καθαρογραφή των ποινικών αποφάσεων. Η βραδυπορία αποηχογράφησης επηρεάζει εκ των πραγμάτων τον ρυθμό εργασίας και δη τις προτεραιότητες των γραμματέων της έδρας ως προς τη διεκπεραίωση των δικογραφιών και συνακόλουθα οι δικαστές παραλαμβάνουν τις ποινικές δικογραφίες για καθαρογραφή των αποφάσεων αρκετούς μήνες μετά τη δικάσιμο. Εδώ δεν μπορούν να συνταχθούν οι δικαστικές αποφάσεις χωρίς την αποηχογράφηση των πρακτικών, διότι οι ποινικές αποφάσεις αποτελούν ένα σώμα με τα πρακτικά. Επομένως, πρέπει να προηγηθεί η αποηχογράφηση των μαρτυρικών καταθέσεων και της απολογίας, να ακολουθήσει η εκ μέρους του γραμματέα κατάρτιση του σώματος των πρακτικών με την ενσωμάτωση των αποηχογραφημένων κειμένων και έπειτα να παραδοθεί η δικογραφία στον δικαστή. Ο τελευταίος, λόγω της παρόδου μακρού χρόνου (πολλών μηνών), θα έχει πλέον θολές αναμνήσεις από την υπόθεση και θα πιέζεται χρονικά να παραδώσει τη δικογραφία με καθαρογραμμένη την απόφαση με ό,τι αυτό κατά περίπτωση συνεπάγεται για την ποιότητα της αιτιολογίας της απόφασης, ιδίως όταν είναι καταδικαστική, χωρίς όμως να μπορεί να πράξει οτιδήποτε για την επιτάχυνση της καθαρογραφής της απόφασης. Επομένως, και στην ποινική δίκη καθίσταται ανέφικτη η τήρηση οποιασδήποτε προθεσμίας για την καθαρογραφή των αποφάσεων ενώ μάλλον ωθείται σε κάποια υποβάθμιση η αιτιολογία τους.

Η κοινή λογική οδηγεί στη σκέψη ότι αυτή η κατάσταση οφείλεται στη μεγάλη διόγκωση του αριθμού και ιδίως του μεγέθους των πρακτικών που πρέπει να αποηχογραφηθούν. Αυτό έγινε με την προσθήκη των ποινικών δικών στο σύστημα της φωνοληπτικής τήρησης των πρακτικών αλλά το πρόβλημα άργησε να εκδηλωθεί εξ αιτίας της υπολειτουργίας των δικαστηρίων λόγω των υγειονομικών μέτρων και εκδηλώθηκε μετά την επάνοδό τους σε πλήρη λειτουργία. Εκτιμάται, χωρίς υπερβολή, ότι η περιγραφόμενη κατάσταση θα επιδεινωθεί, εφ’ όσον σε κάθε μονάδα χρόνου (ημέρα/εβδομάδα/μήνας) ο προστιθέμενος προς αποηχογράφηση όγκος πρακτικών παραμένει σταθερά μεγαλύτερος από αυτόν, που μπορεί να διεκπεραιώσει ο υπεύθυνος προς τούτο φορέας. Έτσι, το χρονικό διάστημα της καθυστέρησης των περίπου δύο μηνών, που υπάρχει σήμερα, μπορεί να διπλασιασθεί λίγο πριν από το καλοκαίρι. Είναι, επομένως, πιθανό, για τις υποθέσεις που θα δικάζονται τους μήνες Μάιο και Ιούνιο του 2022 τα πρακτικά να αποηχογραφούνται μετά την έναρξη του νέου δικαστικού έτους. Έτσι, με βάση την προβλέψιμη πορεία των πραγμάτων, κάποιοι, ίσως αρκετοί δικαστές, θα βρεθούν εκτεθειμένοι με εκκρεμότητες στους πίνακες που καταρτίζονται προς παρακολούθηση της πορείας των δικαστικών εργασιών, όχι λόγω δικής τους βραδυπορίας αλλά λόγω ανυπαρξίας αποηχογραφημένων πρακτικών και συνακόλουθα λόγω έμμεσης νομικής αδυναμίας δημοσίευσης των αποφάσεων. Υπάρχει, βεβαίως, το ενδεχόμενο κάλυψης μέρους του χρονικού ελλείμματος στην αποηχογράφηση κατά τη διάρκεια των περιόδων των περιόδων των εορτών και του θέρους, αφού τότε επιβραδύνεται σημαντικά, αν δεν μηδενίζεται, ο ρυθμός εκδίκασης υποθέσεων και γι’ αυτό, εάν συνεχίζεται η αποηχογράφηση με αμείωτο ρυθμό, είναι δυνατή σε κάποιο βαθμό η μείωση του όγκου των καθυστερούμενων προς αποηχογράφηση πρακτικών. Έπειτα από λίγες εβδομάδες, το πρόβλημα θα εμφανίζεται εκ νέου.

            Είναι γνωστό ότι σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δράσης, ένα εγχείρημα, όσο και αν πηγάζει από θετική σύλληψη ή αφετηρία και όσο απαραίτητο και αν είναι, τελικά χαρακτηρίζεται ως επιτυχημένο ή μη από την πρακτική εφαρμογή του. Γι’ αυτό, η κατ’ αρχήν θετική αποτίμηση της φωνοληπτικής τήρησης των πρακτικών, θα αρχίσει να αμαυρώνεται λόγω της σημαντικής καθυστέρησης αποηχογράφησής τους. Το βήμα προόδου, που περιγράφηκε στην πρώτη παράγραφο του αυτού κειμένου, θα αρχίσει να ακυρώνεται στην πράξη λόγω της δυσλειτουργίας, που προκαλείται από την αδυναμία αποηχογράφησης των πρακτικών εντός του προσήκοντος χρόνου, η οποία (αδυναμία) θα εμποδίζει τους δικαστές να συντάσσουν και κυρίως να εκδίδουν αποφάσεις σε σύντομο χρόνο. Αυτή η εξέλιξη είναι ανεπιθύμητη, διότι η περιγραφόμενη δυσλειτουργία, πέραν του προσκόμματος, που με βεβαιότητα παρεμβάλλει στην ομαλή λειτουργία των δικαστηρίων, κατ’ αποτέλεσμα δυσφημίζει την πρωτοβουλία εκσυγχρονισμού και ψηφιοποίησης της δίκης, αφού η εντύπωση, η οποία τελικά θα παραμείνει, είναι ότι η φωνοληπτική τήρηση των πρακτικών εμποδίζει τους δικαστές να εκδώσουν αποφάσεις, δηλαδή οδηγεί σε καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης και επομένως αντιστρατεύεται τον διαχρονικό σκοπό της επιτάχυνσης στην απονομή της δικαιοσύνης. Η καχυποψία, που μάλλον θα δημιουργηθεί στους δικαστές και τους δικηγόρους, εάν συνεχισθεί η παρούσα κατάσταση, θα συνοδεύει τις επόμενες πρωτοβουλίες εκσυγχρονισμού και ψηφιοποίησης της δίκης με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

           

3.    Προτάσεις

Το πρόβλημα, που περιγράφεται σε αυτό το κείμενο, δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί μεμονωμένα από κάθε δικαστή και μάλλον ούτε από κάθε δικαστήριο αλλά χρήζει κεντρικής αντιμετώπισης από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Δεν ανήκει στην αρμοδιότητα του γράφοντος να υποδείξει στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου, εάν επί του παρόντος ενδείκνυται η άσκηση συμβατικών δικαιωμάτων ή η επιλογή άλλης οδού για την επίτευξη της αποηχογράφησης των πρακτικών σε σύντομο χρόνο.

Με αφορμή αυτή την κατάσταση, αξίζει να επισημανθεί ότι, εφ’ όσον τα πρακτικά των πολιτικών και ποινικών δικών θα συνεχίσουν να τηρούνται για πάντα φωνοληπτικά και δεν πιθανολογείται η επιστροφή στο προηγούμενο σύστημα, ανάλογος πρέπει να είναι ο προγραμματισμός και ειδικότερα η διάθεση των οικονομικών πόρων για την πρόσληψη προσωπικού. Ειδικότερα, στο εξής, όταν καταγράφονται οι ανάγκες και γίνονται εξαγγελίες για την ενίσχυση της γραμματείας των δικαστηρίων με νέο προσωπικό, πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν ότι μία βασική κατηγορία εργαζομένων στα δικαστήρια είναι οι απομαγνητοφωνητές/απομαγνητοφωνήτριες των πρακτικών. Παρά το ότι δεν είναι δικαστικοί γραμματείς, επωμίζονται καίριο και χρονοβόρο μέρος της γραμματειακής εργασίας, έστω και αυτή δεν υπήρχε μέχρι πρότινος υπό τη συγκεκριμένη μορφή της αποηχογράφησης. Πρέπει να καταβάλλουν πολύωρη καθημερινή εργασία, μάλλον πολύ περισσότερη από ότι αρχικά εκτιμήθηκε, για την προσήκουσα διεκπεραίωση των καθηκόντων τους. Είναι ανάγκη να αυξηθούν σημαντικά οι εργατοώρες της αποηχογράφησης και αυτό επιβάλλεται να αποτυπωθεί σε έναν ορθολογικό προγραμματισμό της κατανομής του εν γένει μελλοντικού προσωπικού των δικαστηρίων και επομένως στη δέσμευση των σχετικών πόρων. Αυτή η επισήμανση ίσως δεν είναι ευχάριστη αλλά είναι ρεαλιστική, διότι στην αντίθετη περίπτωση η φωνοληπτική τήρηση των πρακτικών θα μετατραπεί από βήμα προόδου σε βάρος και θα αποτελέσει άλλο ένα προς επίλυση πρόβλημα της δικαιοσύνης.  

Μπορεί να διατυπωθεί το αντεπιχείρημα ότι για τη στέγαση του επιπλέον προσωπικού αποηχογράφησης απαιτούνται νέοι, κατάλληλοι γραφειακοί χώροι στα κατά τόπους δικαστικά κτήρια. Η σκέψη αυτή είναι σύμφωνη με το περιεχόμενο του άρθρου 3Δ της ΥΑ 6916/5.2.2021, κατά το οποίο η αποηχογράφηση δύναται να πραγματοποιηθεί εντός του χώρου του δικαστηρίου ή σε χώρο άλλου δικαστηρίου. Επίσης, εμφανίζεται προσωρινά πειστική λόγω της ανάγκης αραίωσης του προσωπικού στους χώρους εργασίας με σκοπό την πιστότερη τήρηση των μέτρων υγειονομικής προστασίας κατά την τρέχουσα περίοδο. Παρά ταύτα, η θεώρηση αυτή παραβλέπει την πραγματικότητα. Οι τρέχοντες υγειονομικοί περιορισμοί οσονούπω θα αποτελέσουν παρελθόν και οι συνθήκες εργασίες θα ομαλοποιηθούν αλλά η αποηχογράφηση -πιθανόν και άλλες καινοτομίες- αποτελεί το μέλλον της δίκης. Επομένως, η τωρινή συγκυρία δεν πρέπει να επιδρά στους μελλοντικούς σχεδιασμούς. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η αποηχογράφηση είναι εργασία, η οποία λόγω της φύσης της εκτελείται και εξ αποστάσεως, δηλαδή χωρίς τη φυσική παρουσία του υπαλλήλου στο δικαστικό μέγαρο. Συμπεριλαμβάνεται στις εργασίες, οι οποίες προσφέρονται για τηλεργασία επί μακρό χρόνο ή και σε μόνιμη βάση. Γι’ αυτό, δεν είναι δικαιοπολιτικά αναντίρρητη η νομοθετική επιταγή του άρθρου 3Δ της ΥΑ 6916/5.2.2021, σύμφωνα με την οποία η αποηχογράφηση πρέπει να εκτελείται εντός κάποιου δικαστικού μεγάρου. Η τροποποίηση αυτής της διάταξης θα παράσχει τη δυνατότητα εργασίας από πολύ περισσότερους απομαγνητοφωνητές/τριες χωρίς την ανάγκη δημιουργίας νέων γραφειακών χώρων στα υπάρχοντα δικαστικά μέγαρα. Το πνεύμα της εποχής μας και ειδικότερα η ίδια η έννοια της ψηφιοποίησης και του εκσυγχρονισμού στη μεταβιομηχανική εποχή εστιάζει στον εντοπισμό και την ενεργοποίηση των απαραίτητων πόρων και των κατάλληλων ανθρώπων, στη λειτουργική διασύνδεσή τους και όχι απαραίτητα στη δημιουργία νέων γραφειακών χώρων. Αφού επιλέχθηκε να γίνεται η αποηχογράφηση όχι από το προσωπικό της γραμματείας των δικαστηρίων αλλά από εξωτερικούς συνεργάτες, πρέπει για την αύξηση του προσωπικού της αποηχογράφησης να αξιοποιηθεί και η εξ αποστάσεως εργασία, προκειμένου να εξασφαλισθεί η απρόσκοπτη συνέχιση της φωνοληπτικής τήρησης των πρακτικών της πολιτικής και της ποινικής δίκης σε μόνιμη βάση και ιδίως σε αρμονία με τις απαιτητικές προθεσμίες των δικαστικών εργασιών.



[1] Στην πολιτική δίκη η τήρηση των ηχογραφημένων πρακτικών στηρίζεται στις 
διατάξεις των άρθρων 256 ΚΠολΔ και π.δ. 326/2001: Τήρηση πρακτικών των συζητήσεων 
στα Πρωτοδικεία της Χώρας με φωνοληψία (ΦΕΚ 218Α/1.10.2001) και στην ποινική δίκη 
στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 143 ΚΠΔ και ΥΑ 6916/5.2.2021: Ηχογράφηση 
Πρακτικών Ποινικής Δίκης, σύστημα τήρησης πρακτικών των συζητήσεων με φωνοληψία 
(ΦΕΚ 490Β/9.2.2021).

[2] Για μία γενική παρουσίαση της τήρησης ηχογραφημένων πρακτικών βλ. στην ιστοσελίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών τη διάλεξη του προέδρου Εφετών Γ. Παπαγεωργίου με τον τίτλο «Ηχογράφηση πρακτικών δικαστηρίων. Σημερινή κατάσταση – απαιτούμενη εξέλιξη» στο επιμορφωτικό σεμινάριο της ΕΣΔΙ «Ψηφιακή δικαιοσύνη: Σύγχρονες προκλήσεις και προβληματισμοί», που διοργανώθηκε τη 18 και 19 Φεβρουαρίου 2021.

[3] Για την έναρξη της ηχογράφησης-αποηχογράφησης των πρακτικών των πολιτικών δικαστηρίων υπεγράφη η υπ’ αρ. 86786/2015 σύμβαση σύμπραξης. Για την επέκταση της φωνοληπτικής τήρησης στις ποινικές δίκες που διεξάγονται στην Αθήνα, τον Πειραιά και στην Θεσσαλονίκη υπεγράφη η υπ’ αρ. 40/2020 σύμβαση.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish


5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.

7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"


Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ