Τρίτη 28 Νοεμβρίου 2023

ΑΠ 797/2023: ν. 2322/1995 - παροχή εγγύησης από το ελληνικό δημόσιο

 Οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα, που διέπουν την εγγύηση (άρθρα 847 επ. του ΑΚ), εφαρμόζονται συμπληρωματικά, εφόσον αυτό δεν αποκλείεται από τις ειδικές ρυθμίσεις του Ν. 2322/1995 και των συναφών υπουργικών αποφάσεων

Η δανείστρια τράπεζα προβαίνει σε καταγγελία, καθιστώντας ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και εν συνεχεία ζητά την κατάπτωση της εγγυήσεως του Δημοσίου

Η εγγυητική ευθύνη του Δημοσίου - προϋποθέσεις για την ελευθέρωση του Δημοσίου από την εγγύηση -  στοιχεία της βάσεως της αγωγής του πιστωτικού ιδρύματος, που χορήγησε την πίστωση, κατά του Ελληνικού Δημοσίου, 

 

Ο χρόνος των τριών (3) μηνών, για τον οποίο το Δημόσιο καλύπτει με την εγγύησή του τους τόκους υπερημερίας, την είσπραξη από τους πρωτοφειλέτες των ληξιπρόθεσμων εγγυημένων από το Δημόσιο δόσεων με την ίδια επιμέλεια που δείχνουν και για τα δάνεια που χορηγούν χωρίς την εγγύηση του Δημοσίου, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση της αγωγής από τα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά μπορεί η παραβίαση της εν λόγω υποχρέωσης να θεμελιώσει, εφόσον συντρέξουν και οι λοιπές προϋποθέσεις, αξίωση του Δημοσίου προς αποζημίωση.

 

Απόφαση 797 / 2023    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 797/2023

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α2' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Θεόδωρο Κανελλόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κυριάκο Μπαμπαλίδη, Παναγιώτη Βενιζελέα - Εισηγητή, Βρυσηίδα Θωμάτου και Κλεόβουλο - Δημήτριο Κοκκορό, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 13 Φεβρουαρίου 2023, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ", μετά τη διάσπαση της τελευταίας διά της απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της με σύσταση νέας εταιρείας - πιστωτικού ιδρύματος. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Σιαφάκα, με δήλωση του του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Σταυρούλα Θεοδωρακοπούλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Κοινοποιουμένη προς: 1) ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ" και τον διακριτικό τίτλο "... Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Ε. Κ. Α.Ε.", που εδρεύει στο ... του Νομού ... και εκπροσωπείται νόμιμα. Η πρώτη προς ην η κοινοποίηση δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ενώ η δεύτερη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Τρύφωνα Εκμεκτσόγλου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 1-12-2016 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 909/2018 του ίδιου Δικαστηρίου και 7085/2020 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 20-5-2021 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα, κατά την τακτική διαδικασία, υπ' αριθ. 7085/2020 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, το οποίο απέρριψε την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης της αναιρεσείουσας και επικύρωσε την υπ' αριθ. 909/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί η από 1/12/2016 αγωγή της κατά του αναιρεσιβλήτου. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1 ΚΠολΔ), είναι συνεπώς παραδεκτή και πρέπει να εξετασθεί για το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 1, 3 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο αυτής, με πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου περί ορισμού του Α-2 τμήματος ως αρμοδίου για την εκδίκαση της, πράξη του Προέδρου του Α-2 Τμήματος περί ορισμού δικασίμου της αίτησης την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης και κλήση για συζήτηση, επιδόθηκε νόμιμα, κατά τα άρθρα 81 παρ.3 και 82 εδ. γ' ΚΠολΔ,με επιμέλεια της επισπεύδουσας την συζήτηση της αίτησης αναίρεσης αναιρεσείουσας, 1) στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ" και το διακριτικό τίτλο "... Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π" (η οποία έφερε πρότερον την επωνυμία "... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ" και το διακριτικό τίτλο "... Α.Ε.ΔΑ.Δ.Π"), υπό την ιδιότητά της ως Διαχειρίστριας (και κατ' εξαίρεση νομιμοποιούμενης, κατ' αρθρ. 1 παρ. 1 και 2 παρ. 4 Ν. 4354/2015) (ΟλΑΠ 1/2023) των απαιτήσεων της εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία "...", που εδρεύει στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας επί της οδού ..., με αριθμ. μητρώου ..., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικής διαδόχου της αναιρεσείουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, η οποία άσκησε, υπό την προαναφερθείσα προηγούμενη επωνυμία της, αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση στο Εφετείο υπέρ της αναιρεσείουσας και κατά του αναιρεσιβλήτου και 2) στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Ε. Κ. Α.Ε.", η οποία άσκησε στο ίδιο δικαστήριο πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του αναιρεσιβλήτου και κατά της αναιρεσείουσας ( βλ. τις υπ' αρ. 8087/27-9-2022 και 665/26-9-2022 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητών Κ. Ζ. του Εφετείου Αθηνών και Α. Ζ. του Εφετείου Θεσσαλονίκης αντιστοίχως). Με τις διατάξεις του ν. 2322/1995 "Παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για τη χορήγηση δανείων και πιστώσεων και άλλες διατάξεις", όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο παροχής της επίδικης εγγύησης, πριν τα άρθρα 1 έως 12 αυτού καταργηθούν με το άρθρο 106 παρ. 1 του Ν.4549/2018 (ο οποίος στα άρθρα 91 επ. αυτού θέσπισε αντίστοιχες διατάξεις), ρυθμίστηκαν η διαδικασία, οι προϋποθέσεις και οι όροι χορήγησης δανείων με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Η εγγύηση παρέχεται με απόφαση του Υπουργού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (άρθρο 12), άλλως είναι ανυπόστατη (ΟλΝΣΚ 39/2009), εκδίδεται δε μετά από σύμφωνη γνώμη Τριμελούς Διυπουργικής Επιτροπής, που συνιστάται με το άρθρο 5 του νόμου και επικουρείται από την υπό του άρθρου 6 προβλεπομένη Υποεπιτροπή. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 παρ. 1 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι "Επιτρέπεται στον Υπουργό Οικονομικών να παρέχει με απόφασή του, που εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη τριμελούς Διυπουργικής Επιτροπής, που συνιστάται με τις διατάξεις του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου σε ημεδαπές ή αλλοδαπές τράπεζες, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή οίκους, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς τεχνικούς οίκους, ημεδαπές ή αλλοδαπές εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης και εταιρίες γενικά, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου, καθώς και σε ξένες Κυβερνήσεις: α. Για την κάλυψη δανείων, εγγυητικών επιστολών και πιστώσεων, που χορηγούν προς: αα.....ββ. Ομάδες φυσικών προσώπων ή βιώσιμων ιδιωτικών επιχειρήσεων και επαγγελματιών, για την προώθηση τη οικονομικής ανάπτυξης περιοχών, στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση, καθώς και για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων κλάδων και δραστηριοτήτων...". Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του ίδιου ως άνω άρθρου "Σε περίπτωση κατάπτωσης των εγγυήσεων εξετάζονται από το Ελληνικό Δημόσιο (Υπουργείο Οικονομικών), που ως εγγυητής εξυπηρετεί πλέον τα δάνεια, οι λόγοι και οι ενδεχόμενες παραλείψεις που συνετέλεσαν στην αδυναμία κανονικής εξόφλησης του δανείου από τους υπόχρεους φορείς. Το Υπουργείο Οικονομικών δύναται να θέσει σε ειδικό καθεστώς διαχείρισης τα πάσης φύσεως έσοδα και τις δαπάνες των φορέων και να επιβάλλει περιορισμούς στη διαχείριση της περιουσίας των φορέων αυτών, προς το σκοπό συνέχισης αποπληρωμής των δανείων από τους ίδιους και εξόφλησης των όσων έχει καταβάλει το Ελληνικό Δημόσιο. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τίθενται σε ειδικό καθεστώς, διαχείρισης φορείς του προηγούμενου εδαφίου και ρυθμίζονται κατά περίπτωση όλες οι σχετικές με την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αναγκαίες λεπτομέρειες". Εξάλλου, στην παράγραφο 8 του ίδιου ως άνω άρθρου 1 του ν. 2322/1995 ορίζονται τα ακόλουθα: "8.α. Συνιστάται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Συμβούλιο Διαχείρισης και Αξιολόγησης, της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου. Το Συμβούλιο εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών ή στα όργανα, προς τα οποία έχει μεταβιβασθεί η αρμοδιότητα παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, για: ϊ) την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, στο πλαίσιο υφιστάμενου καθεστώτος εγγύησης, σε επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα των υποπεριπτώσεων ββ' και γγ' της περίπτωσης α', της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εξετάζοντας τη συνδρομή των προϋποθέσεων που τάσσονται από την υπουργική απόφαση που θεσπίζει το καθεστώς ενίσχυσης, ΐΐ) την τροποποίηση των όρων και των προϋποθέσεων, υπό τους οποίους παρασχέθηκε η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, στο πλαίσιο θεσπισμένου καθεστώτος ενίσχυσης υπό τη μορφή κρατικής εγγύησης, των υποπεριπτώσεων ββ' και γγ' της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ύστερα από αίτημα του φορέα υπέρ του οποίου χορηγήθηκε η εγγύηση ή του πιστωτικού ιδρύματος έναντι του οποίου παρασχέθηκε αυτή...... γ. Η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, παρέχεται στο πλαίσιο υφιστάμενου καθεστώτος κρατικής ενίσχυσης υπό τη μορφή εγγύησης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου". Περαιτέρω, στο άρθρο 11 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζονται τα ακόλουθα: "1.Το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, προβαίνει σε εξόφληση των υποχρεώσεών του, που απορρέουν από την κατάπτωση των εγγυήσεων, που έχει παράσχει, μετά από προηγούμενη βεβαίωση, ως εσόδων του, των σχετικών ποσών στις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και με βάση τα δικαιολογητικά, που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και την πλήρη υποκατάστασή του στα δικαιώματα του πιστωτικού ιδρύματος ή άλλου φορέα που χορήγησε το δάνειο, την εγγυητική επιστολή ή την πίστωση γενικά, τόσο κατά των πρωτοφειλετών, όσο και κατά των εγγυητών και λοιπών συνυπόχρεων. 2. Οι ασφάλειες που χορηγούνται από τους πρωτοφειλέτες, τους εγγυητές και άλλους συνυπόχρεους στο όνομα των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών φορέων για την εξασφάλιση των δανείων, εγγυητικών επιστολών ή πιστώσεων, λειτουργούν υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου από τη βεβαίωση και μόνο ως εσόδων του, των εγγυημένων ανεξόφλητων οφειλών. 3. Οι ασφάλειες αυτές, σε περιπτώσεις βεβαίωσης στις Δ.Ο.Υ. τμήματος των ανεξόφλητων απαιτήσεων των τραπεζών, λειτουργούν υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου αναλογικά κατά τη σχέση του ποσού των βεβαιωμένων οφειλών χωρίς προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, προς το συνολικό ποσό ανεξόφλητων οφειλών (βεβαιωμένων και μη). 4. Αν από υπαιτιότητα του δανειστή ή πιστωτή δεν συνέτρεχαν ή εκ των υστέρων εξέλειπαν οι προϋποθέσεις χορήγησης της εγγύησης, το Δημόσιο ελευθερώνεται και τυχόν εντολές πληρωμής, λόγω κατάπτωσης της εγγύησης ανακαλούνται και εκπίπτονται από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, όπου έχουν βεβαιωθεί τα αντίστοιχα ποσά με μέριμνα της Δ/νσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών (Γ.Λ.Κ.-Δ25). 5. Τα αναγκαία δικαιολογητικά, που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και την πλήρη υποκατάσταση του Δημοσίου στα δικαιώματα των τραπεζών, ο χρόνος και ο τρόπος βεβαίωσης, οι περιπτώσεις έκπτωσης από την αρμόδια Δ/νση του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Λ.Κ. -Δ25), βεβαιωμένων ήδη οφειλών και κάθε άλλο σχετικό θέμα, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών". Ακολούθως, κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 11 παρ. 5 του ως άνω ν. 2322/1995 και του ν. 2362/1995 "Περί Δημόσιου Λογιστικού", εκδόθηκε η υπ' αριθμόν 2/478/0025/4.1.2006 (ΦΕΚ τ. Β' 16/13.1.2006) Υπουργική Απόφαση "Διαδικασία βεβαίωσης και διαγραφής οφειλών εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο", με την οποία ορίζονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής: Τα πιστωτικά ιδρύματα είναι υποχρεωμένα να αποστείλουν πλήρη φάκελο μαζί με τα προβλεπόμενα από την παρ. Β' της ίδιας Υπουργικής Απόφασης δικαιολογητικά στην 25η Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η τελευταία, αφού διενεργήσει το σχετικό έλεγχο δικαιολογητικών και τήρησης των όρων της απόφασης με βάση την οποία παρασχέθηκε η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, αποστέλλει πλήρη φάκελο με τον οικείο χρηματικό κατάλογο και τις τριπλότυπες περιληπτικές καταστάσεις βεβαίωσης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., η οποία προβαίνει στην εν στενή εννοία βεβαίωση υπέρ του Δημοσίου του ποσού αυτού για το οποίο έχει εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο, σε βάρος των υποχρέων φυσικών ή νομικών προσώπων και αποστέλλει άμεσα στην 25η Δνση το αντίγραφο της περιληπτικής κατάστασης βεβαίωσης. Μόνο μετά την εν λόγω βεβαίωση, δύναται να διενεργηθεί η πληρωμή της εγγυημένης οφειλής προς το πιστωτικό ίδρυμα. Η Δ.Ο.Υ., η οποία, σε περίπτωση που κρίνει, ότι δεν της εστάλησαν επαρκή δικαιολογητικά για τη βεβαίωση του συνόλου του ποσού υποχρεούται να ζητήσει συμπληρωματικά στοιχεία από τη δανείστρια Τράπεζα ή τη βεβαιούσα Αρχή, αμέσως μετά τη βεβαίωση των ως άνω οφειλών, υποχρεούται να προβαίνει σε όλες τις προβλεπόμενες από τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε) και λοιπές διατάξεις ενέργειες για τη διασφάλιση και είσπραξη των απαιτήσεων αυτών, καθώς και την πλήρη υποκατάσταση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στις εμπράγματες και ενοχικές ασφάλειες. Στις περιπτώσεις που έστω και εκ των υστέρων κριθεί, ότι, συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 11 του ν. 2322/1995, δηλαδή διαπιστωθεί, ότι από υπαιτιότητα του δανειστή ή του πιστωτή δεν συνέτρεχαν ή εκ των υστέρων εξέλιπαν οι προϋποθέσεις χορήγησης της εγγύησης, το Δημόσιο ελευθερώνεται και η 25η Διεύθυνση, ανακαλεί την εγγύηση του Ελληνικού δημοσίου, προβαίνει στη σύνταξη ΑΦΕΚ για την διαγραφή της βεβαιωμένης απαίτησης και τυχόν εντολές πληρωμής, λόγω κατάπτωσης της εγγύησης, ανακαλούνται. Ειδικότερα, σύμφωνα με την ενότητα Β` της ως άνω αναφερόμενης ΥΑ 2/478/0025/4-1-2006, για την διενέργεια του απαιτούμενου ελέγχου από την 25η Διεύθυνση, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, όσο και για την διασφάλιση των δικαιωμάτων του Δημοσίου κατά την είσπραξη των απαιτήσεων, ο φάκελος που αποστέλλει το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει απαραίτητα να περιέχει: 1) Αναλυτικές καταστάσεις οφειλών εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, 2) αντίγραφα όλων των δανειακών συμβάσεων, των συμβάσεων πίστωσης με Ανοικτό Αλληλόχρεο λογαριασμό και των παρεπομένων αυτών συμβάσεων, ώστε να διασφαλίζεται η γνώση του συνόλου των συμβατικών σχέσεων και δικαιωμάτων, που στεγάζονται κάτω από την σύμβαση, με την οποία συνδέεται η εγγυημένη από το Δημόσιο απαίτηση, 3) αντίγραφα όλων των τυχόν συμβάσεων ρύθμισης, που υπεγράφησαν, ώστε να γίνονται γνωστοί οι όροι τυχόν ρυθμίσεων (που εδράζονται σε διοικητικές ρυθμίσεις ή νόμους ή απλά αποτελούν "συμφωνίες" των πιστωτών με τα πιστωτικά ιδρύματα) και είναι εφικτή η διαπίστωση, αν στα πλαίσια των ρυθμίσεων αυτών έχουν παραβιασθεί οι διατάξεις των νομοθετικών - διοικητικών ρυθμιστικών πράξεων ή αν υφίστανται καταχρηστικοί όροι ή όροι, που βλάπτουν έμμεσα ή άμεσα τα συμφέροντα του εγγυητή Ελληνικού Δημοσίου, 4) ανάλυση της κίνησης των λογαριασμών που τηρήθηκαν για κάθε σύμβαση χωριστά, από την υπογραφή της μέχρι την ημερομηνία αποστολής των δικαιολογητικών. Από την ανάλυση αυτή, θα πρέπει οπωσδήποτε να προκύπτουν με σαφήνεια: α) Τα ποσά που χορηγήθηκαν, β) Οι τόκοι που χρεώθηκαν, ενήμεροι και υπερημερίας, γ) Tα επιτόκια που εφαρμόσθηκαν εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων, ανά χρονική περίοδο που αυτά ίσχυσαν και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τον εκτοκισμό της εγγυημένης οφειλής. δ) Τα έξοδα με τα οποία χρεώθηκαν και η αιτιολογία τους, ε) Οι καταβολές που πραγματοποιήθηκαν εκ μέρους των ενεχομένων έναντι της οφειλής, με αναφορά στις ημερομηνίες που αυτές διενεργήθηκαν και στον τρόπο που τις κατένειμε η τράπεζα έναντι των εξόδων, των τόκων, συμβατικών και υπερημερίας, και των δόσεων ενήμερων και ληξιπροθέσμων, αντίγραφα των αιτήσεων, αποφάσεων, περιλήψεων και πιστοποιητικών υποθηκοφυλακείου, αναφορικά με τα βάρη που ασφαλίζουν τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την σύμβαση, με την οποία συνδέεται η εγγυημένη από το δημόσιο απαίτηση του πιστωτικού ιδρύματος, ή πρόσθετες πράξεις, εγγυήσεις (προσωπικές και εμπράγματες) που έχουν χορηγηθεί για την ίδια απαίτηση και ενημέρωση αναφορικά με τις τυχόν δίκες που διεξήχθησαν και ολοκληρώθηκαν ή εκκρεμούν, αναφορικά με την διασφάλιση της απαίτησης. Περαιτέρω, κατ' εξουσιοδότηση του ως άνω Ν. 2322/1995 και μετά από σύμφωνη γνώμη της Διυπουργικής Επιτροπής, παρασχεθείσα, με την υπ' αριθ. 4/23-1-2007 απόφασή της, εκδόθηκε η έχουσα κανονιστική ισχύ υπ' αριθ. 2/75172/0025/26-1-2007 (ΦΕΚ Β' 131/05.02.2007) Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία ορίστηκαν, κατά τα ενδιαφέροντα τον αναιρετικό έλεγχο σημεία της, τα ακόλουθα: "Παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου για τη ρύθμιση των μέχρι 31.12.2006 ληξιπρόθεσμων και μη οφειλών, που προέρχονται από δάνεια που έχουν χορηγηθεί για πάγιες εγκαταστάσεις και κεφάλαια κίνησης σε βιοτεχνικές, βιομηχανικές, μεταλλευτικές, κτηνοτροφικές επιχειρήσεις και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, που είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν, ανεξάρτητα από την έδρα της επιχείρησης, στο Νομό ... σε ένα νέο δάνειο, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων για το διάστημα από 1.7.2006 έως 31.12.2006, το οποίο θα εξοφληθεί σε ίσες εξαμηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, με πρώτη καταβλητέα δόση την 30.6.2009 και τελευταία την 30.6.2017. Σημειώνεται ότι το ύψος της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου δεν δύναται να υπερβαίνει το 80% των υφιστάμενων μέχρι 31.12.2006 ληξιπρόθεσμων και μη οφειλών από δάνεια για πάγιες εγκαταστάσεις και κεφάλαια κίνησης προς πιστωτικά ιδρύματα... Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου είναι οι ακόλουθοι: Η σύνταξη μελέτης βιωσιμότητας από την επιχείρηση στην οποία πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: α)...β... γ)... δ)... ε)... στ) Βεβαιώσεις από τα Πιστωτικά Ιδρύματα, στις οποίες θα παρουσιάζονται αναλυτικά οι ενήμερες και ληξιπρόθεσμες οφειλές της επιχείρησης ανά δανειακό λογαριασμό (με υπόλοιπο 31.12.2006) και οι πάσης φύσεως εξασφαλίσεις που έχουν λάβει έναντι των οφειλών αυτών. ζ) Οι υφιστάμενες εξασφαλίσεις, οι προτεινόμενες αναδιαρθρώσεις των υφιστάμενων εξασφαλίσεων που καλύπτουν τις ρυθμιζόμενες οφειλές, καθώς και οι νέες προτεινόμενες εμπράγματες εξασφαλίσεις για τις ρυθμιζόμενες οφειλές. η)... θ) ...ι) ...Η μελέτη βιωσιμότητας θα υποβάλλεται στην 25η Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και θα αξιολογείται από το Συμβούλιο Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου ...πριν την τελική έγκριση για την παροχή της εγγύησης με βάση τα προβλεπόμενα από την εθνική και κοινοτική νομοθεσία (Άρθρο 87 και 88 της συνθήκης των Ε.Κ.) σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες και τις προτεινόμενες εξασφαλίσεις... Το Κεφάλαιο της ρύθμισης είναι το υπόλοιπο της 31.12.2006 ανεξάρτητα αν η οφειλή κατά την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβασης είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη από το Κεφάλαιο αυτό. Ως επιτόκιο ορίζεται το εκάστοτε επιτόκιο της αγοράς για την κατηγορία της δανειοδότησης για την οποία παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Σε περίπτωση που οι πρωτοφειλέτες δεν εξοφλήσουν δύο συνεχόμενες τοκοχρεολυτικές δόσεις, που προκύπτουν από την ανωτέρω ρύθμιση, και μέσα σε ένα τρίμηνο από τη λήξη της δεύτερης ανεξόφλητης δόσης, ολόκληρο το ποσό των ρυθμιζόμενων οφειλών θα καθίσταται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Τα Πιστωτικά Ιδρύματα, προκειμένου να εξοφληθούν από το Δημόσιο οι εγγυημένες απαιτήσεις τους, θα πρέπει να υποβάλουν τα δικαιολογητικά που ορίζονται στην υπ` αριθμ. 2/478/0025/4.1.2006 ΦΕΚ 16/τ.Β/13.1.2006) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Τα προαναφερόμενα Πιστωτικά Ιδρύματα πρέπει να επιδιώκουν μέσα στον ανωτέρω οριζόμενο χρόνο των τριών (3) μηνών για τον οποίο το Δημόσιο καλύπτει με την εγγύησή του τους τόκους υπερημερίας, την είσπραξη από τους πρωτοφειλέτες των ληξιπρόθεσμων εγγυημένων από το Δημόσιο δόσεων με την ίδια επιμέλεια που δείχνουν και για τα δάνεια που χορηγούν χωρίς την εγγύηση του Δημοσίου. Το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, αναλαμβάνει την υποχρέωση εξόφλησης των εγγυημένων απαιτήσεων των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, που θα περιλαμβάνουν το ανεξόφλητο εγγυημένο ποσό κεφαλαίου, τους ανεξόφλητους τόκους (συμβατικούς και υπερημερίας μέχρι ενός τριμήνου) και τέλος, τα έξοδα επίδοσης της αναγγελίας κλεισίματος λογαριασμού... Ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας απόφασης, καθώς και η αντιμετώπιση στα πλαίσια αυτής των προβλημάτων που θα ανακύπτουν κατά την υλοποίηση, ανατίθεται στη Διεύθυνση Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών (Γ.Λ.Κ. - Δ.25 - Τμήμα Δ`)... Η προθεσμία υποβολής αιτήσεων στην 25η Δ/νση/Τμ. Δ` όλων των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων λήγει στις 30.4.2007". Επακολούθησε η έκδοση της τροποποιητικής και της ανωτέρω απόφασης υπ' αρ. Αριθ. 2/9851/0025/30-6-2009 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ Β' 1298/30.6.2009) "Τροποποίηση των όρων παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τα πιστωτικά ιδρύματα για τη ρύθμιση οφειλών προερχομένων από δάνεια βιοτεχνικών, βιομηχανικών, μεταλλευτικών, κτηνοτροφικών επιχειρήσεων και ξενοδοχειακών επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν στο Νομό ... σύμφωνα με τις υπ' αριθμ. 2/75172/0025/26.1.2007 και 2/87410/0025/ 18.12.2008 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών", στην οποία ορίζονται τα ακόλουθα: "Τροποποιούμε την υπ` αριθμ. 2/751752/0025/26.1.2007 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ...ως ακολούθως: Α. Στην αρχή της απόφασης εισάγεται τίτλος: "ΜΕΡΟΣ Α".Β. Στο τέλος της απόφασης εισάγεται τίτλος: "ΜΕΡΟΣ Β" και στη συνέχεια το ακόλουθο κείμενο: "Παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σε ποσοστό 80%, για τη ρύθμιση των μέχρι 30.6.2009 εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, δυνάμει των υπ` αριθμ. 2/75172/0025/26.1.2007 και 2/87410/0025/ 18.12.2008 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ληξιπρόθεσμων και μη οφειλών που προέρχονται από δάνεια που έχουν χορηγηθεί για πάγιες εγκαταστάσεις και κεφάλαια κίνησης σε βιοτεχνικές, βιομηχανικές, μεταλλευτικές, κτηνοτροφικές επιχειρήσεις και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν στο Νομό ..., σε ένα ενιαίο με το τρέχον δάνειο, συμπεριλαμβανομένου και του 80% των οφειλόμενων τόκων από 1.7.2008 έως 30.6.2009. Το νέο αυτό δάνειο θα εξοφληθεί σε ίσες εξαμηνιαίες χρεολυτικές ή τοκοχρεολυτικές δόσεις με πρώτη καταβλητέα δόση την 31.12.2010 και τελευταία την 31.12.2018.Λόγω της παρεχόμενης εγγύησης καταβάλλεται στο Ελληνικό Δημόσιο εξαμηνιαία και μέχρι τη λήξη του δανείου από έκαστο δανειολήπτη προμήθεια ασφαλείας σε ποσοστό 0,4% επί του ανεξόφλητου κάθε φορά υπολοίπου του δανείου. Η πρώτη καταβολή γίνεται με την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης. Οι επιχειρήσεις, με την υπογραφή της δανειακής σύμβασης, υποχρεούνται να καταβάλουν το 20% των οφειλόμενων τόκων, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.7.2008 έως 30.6.2009, καθώς και την ανωτέρω προμήθεια ασφαλείας σε ποσοστό 0,4%. Ποσοστό 20% των τόκων του χρονικού διαστήματος από 1.7.2009 έως 31.12.2009, μαζί με προμήθεια ασφαλείας σε ποσοστό 0,4%, βαρύνει τις επιχειρήσεις και καταβάλλεται την 31.12.2009, ενώ το υπόλοιπο των τόκων κεφαλαιοποιείται την 31.12.2009. Ποσοστό 20% των τόκων του χρονικού διαστήματος από 1.1.2010 έως 30.6.2010, μαζί με προμήθεια ασφαλείας σε ποσοστό 0,4% βαρύνει τις επιχειρήσεις και καταβάλλεται την 30.6.2010, ενώ το υπόλοιπο των τόκων κεφαλαιοποιείται την 30.6.2010. Ως επιτόκιο ορίζεται το εκάστοτε επιτόκιο της αγοράς για την κατηγορία της δανειοδότησης για την οποία παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου είναι οι ακόλουθοι: 1. Η υποβολή αίτησης των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων στα πιστωτικά ιδρύματα για την υπαγωγή τους στις διατάξεις της παρούσας με καταληκτική ημερομηνία την 30.9.2009. 2. Η καταβολή του 20% των τόκων που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2008 έως 30.6.2009. 3. Η καταβολή της προμήθειας ασφαλείας σε ποσοστό 0,4% επί του ανεξόφλητου υπολοίπου του δανείου την 30.6.2009. 4. Οι ήδη ληφθείσες εξασφαλίσεις να παραμένουν ισχυρές. Τα πιστωτικά ιδρύματα, σε κεντρικό επίπεδο, υποχρεούνται να υποβάλουν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους - Δ25: Ι. Κάθε μήνα, σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή, και προκειμένου να παρασχεθεί η τελική έγκριση από την Δ25 - Γ.Λ.Κ. Τμήμα Δ`, κατάσταση στην οποία πρέπει υποχρεωτικά να αναφέρονται: Α. Η επωνυμία, η διεύθυνση, ο ΑΦΜ εκάστου δανειολήπτη, καθώς και η ακριβής ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως αυτού. Β. Αναλυτική περιγραφή του ύψους του δανείου (υπόλοιπο με ημερομηνία 30.6.2009 και τόκοι, σε ποσοστό 80%, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2008 έως 30.6.2009), καθώς και των εξασφαλίσεων που έχουν ληφθεί...Γ. Έγγραφη ενημέρωση σχετικά με τη λειτουργία και την οικονομική πορεία της επιχείρησης. II. Κάθε τρίμηνο, σε ηλεκτρονική μορφή, κατάσταση στην οποία να αναφέρονται τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των εν λόγω δανείων. Σε περίπτωση που κατά την 31.12.2010, και μέσα στο επόμενο τρίμηνο από τη λήξη της πρώτης χρεολυτικής, με τους αναλογούντες τόκους, ή τοκοχρεολυτικής δόσης, οι πρωτοφειλέτες δεν εξοφλήσουν τη δόση αυτή και κάθε άλλη οφειλή απορρέουσα από τις προηγούμενες εξαμηνιαίες υποχρεώσεις καταβολής της προμήθειας 0,4% και του 20% των τόκων περιόδου, ολόκληρο το ποσό των οφειλών καθίσταται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής και κάθε επόμενης χρεολυτικής ή τοκοχρεολυτικής δόσης. Τα πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να εξοφληθούν από το Δημόσιο οι εγγυημένες απαιτήσεις τους, θα πρέπει να υποβάλουν τα δικαιολογητικά που ορίζονται στην υπ` αριθμ. 2/478/0025/4.1.2006 (ΦΕΚ Β` 16/13.1.2006) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει να επιδιώκουν μέσα στον ανωτέρω οριζόμενο χρόνο των τριών (3) μηνών, για τον οποίο το Δημόσιο καλύπτει με την εγγύηση του τους τόκους υπερημερίας, την είσπραξη από τους πρωτοφειλέτες της ληξιπρόθεσμης εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο δόσης, με την ίδια επιμέλεια που επιδεικνύουν και για τα δάνεια που χορηγούν χωρίς την εγγύηση του Δημοσίου. Το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, αναλαμβάνει την υποχρέωση εξόφλησης των εγγυημένων απαιτήσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, που θα περιλαμβάνουν το ανεξόφλητο εγγυημένο ποσό κεφαλαίου, τους ανεξόφλητους τόκους (συμβατικούς και υπερημερίας μέχρι ενός τριμήνου), και τέλος τα έξοδα της αναγγελίας κλεισίματος του λογαριασμού. Ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας απόφασης, καθώς και η αντιμετώπιση στο πλαίσιο αυτής των προβλημάτων που θα ανακύπτουν κατά την υλοποίηση, ανατίθεται στη Διεύθυνση Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών (Γ.Λ.Κ. - Δ.25 - Τμήμα Δ`)...". Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, η προαναφερόμενη εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου διέπεται, καταρχήν, από τις ειδικές ρυθμίσεις του Ν. 2322/1995, σε συνδυασμό με τις υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 1 αυτού και ρυθμίζουν τους όρους και προϋποθέσεις που πρέπει να τηρηθούν, ενώ οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα, που διέπουν την εγγύηση (άρθρα 847 επ. του ΑΚ), εφαρμόζονται συμπληρωματικά, εφόσον αυτό δεν αποκλείεται από τις ειδικές ρυθμίσεις του Ν. 2322/1995 και των συναφών υπουργικών αποφάσεων(ΑΠ 1903/2022), με την παροχή δε ης εν λόγω εγγυήσεως γεννάται παρεπόμενη ενοχή αποτελούσα ιδιωτικού δικαίου διαφορά. Οι διατάξεις που ρυθμίζουν την παροχή της εγγυήσεως του Δημοσίου για την τραπεζική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων αφορούν και θεραπεύουν το δημόσιο και γενικότερο συμφέρον, έχουν επιτακτικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, συνιστούν κανόνες αναγκαστικού δικαίου, των οποίων η εφαρμογή δεν δύναται να αποκλεισθεί από την ιδιωτική βούληση. Τα προβλεπόμενα στην οικεία νομοθεσία ως αναγκαίες προϋποθέσεις, είτε για την έγκυρη παροχή της εγγύησης του Δημοσίου, είτε για τη συνέχιση ισχύος της, αποτελούν το δικαιοπρακτικό θεμέλιο, με βάση το οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη προχωρούν στην κατάρτιση των σχετικών συμβάσεων (δανειστή - εγγυητή και δανειστή - οφειλέτη), η δε συνδρομή τους ελέγχεται αρμοδίως. Το Δημόσιο, ως εγγυητής, αναλαμβάνει δια της συμβάσεως εγγυήσεως την υποχρέωση να εξοφλήσει τις απαιτήσεις που αφορά η εγγύησή του, εφόσον οι οφειλόμενες από τον πρωτοφειλέτη δόσεις του χορηγηθέντος δανείου γίνουν ληξιπρόθεσμες. Σε αυτή την περίπτωση, η δανείστρια τράπεζα προβαίνει σε καταγγελία, καθιστώντας ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και εν συνεχεία ζητά την κατάπτωση της εγγυήσεως του Δημοσίου (δηλαδή την εκ μέρους του Δημοσίου εξόφληση των εγγυημένων οφειλών, σε εκπλήρωση της υποχρεώσεώς του από την εγγύηση), υποβάλλοντας στην αρμόδια υπηρεσία τα απαραίτητα δικαιολογητικά για έλεγχο. Η εγγυητική ευθύνη του Δημοσίου, ανακύπτει με την καταγγελία της σύμβασης από την Τράπεζα, οπότε και δικαιούται αυτή να ζητήσει από το Δημόσιο την εξόφληση του οφειλομένου ποσού και όχι από την καθυστέρηση του πιστούχου να καταβάλει τις άνω δόσεις, η οποία προηγείται μεν της κήρυξης του δανείου ληξιπροθέσμου, αλλά δεν δημιουργεί από μόνη και την εγγυητική ευθύνη του Δημοσίου (ΑΠ 181/2021, ΑΠ 82/2008, ΑΠ 1000/2006). Κατά συνέπεια, σε περίπτωση που δανείστρια τράπεζα απευθυνθεί στο Δημόσιο για την εξόφληση επικαλούμενης απαίτησής της συνεπεία κατάπτωσης εγγύησης του Δημοσίου, για δάνειο που αυτή χορήγησε σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2322/1995, το Δημόσιο δια των αρμοδίων οργάνων του κρίνει, εν πρώτοις, αν όντως συντρέχει περίπτωση κατάπτωσης της εγγύησής του, πριν δώσει την εντολή για την εξόφληση της σχετικής απαίτησης. Στο πλαίσιο αυτού του ελέγχου εξετάζεται (άρθρα 1 § 7 και 11 § 4 του ν. 2322/1995 καθώς και παρ. Α,6 της Υ.Α 2/478/0025/4.1.2006), αν από υπαιτιότητα του δανειστή ή πιστωτή δεν συνέτρεχαν ή αν εκ των υστέρων εξέλιπαν οι νόμιμες προϋποθέσεις χορήγησης της εγγύησης(άρθρο 11 § 4 του ν. 2322/1995 ) ή αν από πταίσμα του δανειστή έγινε αδύνατη η ικανοποίησή του από τον οφειλέτη, κατ' εφαρμογή του άρθρου 862 ΑΚ (ΑΠ 1000/2006, ΑΠ 757/2003), που εφαρμόζεται συμπληρωματικά, εφόσον αυτό δεν αποκλείεται στην συγκεκριμένη περίπτωση από τις ειδικές ρυθμίσεις του Ν. 2322/1995 και των συναφών υπουργικών αποφάσεων. Επομένως, προϋποθέσεις για την ελευθέρωση του Δημοσίου από την εγγύηση είναι: α) να χορηγήθηκε έγκυρα και να είναι σε ισχύ η εγγύηση του Δημοσίου, β) εξαρχής να μη συνέτρεχαν ή εκ των υστέρων να εξέλειπαν οι προϋποθέσεις χορήγησης της εγγύησης, γ) να συντρέχει υπαιτιότητα της δανείστριας τράπεζας και δ) να υφίσταται αιτιώδης συνάφεια, συνιστάμενη στο ότι η εξαρχής ή μεταγενέστερη μη συνδρομή μίας ή περισσοτέρων από τις αναγκαίες προϋποθέσεις για τη χορήγηση της εγγύησης του Δημοσίου οφείλεται σε παράνομες πράξεις ή παραλείψεις της δανείστριας Τράπεζας. Ως υπαιτιότητα νοείται εν προκειμένω όχι μόνον ο δόλος και η βαριά αμέλεια, αλλά και η ελαφρά αμέλεια του δανειστή ή πιστωτή ως προς την εκτέλεση των όρων της σύμβασης, χωρίς, βεβαίως, να αποκλείονται περιστατικά που στοιχειοθετούν καταχρηστική άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων ( άρθ. 281 ΑΚ και άρθ. 862, 914 ΑΚ). Η διαπίστωση της μη τήρησης των όρων γίνεται από την 25η Δ/νση Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών του Υπουργείου Οικονομικών, που είναι αρμόδια κατά την παρ. 5 του Ν. 2322/1995 για τη βεβαίωση της πλήρωσης των όρων αυτών και την επακόλουθη πλήρη υποκατάσταση του Ελληνικού Δημοσίου στα έναντι του οφειλέτη δικαιώματα του πιστωτικού ιδρύματος (ΑΠ 1903/2022). Αντιθέτως, σε περίπτωση υποβολής από τη δανείστρια τράπεζα, μετά τη συνδρομή των προϋποθέσεων κατάπτωσης της εγγύησης, ελλιπών δικαιολογητικών, για τη βεβαίωση υπέρ του Δημοσίου του ποσού αυτού για το οποίο αυτό έχει εγγυηθεί, το Δημόσιο δεν ελευθερώνεται, αλλά απλώς η αρμόδια υπηρεσία υποχρεούται να ζητήσει συμπληρωματικά στοιχεία από τη δανείστρια Τράπεζα. Κατά συνέπεια, στοιχεία της βάσεως της αγωγής του πιστωτικού ιδρύματος, που χορήγησε την πίστωση, κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εγγυήθηκε υπέρ του πιστούχου, με την οποία ζητείται η καταβολή από το Δημόσιο του ποσού, που εγγυήθηκε αυτό, γιατί ο υπέρ ου η εγγύηση πιστούχος δεν τήρησε τους όρους της πίστωσης είναι α) η σύναψη της σύμβασης δανείου ή πίστωσης και το περιεχόμενό της, β) η παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, υπέρ του πιστούχου με Υπουργική Απόφαση, εκδοθείσα κατ' εξουσιοδότηση του Ν.2322/1995, υπό τις αναφερόμενες στην απόφαση αυτή προϋποθέσεις και γ) η κατάπτωση της εγγύησης, λόγω μη τήρησης από τον πιστούχο των εν λόγω προϋποθέσεων. H προβλεπόμενη στην κατ' εξουσιοδότηση του Ν. 2322/1995 εκδοθείσα υπ' αριθ. 2/75172/0025/26-1-2007 και την τροποποιητική αυτής υπ' αριθμ. 2/9851/0025/30-6-2009 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών υποχρέωση των τραπεζών να επιδιώκουν μέσα στον οριζόμενο στις αποφάσεις αυτές χρόνο των τριών (3) μηνών, για τον οποίο το Δημόσιο καλύπτει με την εγγύησή του τους τόκους υπερημερίας, την είσπραξη από τους πρωτοφειλέτες των ληξιπρόθεσμων εγγυημένων από το Δημόσιο δόσεων με την ίδια επιμέλεια που δείχνουν και για τα δάνεια που χορηγούν χωρίς την εγγύηση του Δημοσίου, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση της αγωγής από τα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά μπορεί η παραβίαση της εν λόγω υποχρέωσης να θεμελιώσει, εφόσον συντρέξουν και οι λοιπές προϋποθέσεις, αξίωση του Δημοσίου προς αποζημίωση. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με εσφαλμένη εφαρμογή (Ολ.ΑΠ 7/2006, Ολ.ΑΠ 4/2005). Προκειμένου να ιδρυθεί ο λόγος αυτός, πρέπει η παράβαση του δικαστηρίου της ουσίας να αφορά κανόνα ουσιαστικού δικαίου, δηλαδή κανόνα που ρυθμίζει τις βιοτικές σχέσεις, την κτήση των δικαιωμάτων και τη γένεση των υποχρεώσεων και επιβάλλει κυρώσεις, χωρίς να ενδιαφέρει σε ποίο επίπεδο εντάσσεται ο κανόνας από άποψη ιεραρχίας των πηγών του δικαίου (ΑΠ 637/2017, ΑΠ 159/2004). Η υπουργική απόφαση, κανονιστικού περιεχομένου (ΑΠ 637/2017, ΑΠ 850/2004, ΑΠ 825/2004, ΑΠ 1605/ 1995), η οποία, για τη ρύθμιση των θεμάτων της, εκδίδεται επιτρεπτά στο πλαίσιο νομοθετικής εξουσιοδότησης, που παρασχέθηκε νόμιμα, αποτελεί, υπό την προϋπόθεση δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ελέγχεται μέσω του άρθρου 559 αριθμ. 1 του ΚΠολΔ, όταν εσφαλμένα εφαρμόστηκε (ΑΠ 1903/2022, 1352/2022). Τέλος από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ. 2, 118 αρ. 4 και 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων, τα οποία θεμελιώνουν κατά νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση αυτής από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Η έκθεση στο δικόγραφο της αγωγής των πραγματικών περιστατικών, τα οποία πρέπει να είναι όσα είναι νομικώς ικανά και αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος, η προστασία του οποίου ζητείται και τα οποία πρέπει να αναφέρονται με τέτοια σαφήνεια, ώστε να εξατομικεύουν την επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της αξιώσεως, η οποία απορρέει από αυτά, είναι απαραίτητη για να υπάρχει η δυνατότητα, το μεν δικαστήριο να κρίνει τη νομική βασιμότητα της αγωγής και να διατάξει τις δέουσες αποδείξεις, ο δε εναγόμενος να μπορεί να αμυνθεί κατά της αγωγικής αξιώσεως που θεμελιώνεται επ` αυτών με ανταπόδειξη ή ένσταση (AΠ 133/2022, ΑΠ 5/2020, ΑΠ 1424/2017). Η ανεπάρκεια των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής ή της ένστασης και συνδέεται με την εκτίμηση του εφαρμοστέου κανόνα του ουσιαστικού δικαίου, χαρακτηρίζεται ως νομική αοριστία και ελέγχεται με τον αναιρετικό λόγο από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ ως παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, εφόσον το δικαστήριο της ουσίας για τον σχηματισμό της κρίσης του για την νομική επάρκεια της αγωγής ή της ένστασης αξίωσε περισσότερα στοιχεία, από όσα απαιτεί ο νόμος προς θεμελίωση του ασκούμενου δικαιώματος ή αρκέστηκε σε λιγότερα (ΑΠ 1597/2018, ΑΠ 967/2017). Αντίθετα, η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, η οποία υπάρχει όταν δεν εκτίθενται σ` αυτήν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά νόμο για τη στήριξη του αιτήματος αυτής, τα πραγματικά, δηλαδή, περιστατικά που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, δημιουργεί λόγους αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 8 και 14 του ΚΠολΔ(ΑΠ 133/2022). Έτσι, αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη θεμελιωτικά γεγονότα μη διαλαμβανόμενα στην αγωγή, ή δεν έλαβε υπόψη του τέτοια γεγονότα, μολονότι διαλαμβάνονταν, ιδρύεται ο λόγος του αριθμού 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ενώ, αν κατά παράβαση του νόμου θεώρησε ή δεν θεώρησε επαρκή τα εκτιθέμενα για την περαιτέρω εξειδίκευση του κανόνα πραγματικά γεγονότα, ιδρύεται ο λόγος από τον αριθμό 14 του ίδιου άρθρου (ΑΠ 362/2011), ο οποίος υπάρχει αν το δικαστήριο παρά τον νόμο κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο. Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αγωγή της, όπως προκύπτει από την παραδεκτή κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ επισκόπηση του δικογράφου της, η αναιρεσείουσα εξέθεσε, κατά το ενδιαφέρον τον αναιρετικό έλεγχο μέρος, τα εξής: Ότι στο πλαίσιο της υπ' αριθ. 2/75172/0025/26-1-2007 απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύτηκε νόμιμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, "Παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τα Πιστωτικά Ιδρύματα για τις υφιστάμενες μέχρι 31-12-2006 ληξιπρόθεσμες και μη οφειλές, που προέρχονται από δάνεια που χορηγήθηκαν σε βιοτεχνικές, βιομηχανικές, μεταλλευτικές, κτηνοτροφικές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, που είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν στο Νομό ...", το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο(ήδη αναιρεσίβλητο), ενέκρινε την παροχή εκ μέρους του εγγύησης, σε ποσοστό 80%, επί δύο νέων δανείων συνολικού ποσού 7. 477.856,59 ευρώ, προκειμένου α) να εξοφληθούν οι έως 31-12-2006 οφειλές της εδρεύουσας στο Δημοτικό Διαμέρισμα ... της ... Νομού ..., ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία Ε. Κ. Α.Ε., έναντι της τότε Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 6.277.856,59 € και β) να γίνει νέα αναχρηματοδότηση της ίδιας επιχείρησης, με νέο κεφάλαιο κίνησης, ποσού 1.200.000 €, υπό τις προϋποθέσεις: 1) της παροχής προσωπικών εγγυήσεων των βασικών μετόχων της εταιρείας, 2) της εγγραφής υποθήκης υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ποσού 6.581.000 ευρώ, που αντιστοιχεί στο εγγυημένο από αυτό τμήμα των νέων δανείων και 3) της εγγραφής προσημείωσης υποθήκης υπέρ της ενάγουσας για το μη εγγυημένο τμήμα των νέων δανείων. Ότι, ακολούθως και μετά την έγκριση αυτή, η ενάγουσα, κατάρτισε στις 19/10/2007 με την προαναφερόμενη πιστούχο εταιρεία και τους στην αγωγή αναφερόμενους τέσσερεις (4) εγγυητές υπέρ αυτής, δύο (2) συμβάσεις τοκοχρεολυτικού δανείου, ποσών 6.277.856,59 € και 1.200.000 €, με αριθμούς ... και ... αντιστοίχως, στις οποίες ρητά συμφωνήθηκε, μεταξύ άλλων, ότι οι συμβάσεις τελούν υπό την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου σε ποσοστό 80% και διέπονται από τους όρους της ανωτέρω Υπουργικής Απόφασης και ότι σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής 2 ολόκληρων τοκοχρεωλυτικών δόσεων τα δάνεια θα καθίστανται ληξιπρόθεσμα και απαιτητά και η ενάγουσα θα δικαιούται να καταγγείλει τις συμβάσεις, οπότε γίνεται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και το μη ληξιπρόθεσμο μέρος των δανείων και δικαιούται να εισπράξει το σύνολο των οφειλών, είτε από τον οφειλέτη, είτε από το Ελληνικό Δημόσιο, στα πλαίσια και υπό τις προϋποθέσεις παροχής της εγγύησης, που έχει αυτό χορηγήσει. Ότι, στη συνέχεια, στο πλαίσιο της υπ' αριθ. 2/9851/0025/30-6-2009 τροποποιητικής της ανωτέρω απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, ενέκρινε την εκ μέρους του παροχή εγγύησης, σε ποσοστό 80%, στις προερχόμενες από τις δύο ως άνω δανειακές συμβάσεις οφειλές της πιστούχου εν λόγω επιχείρησης έως 30/6/2009, υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις, που διαλαμβάνονται στην ως άνω υπουργική απόφαση. Ότι ακολούθως, στις 16/12/2010, στα πλαίσια της τροποποιητικής αυτής απόφασης, κατάρτισε με την ίδια ως άνω πιστούχο εταιρεία και τους ίδιους εγγυητές, δύο συμβάσεις αναγνώρισης και ρύθμισης οφειλής, με τις οποίες, αφού αναγνωρίστηκε, ότι το ποσό των οφειλών τους, για καθεμία από τις δύο προηγούμενες δανειακές συμβάσεις, είχε ανέλθει, στις 30-6-2009, στα ποσά των 7.228.343,74 € και 1.094.266,38 € αντιστοίχως, συμφωνήθηκε η κεφαλαιοποίηση των ως άνω οφειλών σε δύο νέα δάνεια, εξοφλητέα σε ίσες εξαμηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, η πρώτη των οποίων θα έπρεπε να καταβληθεί έως τις 31-12-2010 και ρητά συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής οποιασδήποτε τοκοχρεωλυτικής δόσης και εφόσον παρέλθει χρονικό διάστημα τριών μηνών, από την ημερομηνία κατά την οποία ήταν αυτή καταβλητέα, τα δάνεια θα καθίστανται ληξιπρόθεσμα και απαιτητά και η ενάγουσα θα δικαιούται να καταγγείλει τις συμβάσεις, οπότε γίνεται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και το μη ληξιπρόθεσμο μέρος των δανείων και δικαιούται η ενάγουσα να εισπράξει το σύνολο των οφειλών, είτε από τον οφειλέτη, είτε από το Ελληνικό Δημόσιο στα πλαίσια και υπό τις προϋποθέσεις παροχής της εγγύησης, που έχει αυτό χορηγήσει. Ότι κατά την ως άνω ημεροχρονολογία (31-12-2010), η πιστούχος εταιρεία δεν κατάβαλε την πρώτη δόση των δύο αυτών συμβάσεων ρύθμισης των οφειλών της και συνεπώς κατέστη υπερήμερη, με αποτέλεσμα να καταστεί ληξιπρόθεσμο και απαιτητό το σύνολο των οφειλών της με την πάροδο τριών μηνών, στις 31/3/2011. Ότι η ενάγουσα, με την από 12-11-2012 εξώδικη δήλωσή της, που κοινοποίησε νόμιμα στην πιστούχο, στους εγγυητές των δανείων και στο Ελληνικό Δημόσιο, τους ενημέρωσε ότι "κατέστησε ληξιπρόθεσμο το συνολικό ποσό της οφειλής" για αμφότερα τα δάνεια, και ζήτησε την καταβολή του χρεωστικού υπολοίπου αυτών στις 31/3/2011, ποσών 7.677.522,76 €, και 1.162.731,44 € αντιστοίχως. Ότι, αν και έχει ζητήσει από το εναγόμενο, με επιστολές που του απέστειλε στις 12/11/2012 και στις 20/10/2015, να της καταβάλει τα εγγυημένα από το ίδιο σε ποσοστό 80% ποσά κεφαλαίου και τόκων, αντιστοίχων ποσών 6.142.018,21 €, και 930.185,15 €, αυτό αρνείται αναίτια την καταβολή των ποσών αυτών. Με αυτό το ιστορικό ζήτησε η αναιρεσείουσα να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο, να της καταβάλει τα τελευταία αυτά ποσά, νομιμοτόκως από 1-4-2011, άλλως δε, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Μετά την απόρριψη της αγωγής ως μη νόμιμης με την υπ' αριθ. 909/2018 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και την άσκηση έφεσης και πρόσθετων λόγων έφεσης από την αναιρεσείουσα, εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η οποία απέρριψε την έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής και επικύρωσε την εκκαλούμενη απόφαση με την ακόλουθη, κρίσιμη για τον αναιρετικό έλεγχο, αιτιολογία: "...Η ως άνω αγωγή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, κρίνεται απορριπτέα, ως μη νόμιμη, δεδομένου ότι προϋπόθεση της γένεσης της επίμαχης αξίωσης της εκκαλούσας- ενάγουσας, δανείστριας τράπεζας (ήδη αναιρεσείουσας), είναι η από πλευράς της τήρηση της υποχρέωσης επιδίωξης της είσπραξης των αιτούμενων με την υπό κρίση αγωγή ποσών από την πρωτοφειλέτρια, πιστούχο επιχείρηση, εντός... νόμιμης προθεσμίας ενέργειας τριών (3) μηνών, από τη λήξη, στις 31-12-2010, της πρώτης τοκοχρεολυτικής δόσης εκάστου των αναφερομένων στην εν λόγω αγωγή δύο (2) δανειακών συμβάσεων, δηλαδή μέχρι τις 31-3-2011. Η ήδη εκκαλούσα, ενάγουσα, όμως, ουδόλως ισχυρίσθηκε, ότι εκπλήρωσε αυτή της την υποχρέωση, αλλά, αντιθέτως, εκθέτει στην ένδικη αγωγή, ότι αρκέστηκε στην καταγγελία των ως άνω δανειακών συμβάσεων, και στην αποστολή σχετικών εξώδικων προς την πιστούχο, πρωτοφειλέτρια εταιρεία, μόλις στις 12-11-2012, χωρίς, επομένως, να έχει προβεί, και μάλιστα εμπροθέσμως, η εκκαλούσα, και ενάγουσα, σε οποιαδήποτε άλλη εξώδικη και κυρίως δικαστική διεκδίκηση της επίμαχης απαίτησής της κατά της πρωτοφειλέτριας, πιστούχου, εταιρείας".
Έτσι που έκρινε το Εφετείο, το οποίο απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη, δεχόμενο ότι προϋπόθεση της γένεσης της επίμαχης αξίωσης της αναιρεσείουσας τράπεζας είναι η τήρηση από αυτή της υποχρέωσης επιδίωξης είσπραξης των αιτούμενων με την υπό κρίση αγωγή ποσών από την πρωτοφειλέτρια, εντός τριών (3) μηνών, από τη λήξη, στις 31-12-2010, της πρώτης τοκοχρεολυτικής δόσης εκάστου των αναφερομένων στην εν λόγω αγωγή δύο (2) δανειακών συμβάσεων, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 και 11 Ν.2322/1995 και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών και εχουσών κανονιστική ισχύ υπ' αριθ. 2/75172/0025/26-1-2007 και 2/9851/0025/30-6-2009 Αποφάσεων του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, δια των οποίων παρασχέθηκε η εγγύηση του αναιρεσιβλήτου Ελληνικού Δημοσίου προς την αναιρεσείουσα για τις αναφερόμενες στην αγωγή συμβάσεις δανείων, που αυτή χορήγησε στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Ε. Κ. Α.Ε.", καθόσον τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, αληθή υποτιθέμενα, πληρούν το πραγματικό των ανωτέρω διατάξεων και, άρα είναι επαρκή για την νομική στήριξη του αιτήματος της αναιρεσείουσας, ενώ η πιο πάνω αναφερόμενη υποχρέωση της αναιρεσείουσας δεν αποτελεί, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη, προϋπόθεση για την άσκηση της ένδικης αγωγής και για το ορισμένο και νόμιμο αυτής αρκούσε η γενόμενη αναφορά ότι η αναιρεσείουσα χορήγησε τα επίδικα δάνεια με την εγγύηση του αναιρεσιβλήτου, δοθείσα με τις ανωτέρω Υπουργικές Αποφάσεις και ότι κατέπεσε η εγγύηση αυτή, γιατί η ανωτέρω πιστούχος εταιρεία δεν κατέβαλε την πρώτη δόση των δανείων στις 31/12/2010, παρήλθαν δε έκτοτε τρείς μήνες και στη συνέχεια η αναιρεσείουσα "κατέστησε ληξιπρόθεσμο το συνολικό ποσό της οφειλής" για αμφότερα τα δάνεια, και ζήτησε την καταβολή του χρεωστικού υπολοίπου αυτών. Επομένως, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αξίωσε για τη νομική θεμελίωση της αγωγής περισσότερα στοιχεία από εκείνα που οι ανωτέρω διατάξεις απαιτούν για τη γένεση του οικείου δικαιώματος της αναιρεσείουσας.
Συνεπώς, ο μοναδικός λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η ως άνω από το άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ πλημμέλεια της ευθείας παραβίασης των παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, είναι βάσιμος. Κατόπιν αυτού, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που την εξέδωσε, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές (άρθρο 580 παρ. 3 Κ. Πολ. Δ.), να διαταχθεί η απόδοση του παράβολου της αναίρεσης στην αναιρεσείουσα (άρθρο 495 παρ.3 Κ. Πολ. Δ. και να καταδικασθεί το αναιρεσίβλητο, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, που παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματός της (άρθρα 176, 183, 191 παρ.2 Κ. Πολ. Δ.), μειωμένων όμως κατά την διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 Ν. 3693/1957, όπως αναφέρεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ -
Αναιρεί την υπ' αριθ. 7085/2020 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που εξέδωσαν την απόφαση.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της αναίρεσης στην αναιρεσείουσα. Και

Καταδικάζει το αναιρεσίβλητο στην πληρωμή μειωμένων των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 14 Μαΐου 2023.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 30 Μαΐου 2023.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

https://www.areiospagos.gr/

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish


5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.

7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"


Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ