Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

«Προτάσεις για τον περιορισμό της διαφθοράς και της δωροδοκίας στη δημόσια δράση»

 Ιωάννη Ε. Γιαννακέλου
Δικηγόρου
Μ.Δ.Ε. Ποινικών Επιστημών Α.Π.Θ.
υπ. Μ.Δ. Ιδιωτικού Δικαίου Δ.Π.Θ.

Α. Εισαγωγικά.

Ι. Η έννοια της διαφθοράς



    Είναι γεγονός ότι η σαφής εννοιολογική οριοθέτηση του φαινομένου της διαφθοράς  είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, λόγω της επέκτασής της σε ευρεία κλίμακα τομέων της κοινωνικής ζωής αλλά και εξαιτίας των διαφορετικών τρόπων εκδήλωσής της. Όταν μιλάμε για διαφθορά συνήθως αναφερόμαστε στην ηθική κατάπτωση, την κατάχρηση εξουσίας για προσωπικό όφελος, την «καταστροφή» των θεσμών. Στο επίκεντρο της έννοιας της διαφθοράς  βρίσκεται μία αθέμιτη συναλλαγή , η οποία εξυπηρετεί και προωθεί ατομικά συμφέροντα με όρους αδιαφάνειας, χρησιμοποιώντας και αξιοποιώντας δημόσιους μηχανισμούς . Πρόκειται για την αλλοίωση της σχέσης μεταξύ φορέων εξουσίας και πολιτών. Μέσω αυτού του φαινομένου υπονομεύονται και απειλούνται οι δημοκρατικοί θεσμοί, η ισονομία των πολιτών και εν τέλει η ίδια η αξιοπιστία της χώρας. Σημαντικό είναι ότι επιτείνει το αίσθημα αδικίας του πολίτη. Πρόκειται περί μιας «σκοτεινής» θα λέγαμε εγκληματικότητας καθώς συνήθως τα εμπλεκόμενα μέρη έχουν συμφέρον να την κρατήσουν κρυφή, καθώς με κάποιο, έστω κι έμμεσο τρόπο, ωφελούνται. Η διαφθορά είναι ταυτισμένη κυρίως με τη μη σωστή λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας, παρόλο που το φαινόμενο μπορεί να παρατηρηθεί και στον ιδιωτικό τομέα, γεγονός που τα τελευταία χρόνια κινητοποίησε τον διεθνή  και τον εθνικό νομοθέτη . Πιο συγκεκριμένα, στον πυρήνα της έννοιας βρίσκεται το φαινόμενο της μυστικής προσφοράς ή υπόσχεσης , απαίτησης ή λήψης μιας μη οφειλόμενης ωφέλειας (εξωσυμβατική ωφέλεια/ιδιωτικό κέρδος), υλικής ή μη φύσης  σε ή από ένα πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τα καθήκοντά του στο πλαίσιο μιας δημόσιας υπηρεσίας ή επιχειρησιακής μονάδας, για πράξεις ή παραλείψεις (νόμιμες ή παράνομες), για τις οποίες ενδιαφέρεται ο παρέχων το αντάλλαγμα .


ΙΙ. Σχέση διαφθοράς με δωροδοκία

    Στη συνείδηση της κοινωνίας  αλλά και στην επιστήμη έχει ταυτιστεί όμως η διαφθορά κυρίως με το έγκλημα της δωροδοκίας, τόσο στην ενεργητική όσο και την παθητική του μορφή. Και ορθά, αφού η έννοια της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα, όπως την αποδώσαμε πιο πάνω μοιάζει με αυτή της δωροδοκίας υπαλλήλου, με τη διαφορά ότι η τελευταία συναρτά το δώρο με συγκεκριμένη υπηρεσιακή ενέργεια. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι η δωροδοκία υπαλλήλου είναι ο πυρήνας του φαινομένου της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται θα λέγαμε και στις επαναλαμβανόμενες τροποποιήσεις των σχετικών περί δωροδοκίας άρθρων του Ποινικού Κώδικα , οι οποίες είναι το αποτέλεσμα των συνεχών πολιτικών διακηρύξεων για «την πάταξη της διαφθοράς», αλλά και στις σχετικές αιτιολογικές τους εκθέσεις .







Β. Μέτρα αντιμετώπισης της διαφθοράς

Ι. Μέτρα πολιτικής και διοικητικής υφής

    Βασικό δεδομένο το όποιο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε κάθε προσπάθεια πρότασης μέτρων αντιμετώπισης της διαφθοράς αποτελεί η διαπίστωση ότι κάθε προσπάθεια συμβάλλει μόνο στον περιορισμό της εκδήλωσης φαινομένων διαφθοράς, κι όχι στην εξάλειψή τους. Και εξηγούμαστε. Η διαφθορά, ως τομέας εγκληματικής δράσης, και ως κοινωνικό φαινόμενο αποτελεί έναν από τους τομείς στους οποίους διαφαίνεται κατάφωρα η εκδήλωση της ανθρώπινης εξουσιαστικής λογικής, του ανταγωνισμού κτλ. που, σε ένα βαθμό αποτελούν στοιχεία σύμφυτα με τη φύση του ανθρώπου, και συνεπώς ως φαινόμενο πάντοτε θα υπάρχει! Επομένως εξάλειψη του φαινομένου της διαφθοράς δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ. Ωστόσο αξίζουν τον κόπο προσπάθειες περιορισμού του, στο βαθμό που έχει δυσμενείς συνέπειες για τις κοινωνίες μας.
    Έτσι, στα πλαίσια αυτά, σε μια προσπάθεια συμβολής μας στον περιορισμό αυτής της κοινωνικής παθολογίας, που συγκεντρώνει και το ενδιαφέρον του ποινικού νομοθέτη, μπορούμε να προτείνουμε μέτρα πολιτικής υφής, μέτρα διοικητικής φύσης, κοινωνικά, αλλά και τέλος βελτιώσεις του ποινικού οπλοστασίου.
    Κατά πρώτον, η αντιμετώπιση της διαφθοράς είναι θέμα γενικότερης παιδείας , πολιτικής κουλτούρας. Ξεκινά από τον καθένα πολίτη ξεχωριστά, ο οποίος πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να δρά σε αρκετούς τομείς έχοντας ως γενική αρχή την αφοσίωση στο «κοινό καλό», βάζοντας στην άκρη, όταν χρειάζεται, το προσωπικό συμφέρον. Να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να προχωρούν οι «άξιοι» κι όχι οι «ανάξιοι» που επιδιώκουν μόνο το εύκολο «βόλεμα». Πρέπει, σε αυτή την κατεύθυνση, να κάνει επίσης σωστή και πολύ προσεκτική χρήση του εκλογικού του δικαιώματος.
    Προς την κατεύθυνση της δημιουργίας υπεύθυνων πολιτών, που αγωνίζονται για το κοινό καλό, πρέπει να συμβάλλει και η πολιτεία, μέσω της παρεχόμενης παιδείας στα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Σε ειδικότερο πολιτικό επίπεδο, η εκάστοτε επιλογή των υπουργών από τον πρωθυπουργό πρέπει να γίνεται με αποκλειστικό γνώμονα τις ικανότητες, τη μόρφωση και το ήθος, κι όχι με κομματικά κτλ. κριτήρια. Επίσης, ο κάθε πολιτικός πρέπει να είναι έτοιμος να αναλαμβάνει και το πολιτικό κόστος, κάτι που άλλωστε έχει υποχρέωση να κάνει λόγω της θέσης ευθύνης στην οποία έχει κληθεί να υπηρετήσει.
    Δεν πρέπει να ξεχνάμε τα διοικητικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν και να ενισχυθούν . Έτσι απαιτείται αποφασιστικότητα στην αυστηρή εφαρμογή του πειθαρχικού δικαίου μέσω της προβλεπόμενης από τον υπαλληλικό κώδικα διαδικασίας. Επίσης απαιτείται στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό, των διοικητικών μηχανισμών, φορέων, των δικαστικών αρχών για την καταπολέμηση της διαφθοράς, π.χ. ΣΔΟΕ, Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς, Εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς.
    Επίσης, και σε σχέση με τη διαφθορά στη δικαιοσύνη, που συγκεντρώνει μεγάλη απαξία, απαιτείται επιβολή αυστηρών πειθαρχικών ποινών στους τυχόν επίορκους δικαστικούς λειτουργούς, αλλά και στους δικηγόρους που αποδεικνύεται ότι συμμετέχουν σε πράξεις δωροδοκίας. Όμως, απαιτείται και ουσιαστικός έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης με αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου για το πόθεν έσχες, αλλά ακόμη και άρση του απορρήτου των καταθέσεων, όπου  επιβάλλεται και επιτρέπεται . Η αντιμετώπιση των φαινομένων διαφθοράς στον χώρο της Δικαιοσύνης αξιώνει όμως πριν από οτιδήποτε άλλο την θεσμική θωράκιση της αληθινής ουσιαστικής αιτιολόγησης των δικαστικών αποφάσεων και κατεξοχήν των ποινικών  .


ΙΙ. Αντιμετώπιση της διαφθοράς μέσω μιας ορθολογικής χρήσης του Ποινικού Δικαίου- de lege ferenda προτάσεις.

    Τα ποινικά μέτρα καταστολής, χωρίς να αποτελούν πανάκεια, είναι απαραίτητα, ως ultima ratio βέβαια, για τον περιορισμό του φαινομένου της διαφθοράς , και πιο συγκεκριμένα των εγκλημάτων δωροδοκίας υπαλλήλου-δικαστή, που αποτελούν ουσιαστικά τον πυρήνα του. Το ελληνικό ποινικό οπλοστάσιο είναι πλούσιο σε διατάξεις, προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης «εγκλημάτων διαφθοράς» και ιδίως της δωροδοκίας. Οι σχετικές διατάξεις του ΠΚ, που αποτελούν το επίκεντρο της τυποποίησης εγκλημάτων δωροδοκίας, καλύπτουν τις περιπτώσεις τέλεσης δωροδοκίας δημόσιου λειτουργού τόσο χάριν τελειωθείσας όσο χάριν μελλοντικής υπηρεσιακής πράξης, τυποποιούν την τέλεση δωροδοκίας-δωροληψίας τόσο για πράξη που ανάγεται στα καθήκοντα του υπαλλήλου όσο και για πράξη που αντίκειται σε αυτά. Σε αυτές τις διατάξεις  (άρθ.235, 236, 237 ΠΚ) περιλαμβάνεται ένα ευρύ φάσμα τρόπων τέλεσης, από τη λήψη της υπόσχεσης μέχρι τη λήψη του ωφελήματος στη δωροληψία και από την υπόσχεση μέχρι την παροχή του ωφελήματος στην ενεργητική δωροδοκία. Επίσης στην αντίστοιχη διάταξη της ενεργητικής δωροδοκίας δικαστή τυποποιείται ακόμη και η διαμεσολάβηση ως αυτουργικός τρόπος τέλεσής της. Για να αποδώσουν οι διατάξεις, πρέπει όμως πρωτίστως να αλλάξει η νοοτροπία του δισταγμού καταγγελίας των φαινομένων διαφθοράς-δωροδοκίας . Για να συμβεί αυτό πρέπει οι αστυνομικές αρχές να αντιδρούν αποφασιστικά σε σχετικές καταγγελίες, αλλά και να συνειδητοποιήσουν οι εμπλεκόμενοι ότι σε περίπτωση καταγγελίας, δεν θα καταστούν κατηγορούμενοι, εφόσον δεν έχουν συμπράξει στο έγκλημα. Σημαντική είναι ακόμη και η δυνατότητα που δίνεται στους συμπράττοντες στο έγκλημα μέσω της διάταξης του 263 Β ΠΚ, για ειδική μεταχείριση τέτοιων περιπτώσεων, εφόσον συμβάλλουν στην αποκάλυψη των φαινομένων διαφθοράς.
    Περιθώρια βελτίωσης των υφιστάμενων διατάξεων περί παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας υπαλλήλου και δικαστή αναμφισβήτητα υπάρχουν. Στο πλαίσιο αυτό, διατυπώνονται οι ακόλουθες προτάσεις.
    Πρώτον, η κακουργηματική μορφή που προστέθηκε με το ν.3943/2011 στην παρ.2 του άρθ.235 ΠΚ και αφορά δωροληψίες ανεξαρτήτως ποσού τελεσθείσες από υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών πρέπει να επανεξεταστεί από το νομοθέτη. Δεν επιτρέπεται μόνη η ιδιότητα του δράστη της δωροληψίας ως υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών να επισύρει ποινή κάθειρξης! Είναι δεδομένο ότι τέθηκε υπό την πίεση των δεινών οικονομικών δεδομένων της Ελλάδας , ως ένα «μέτρο» (μεταξύ πολλών άλλων) για την πάταξη του φαινομένου της απώλειας δημοσίων εσόδων λόγω και της δωροδοκίας των εφοριακών και τελωνειακών υπαλλήλων που συνήθως οδηγεί σε παράλειψη είσπραξης ή μειωμένη είσπραξη των κάθε λογής φόρων. Ας δούμε ένα παράδειγμα. Υπάλληλος πράγματι του υπουργείου οικονομικών δέχεται μόνον την υπόσχεση από πολίτη για παροχή μόλις 50 ευρώ για μια τελειωμένη υπηρεσιακή του ενέργεια, που ανάγεται στα καθήκοντά του. Αυτός ο δράστης απειλείται ύστερα και από το ν. 3943/2011 με πλαίσιο ποινής από πέντε έως δέκα έτη κάθειρξης! Έτσι καταλήγουμε όμως σε μια υπερβολική διεύρυνση της τιμώρησης με μόνο κριτήριο την ιδιότητα του προσώπου του δράστη. Άραγε αυτή η ιδιότητα προσδίδει αυξημένο άδικο στην πράξη ή ενοχή του δράστη που να δικαιολογεί αυτή την εκτίναξη της ποινής;  Η αλήθεια είναι ότι το έννομο αγαθό της αντικειμενικής λειτουργίας της υπηρεσίας δεν βλάπτεται περισσότερο όταν η δωροληψία γίνεται από υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών. Επίσης δεν είναι κατανοητό γιατί ο συγκεκριμένος υπάλληλος να έχει αυξημένη ενοχή σε σχέση με άλλους υπαλλήλους. Επομένως, δεν υπάρχει η απαιτούμενη ήδη σε επίπεδο απειλούμενης ποινής αναλογία αδίκου-ενοχής του δράστη και ποινής αφετέρου . Η χρησιμοποίηση δηλαδή του πολίτη απλώς ως μέσου για την επίτευξη μιας γενικότερης σκοπιμότητας (π.χ. αύξηση δημοσίων εσόδων) προσκρούει στη συνταγματική αξιοπρέπεια του ανθρώπου που κατοχυρώνεται στο αρ. 2 παρ. 1 Συντ . Καταλήγουμε άρα στο συμπέρασμα ότι η υπέρμετρη διεύρυνση της ποινικής καταστολής ως αντίδοτο της αύξησης μιας μορφής εγκληματικότητας ή δύσκολης μορφής εγκληματικότητας(ανάλογα και με την εποχή), δεν μπορεί να προωθείται ως λύση όταν προσβάλει συνταγματικά δικαιώματα, όπως η αξία του ανθρώπου . Επίσης, με τη ρύθμιση αυτή διαμορφώνεται σήμερα το εξής absurdum: εμφανίζεται ελαφρύτερη η δωροληψία δικαστή από τη δωροληψία υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών ! Γι’ αυτό, η νέα αυτή διακεκριμένη μορφή κρίνεται εσφαλμένη και γι’ αυτό πρέπει να επανεξεταστεί από το νομοθέτη.
    Δεύτερον, προβληματική είναι και η απειλή του ίδιου πλαισίου ποινής για τρόπους τέλεσης μη παρόμοιας βαρύτητας. Η προσεκτική επιμέτρηση της ποινής εδώ μπορεί να αμβλύνει το πρόβλημα, μέσω της πιστής εφαρμογής του άρθρου 79 ΠΚ από τα δικαστήρια . Καλό θα ήταν όμως για παράδειγμα, η λήψη ωφελημάτων να τιμωρείται με αυστηρότερο πλαίσιο ποινής από αυτό της αποδοχής υπόσχεσης. Επίσης, αυστηρότερα πρέπει να τιμωρείται και η παροχή από την υπόσχεση ωφελήματος της ενεργητικής δωροδοκίας.
    Τρίτον, στο έγκλημα του άρθρου 236 ΠΚ (ενεργητική δωροδοκία υπαλλήλου), πρέπει να προστεθεί ως τρόπος τέλεσης και η προσφορά ωφελήματος πλάι στην «παροχή», ενόψει των ερμηνευτικών δυσκολιών που θα μπορούσαν να προκύψουν σε περίπτωση μη αποδοχής του δώρου από τον υπάλληλο (άρα μη πραγμάτωση του τρόπου της παροχής).
    Τέταρτον, δεν μπορεί η δωροδοκία υπαλλήλου και η δωροδοκία δικαστή να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε επίπεδο απειλούμενου πλαισίου ποινής. Στα πλαίσια αυτά, προτείνεται η αύξηση του κατώτατου ορίου ποινής της παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας δικαστή του ενός έτους, ώστε να εκφράζεται το αυξημένο άδικο που ενέχει η πράξη αυτή σε σχέση με την απλή δωροδοκία υπαλλήλου. Μέσω  της δωροδοκίας δικαστή, κατά την άποψή μας, προσβάλλεται το έννομο αγαθό της αντικειμενικής λειτουργίας της δικαιοσύνης, το οποίο έτσι συγκεντρώνει μεγαλύτερη ουσιαστική απαξία, αφού η δικαιοσύνη δεν είναι απλώς ένα είδος «υπηρεσίας», αλλά ως κορυφαία δημόσια λειτουργία, διασφαλίζει πλείστα μείζονα αγαθά του πολίτη.
    Πέμπτον, σε σχέση με το έγκλημα της ενεργητικής δωροδοκίας δικαστή, στη διατύπωση «προσφέρει κτλ. σε οικείο τους», η λέξη «οικείος» πρέπει να αντικατασταθεί με τη λέξη «τρίτο πρόσωπο», προς ίση αντιμετώπιση με την απλή ενεργητική δωροδοκία υπαλλήλου.
    Έκτον, στη διάταξη της ενεργητικής δωροδοκίας δικαστή πρέπει να προστεθεί, η διατύπωση «(προσφέρει κτλ.)άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, (ωφελήματα) για τον εαυτό του ή για τρίτο», προκειμένου να μην δημιουργούνται ερμηνευτικές δυσκολίες για την υπαγωγή των περιπτώσεων έμμεσης δωροδοκίας στη διάταξη αλλά και να εναρμονιστεί με τη διάταξη της ενεργητικής δωροδοκίας υπαλλήλου. Η ίδια παρατήρηση γίνεται και αναφορικά με την παθητική δωροδοκία δικαστή.    
    Έβδομον, θεωρούμε πως η προσθήκη του τρόπου τέλεσης του «διαμεσολαβεί» ως αυτουργικού τρόπου ενεργητικής δωροδοκίας δικαστή, πρέπει να αφαιρεθεί διότι δημιουργεί ζητήματα αοριστίας και άρα αντισυνταγματικότητας. Ο πιο πάνω τρόπος τέλεσης θα εξακολουθεί να είναι αξιόποινος, ως άμεση ή απλή συνέργεια σε παθητική δωροδοκία δικαστή.
    Όγδοον, στο άρθρο 237 ΠΚ (παθητική δωροδοκία δικαστή), προτείνεται η αντικατάσταση της φράσης «με το σκοπό να διεξαχθεί ή να κριθεί μια υπόθεση που τους έχει ανατεθεί υπέρ ή εναντίον κάποιου» με τη φράση «για δικαστική απόφαση ή διάταξη», προκειμένου να αρθούν οι σχετικές διαφωνίες σχετικά με την υπαγωγή του ανωτέρω στοιχείου στην υποκειμενική ή στην αντικειμενική πλευρά του εγκλήματος και να εναρμονιστεί κατά κάποιο τρόπο με την αντίστοιχη πρόβλεψη της δωροδοκίας υπαλλήλου.


Γ. Αντί επιλόγου

    Οποιεσδήποτε όμως βελτιώσεις και να γίνουν στο νομοθετικό πλαίσιο των εγκλημάτων της δωροδοκίας υπαλλήλου και δικαστή, που αποτελούν τον πυρήνα του φαινομένου της διαφθοράς στη δημόσια δράση και οποιαδήποτε μέτρα να παρθούν από την πολιτεία, δεν μπορούν να γίνουν πολλά, χωρίς τη συνειδητοποίηση από τους δημόσιους λειτουργούς ότι με τις πράξεις αυτές βλάπτουν το κράτος δικαίου, την κοινωνία, το δοκιμαζόμενο λαό. Η αξιοπρέπεια όσων κατέχουν «δημόσιες» θέσεις-θέσεις ευθύνης πρέπει να τους οδηγεί σε αυτόματη απόρριψη μιας λογικής διαφθοράς και απόλυτου εξευτελισμού. Αυτό είναι το χρέος άλλωστε που έχουν απέναντι στην ίδια την κοινωνία…





1.            Για μια εγκληματολογική προσέγγιση του φαινομένου βλ. Πανούση Γ., Ποίος ο διαφθορεύς του κρατούμενού μας;, ΠοινΔικ2004, σελ.318. Για μία ανάλυση από ποινικής και εγκληματολογικής σκοπιάς της προβληματικής της διαφθοράς στη Γερμανική επιστήμη βλ. Bannenberg B., Korruption in Deutschland und ihre strafrechtliche Kontrolle: eine kriminologisch- strafrechtliche Analyse, 2002.
2.            Για την έννοια και τον ορισμό της διαφθοράς βλ. ενδεικτικά και Αργυροηλιόπουλου Η., Δημόσια και ιδιωτική διαφθορά στις αρχές του 21ου αιώνα-Σημείο καμπής, ΠοινΔικ2001, σελ. 663, του ίδιου, Η ιδιωτική και δημόσια διαφθορά ως έγκλημα αθέμιτου ανταγωνισμού, 2006, σελ.39,  Βουγιούκα Κ., Η προβληματική του εγκλήματος της δωροδοκίας, σε Τιμ. Τομ. Μπενάκη-Ψαρούδα Α., Ποινικές επιστήμες-θεωρία και πράξη, 2008, σελ. 102, Γιαμάνη Στ., Ανάλυση των θεσμών καταπολέμησης της διαφθοράς και αξιολογική κρίση των σχετικών ρυθμίσεων, Πραξ&ΛογΠΔ2009, σελ.608, Δημόπουλου Χ., Η διαφθορά, 2005, σελ.191, Πανούση Γ., Ποίος ο διαφθορεύς του κρατούμενού μας;, ΠοινΔικ2004, σελ. 316,  Μανωλεδάκη Ι., Η καταπολέμηση της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα, σε Μελέτες για εμβάθυνση στο ποινικό δίκαιο, 20057 , σελ. 300
3.            Για τη συναλλακτική λογική της διαφθοράς βλ. Δημόπουλου Χ., Η διαφθορά, 2005, σελ.188
4.            Βλ. Μπιτζιλέκη Ν., Η διαφθορά ως νομικό και πολιτικό πρόβλημα, ΠοινΧρ2009, σελ. 97-98. Βλ. επίσης τον ορισμό που δίδει στο αρ.2 η Ευρωπαϊκή Αστική Σύμβαση κατά της Διαφθοράς (Στρασβούργο, 4.11.1999).
5.            Βλ. Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη διαφθορά, άρθ.37 παρ.1
6.            ν.3560/2007
7.            Βλ. σχετικά σε Ηλία Ι., Η διαφθορά ως δίκτυο σχέσεων-συναλλαγών: η περίπτωση της εμπλοκής του δικηγόρου ως διαμεσολαβητή σε δίκτυα διαφθοράς., ΠοινΔικ2006, σελ. 1025, ο οποίος αναφέρεται σε «μυστική συναλλαγή».
8.            Π.χ. κατάληψη υψηλών θέσεων.
9.            Βλ. σχετικά σε Καϊάφα Γκμπάντι Μ., Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα: το νομοθετικό πλαίσιο της Ε.Ε. στην ευρύτερη διεθνή σκηνή και το εθνικό μας δίκαιο, ΠοινΧρ2010, σελ. 4, η οποία όμως δεν εντάσσει στον ορισμό της και την απαίτηση ή λήψη του μη οφειλόμενου ανταλλάγματος.
10.          Βλ. διαπιστώσεις σε Αργυροηλιόπουλου Η., Δημόσια και ιδιωτική διαφθορά στις αρχές του 21ου αιώνα-Σημείο καμπής, ΠοινΔικ2001, σελ.663, του ίδιου, Η ιδιωτική και δημόσια διαφθορά ως έγκλημα αθέμιτου ανταγωνισμού, 2006, σελ.40.
11.          Βλ. Μπιτζιλέκη Ν., Υπηρεσιακά εγκλήματα, 20012 , σελ. 153, και Ράϊκου Δ., Δημόσια διοίκηση και διαφθορά, 2006, σελ. 95, Μυλωνόπουλου Χ., Σύγχρονα δογματικά προβλήματα του εγκλήματος της δωροδοκίας, σε Καταπολέμηση της διαφθοράς των κρατικών λειτουργών και υπαλλήλων, 2001, σελ.176
12.          Βλ. πρόσφατα ιδίως ν.3943/2011, 3849/2010 και ν.3666/2008
13.          Βλ. αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου «Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος και των τριών Πρωτοκόλλων αυτής και συναφείς διατάξεις», αρ. 8 και 9. σε ιστοσελίδα στο διαδίκτυο  http://www.ministryofjustice.gr/site/LinkClick.aspx?fileticket=xjxkOsYg1y4%3D&tabid=142.
14.          Βλ. σχετικά Μανωλεδάκη Ι., Η σκλήρυνση της ποινικής καταστολής στη σύγχρονη Ελλάδα, σε Τιμ.Τομ. Σπινέλλη Κ., Εγκληματολογικές διεπιστημονικές προσεγγίσεις, 2010, σελ. 706
15.          Για τα θεσπισθέντα κατά καιρούς διοικητικά μέτρα  βλ. αναλυτικά σε Μανωλεδάκη Ι., Η καταπολέμηση της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα, ό.π., σελ.310-311
16.          Βλ. άρθρο 1 και 6  ν.2713/1999 (Υπηρεσίες εσωτερικών υποθέσεων της ελληνικής αστυνομίας)
17.          Βλ. με έντονο επικριτικό τόνο σε Ανδρουλάκη Ν., «…να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας», ΠοινΧρ2007, σελ.868
18.          Τα μέτρα ποινικής καταστολής, αποτελούν την εύκολη λύση. Βλ. Μανωλεδάκη Ι., Η σκλήρυνση της ποινικής καταστολής στη σύγχρονη Ελλάδα, ό.π., σελ. 706
19.          Για μια εκτενή ανάλυση της νομοτυπικής μορφής των εγκλημάτων αυτών βλ. σε Γάφου Η., Το έγκλημα δωροδοκίας, ΠοινΧρ1960, σελ.225 επ., 289 επ. αλλά και στα σχετικά κεφάλαια σε Δέδε Χ., Ποινικό Δίκαιον, ειδικόν μέρος, εγκλήματα περί την υπηρεσίαν, 1983, Μπιτζιλέκη Ν., Υπηρεσιακά εγκλήματα, 20012 .Από γερμανική βιβλιογραφία βλ. την ανάλυση των αντίστοιχων εγκλημάτων σε Kindhäuser U., Strafrechts-Repetitorium Besonderer Teil I-Delikte gegen die Person und die Allgemeinheit, 20032
20.          Είναι γεγονός ότι οι περιπτώσεις δωροδοκίας, τις περισσότερες φορές δεν φθάνουν στα δικαστήρια. Αυτό αποδεικνύεται και από έρευνα που πραγματοποιήσαμε στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα κατά το πρώτο τρίμηνο του 2010, εισήχθησαν γενικά στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης 7.382 υποθέσεις εκ των οποίων μόνο δύο αφορούσαν υποθέσεις δωροδοκίας. Και συγκεκριμένα η με αριθμό απόφασης 1770/25-01-10 με κατηγορία για ενεργητική δωροδοκία, ηθική αυτουργία από κοινού σε ενεργητική δωροδοκία και η 1946/26-01-10 με κατηγορία για παθητική και ενεργητική δωροδοκία. Και οι δυο υποθέσεις αναβλήθηκαν.
21.          Βλ. αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου «Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών» αλλά και άρθρο 3 ν.3943/2011 με τίτλο: «Μέτρα για την καταστολή της φοροδιαφυγής στην άμεση και έμμεση φορολογία»
22.          Βλ. σχετικά επίσης, πολύ εύστοχα σε Συμεωνίδου-Καστανίδου Ε., Τα μέτρα του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης, ΠοινΔικ2009, σελ. 608, η οποία κάνει αναφορά στο αρ. 7 παρ. 1 Συντ. Πρβλ. και Παρασκευόπουλου Ν., Η συνταγματική διάσταση του αδίκου και της ενοχής, Υπερ1993, σελ. 1260. Για την απαιτούμενη αναλογία εγκλήματος(αδίκου-ενοχής)-βαρύτητας ποινής βλ. και Ανδρουλάκη Ν., «…να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας», ΠοινΧρ2007, σελ. 869, και ιδίως σελ. 870, παρ.7.
23.          Βλ. Συμεωνίδου-Καστανίδου Ε., Τα μέτρα του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης, ΠοινΔικ2009, σελ. 609. Βλ. σχετικά σε Καϊάφα-Γκμπάντι Μ., Ανθρώπινη αξιοπρέπεια: προστατευόμενο ή και απειλούμενο από το ποινικό δίκαιο μέγεθος;, σε :Το Ποινικό Δίκαιο μεταξύ προστασίας των εννόμων αγαθών και ελευθερίας των πολιτών, 2005, σελ.44-45, η οποία αναφέρεται όμως στην επιβολή δυσανάλογα αυστηρών ποινών κατά την επιμέτρηση της ποινής για σκοπούς γενικής πρόληψης. Βλ. επίσης Παρασκευόπουλου Ν., Η συνταγματική διάσταση του αδίκου και της ενοχής, ό.π., σελ. 1264
24.          Βλ. σχετικά σε Καϊάφα-Γκμπάντι Μ., Ανθρώπινη αξιοπρέπεια: προστατευόμενο ή και απειλούμενο από το ποινικό δίκαιο μέγεθος;, ό.π., σελ. 53.
25.          Βλ. σχετικά σε Καϊάφα-Γκμπάντι Μ., Η μη ουσιαστική εφαρμογή του άρθρου 79 ΠΚ στην πράξη, Αρμ1982, σελ.340 επ., της ίδιας, Παρατηρήσεις στην ΑΠ 836/1997, Υπεράσπιση1998, σελ.325. Πρβλ. και Kaiafa M., Moderne Tendenzen bei der Strafzumessung im Griechischen und Deutschen Strafrecht (Dissertation), Göttingen, 1981

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε, αναφορικά με τα σχόλια που δημοσιεύονται ότι:
1) Δε θα δημοσιεύονται δυσφημιστικά και εξυβριστικά σχόλια
2) Δε θα δημοσιεύονται ΑΣΧΕΤΑ σχόλια σε ΑΣΧΕΤΕΣ αναρτήσεις
3) Δε θα δημοσιεύονται επαναλαμβανόμενα σχόλια στην ίδια ανάρτηση
4) Δε θα δημοσιεύονται σχόλια σε Greeklish


5) Σχόλια σε ενυπόγραφα άρθρα θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.
6) Σχόλια σε ενυπόγραφο σχόλιο θα δημοσιεύονται μόνον εφόσον και αυτά είναι ενυπόγραφα.

7) ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ "ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΣΧΟΛΙΑ"


Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΙΩΝ ΔΕ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΥΙΟΘΕΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ